Τα συν και τα πλην της τουριστικής Ελλάδας, έναντι των ανταγωνιστών της

Η μελέτη του ΙΝΣΕΤΕ είναι αποκαλυπτική για την ανταγωνιστικότητα των προορισμών, είναι αποκαλυπτική.
travnikovstudio via Getty Images

Είναι καλό όχι μόνο να τα λέμε, αλλά και να τα ακούμε κιόλας. Και, κυρίως, να τα λέμε όλα και όχι μόνο αυτά που ακούγονται όμορφα και μας «χαϊδεύουν τα αυτιά».

Η Ελλάδα, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς με τους εαυτούς μας, είναι μια χώρα με μοναδικές αρετές και απίστευτα ελαττώματα. Θα μου πείτε, και ποια χώρα είναι τέλεια; Σωστά, όμως το θέμα είναι τι κάνεις εσύ για να γίνεις καλύτερος, ποια σωστά παραδείγματα των άλλων προσπαθείς να αφομοιώσεις και ποια λάθος να απορρίψεις.

Στην Ελλάδα, ουδείς πολίτης της χώρας αυτής, μπορεί να αμφισβητήσει ότι είναι μια φιλόξενη και όμορφη χώρα, με θαυμάσια γαστρονομία και υψηλού επιπέδου ευ ζην, με την έννοια του να περνάμε καλά. Όπως, βεβαίως, ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει το γεγονός ότι είναι και ασφαλής χώρα, με τόσα που γίνονται διεθνώς. Όμως, πάλι ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει, ότι εμείς οι ίδιοι δεν προστατεύουμε αυτή την όμορφη χώρα. Ότι την οικοδομήσαμε άναρχα, απόρροια κυρίως της μεταπολεμικής αστυφιλίας, αλλά και τη ρυπαίνουμε ταυτόχρονα. Κι ακόμα, ότι αργούμε τουλάχιστον 30 χρόνια σε υποδομές, σε σχέση με άλλες χώρες της Ευρώπης, λες και αλλού δεν υπάρχουν μικροσυμφέροντα.

Η μελέτη που παρουσίασε το Ινστιτούτο του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, είναι ενδεικτική για το ποιες αρετές και ποια μειονεκτήματα έχει η Ελλάδα, όσον αφορά στα κύρια κριτήρια ικανοποίησης των τουριστών, έναντι των ανταγωνιστικών προορισμών της Νότιας Ευρώπης.

Και αυτό που θα πρέπει να έχουμε πάντα κατά νου, είναι ότι για να αρέσει ο τόπος μας στους άλλους, πρέπει πρώτα να αρέσει σε εμάς, τους κατοίκους αυτής της χώρας κι είναι αλήθεια, ότι θα την θέλαμε πολύ καλύτερη σε πολλούς τομείς.

Τι είπαν, λοιπόν, οι ξένοι για εμάς; Ότι με βάση τον φιλόξενο χαρακτήρα, τη φιλικότητα των κατοίκων, τη διαμονή, την αίσθηση ασφάλειας, τη γαστρονομία και την ομορφιά των τοπίων, που αποτελούν τα κυρίαρχα 5 κριτήρια ικανοποίησης των τουριστών στην Νότια Ευρώπη (Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιταλία, Μάλτα, Τουρκία και Κροατία), η Ελλάδα υπερτερεί έναντι του ανταγωνισμού και προσφέρει πολύ υψηλή ικανοποίηση.

Η χώρα μας, ωστόσο, υστερεί σημαντικά έναντι των ανταγωνιστριών χωρών σε άλλα υλικά και άυλα στοιχεία και διαστάσεις της εμπειρίας, όπως είναι η καθαριότητα των επιμέρους προορισμών, η πληροφόρηση, η άναρχη πολεοδομία, η ευκολία πρόσβασης στα αεροδρόμια, οι οδικές υποδομές και η προσφερόμενη εμπειρία στους αρχαιολογικούς χώρους.

Στο ερώτημα για τη φιλικότητα των κατοίκων και τις πολύ θετικές επιδόσεις στην εξυπηρέτηση των επισκεπτών από το ανθρώπινο δυναμικό στα καταλύματα, στα καταστήματα εστίασης, στα μουσεία, στις δημόσιες μεταφορές, στην αίσθηση ασφάλειας και στην καλή σχέση ποιότητας – τιμής, η Ελλάδα παίρνει υψηλό βαθμό. Το ίδιο και στη διαμονή και την ποιότητα του φαγητού. Αξίζει να σημειωθεί ότι ανάμεσα στους τουρίστες που αποδίδουν ιδιαίτερη σημασία στη γαστρονομία (foodies), η Ελλάδα προσφέρει άκρως ανταγωνιστικές εμπειρίες τόσο σε επίπεδο ποικιλίας και επιλογής φαγητού όσο και στους περισσότερους άλλους παράγοντες που ενδιαφέρουν τη συγκεκριμένη κατηγορία επισκεπτών, όπως είναι η ψυχαγωγία, η μετακίνηση, η αίσθηση ασφάλειας κ.α.

Εξαιρετική είναι επίσης και η εμπειρία στις παραλίες, με εξαίρεση την καθαριότητα όπου η χώρα μας υστερεί σημαντικά έναντι του ανταγωνισμού.

Σε επίπεδο μέσων μαζικής μεταφοράς, η Ελλάδα βρίσκεται σε αποδεκτά επίπεδα, λίγο υψηλότερα από τον ανταγωνισμό και ιδιαίτερα ως προς τις τιμές, διότι έχουμε φθηνότερα εισιτήρια.

Πάμε τώρα στα αρνητικά, τα οποία εδώ που τα λέμε δεν χρειαζόταν να μας τα επισημάνουν οι ξένοι, εκτός κι αν εθελοτυφλούμε. Η Ελλάδα υστερεί σημαντικά έναντι των ανταγωνιστριών χωρών σε ζητήματα που σχετίζονται με την καθαριότητα, την άναρχη πολεοδομία και την ευκολία περιήγησης, τις οδικές υποδομές και τη σηματοδότηση στους τουριστικούς προορισμούς.

Κι αν για έναν τομέα πρέπει να νιώθουμε υπερήφανοι, όπως η πολιτιστική μας κληρονομιά, η Ελλάδα βαθμολογείται θετικά στο κλασσικό προϊόν (ιστορικά μνημεία, αξιοθέατα, κλπ.), ωστόσο καταγράφεται η αναγκαιότητα για ανάπτυξη μιας ευρύτερης ποικιλομορφίας (σε επίπεδο προϊόντος, όχι πόρων)- πχ. Βυζαντινός, νεότερος και σύγχρονος ελληνικός πολιτισμός - αλλά και αναβάθμιση της παρουσίασης των πολιτιστικών πόρων με περισσότερο ενδιαφέροντες τρόπους για τον επισκέπτη (story telling), πέρα από τη βασική τεκμηρίωση που προσφέρεται. Αρνητική είναι και η εικόνα για την γενικότερη κατάσταση και καθαριότητα εντός και εκτός των αρχαιολογικών χώρων.

Μειονεκτούμε επίσης, και στην παροχή επαρκούς πληροφόρησης, τόσο μέσω των κέντρων πληροφόρησης (info-centers), όσο και της ποιότητας των διαθέσιμων εφαρμογών κινητής τηλεφωνίας (mobile apps).

Επίσης, χρειάζονται βελτίωση οι περιορισμένες επιλογές και η χαμηλή σχέση ποιότητας-τιμής ως προς το shopping, ειδικά στους city break προορισμούς.

Εξίσου σημαντικό στοιχείο της μελέτης, είναι ότι η Ελλάδα, παρά την υψηλή βαθμολογία ως προς την ικανοποίηση των επισκεπτών και τη σχέση ποιότητας–τιμής, μειονεκτεί έναντι των ανταγωνιστριών χωρών ως προς τη διάθεση των επισκεπτών να επαναλάβουν το ταξίδι τους. Η πρόθεση των τουριστών να επανέλθουν στη χώρα μας, μπορεί να ενισχυθεί με την παροχή περισσότερων συνδυαστικών και καινοτόμων εμπειριών, ισχυροποιώντας τα υπάρχοντα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα που προαναφέρθηκαν.

Τι λέτε, μπορούμε να κάνουμε τη χώρα μας καλύτερη, πρώτα για τους κατοίκους της ή όχι;

Δημοφιλή