Το «Λευκό Ρόδο» του Ούντο Τσίμερμαν στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ

Μια σύγχρονη αντιναζιστική όπερα με πολλές προεκτάσεις και σημασία για το σήμερα
Α. Σιμόπουλος

Ο Γερμανός συνθέτης Ούντο Τσίμερμαν έγραψε την πρώτη εκδοχή της όπερας «Λευκό Ρόδο» το 1967 αλλά την τελική και οριστική της σε διαφορετικό λιμπρέτο το 1986. Θέμα της είναι η αντιναζιστική οργάνωση Λευκό Ρόδο την οποία ίδρυσαν τα αδέλφια Χανς και Ζοφί Σολ που συνελήφθησαν, καταδικάσθηκαν και εκτελέσθηκαν από το χιτλερικό καθεστώς σε ηλικίες είκοσι τεσσάρων και είκοσι ενός ετών αντίστοιχα. Η όπερα εστιάζει ακριβώς και εξελίσσεται στο διάστημα της φυλάκισης τους πριν την εκτέλεση και τελειώνει μετά την τελευταία, με τις συνομιλίες του Χανς και της Ζοφί να συνεχίζονται ενώ έχουν πάψει πια να υπάρχουν ως ανθρώπινες οντότητες.

Την παράσταση του «Λευκό Ρόδο» που θα κάνει πρεμιέρα στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ στο ΚΠΙΣΝ το Σάββατο 3 Νοεμβρίου και θα παίζεται μέχρι τις 18 Νοεμβρίου διευθύνει ο αρχιμουσικός της ΕΛΣ Νίκος Βασιλείου, σκηνοθέτησε ο Θέμελης Γλυνάτσης και τους πρωταγωνιστικούς – και μοναδικούς - ρόλους ερμηνεύουν ο τενόρος Χρήστος Κεχρής και η σοπράνο Αφροδίτη Πατουλίδου ενώ συμμετέχει επίσης ο ηθοποιός Αντώνης Γκρίτσης.

Ο σκηνοθέτης της παράστασης Θέμελης Γλυνάτσης μου μίλησε για το ποια σημασία έχει αυτή η σύγχρονη αντιναζιστική όπερα στην ποικίλα διασπασμένη και φορτισμένη πολιτικά εποχή μας.

Ο σκηνοθέτης Θέμελης Γλυνάτσης
Ο σκηνοθέτης Θέμελης Γλυνάτσης
Credit Α. Σιμόπουλος

Ποιες διαφορές είχε αλλά και ποιες πρόσθετες δυσκολίες παρουσίασε η συγκεκριμένη όπερα σε σχέση με άλλες σύγχρονες που έχετε σκηνοθετήσει;

Ομολογώ πως δεν έχω καταπιαστεί ξανά με όπερα σύγχρονου ρεπερτορίου, αν εξαιρέσουμε το «57» του Γιώργου Κουμεντάκη που όμως δεν εντάσσεται στο ιδίωμα της όπερας. Οι βασικές δυσκολίες του «Λευκού Ρόδου» ήταν η επινόηση του χώρου «δράσης» (λέξη που ακούγεται σχεδόν παράταιρη σε ένα έργο το οποίο σχεδόν αποφεύγει την έννοια της δράσης!) και μιαν «αφήγηση», μια πορεία των χαρακτήρων.

Προφανώς ένα λιμπρέτο που εκκινεί και περιγράφει μιαν αληθινή και μάλιστα συγκλονιστική ανθρώπινη ιστορία σας καθοδήγησε, περισσότερο ίσως και από άλλα, όσον αφορά στην προσέγγιση σας στο έργο. Κατά πόσον όμως και με ποιο τρόπο συνέβη το ίδιο και με την μουσική;

Η αληθινή ιστορία λειτουργεί περισσότερο σαν σημείο εκκίνησης, αναφοράς και ανάμνησης παρά ως κεντρικός πυρήνας του έργου. Η μουσική καταφέρνει να αποδώσει με αξιοζήλευτο τρόπο τόσο την εσωτερικότητα των χαρακτήρων όσο και την ιστορική βία με την οποία έρχονται σε επαφή. Κατά μιαν έννοια η ίδια η μουσική είναι μια αμφιταλάντευση μεταξύ του συγκεκριμένου και του αφηρημένου, της πνευματικότητας και της βιαιοπραγίας.

Ποιο θεωρείτε το κυριότερο, από σκηνοθετικής πλευράς, στοιχείο της μουσικής του έργου; Συνεργαστήκατε καθόλου με τον μαέστρο της παράστασης για το πως θα αντιμετωπίζατε το έργο ή θεωρείτε ότι αυτή η συνεργασία αρχίζει όταν ξεκινούν οι πρόβες;

Με τον Νίκο Βασιλείου συναντηθήκαμε καιρό πριν τις πρόβες και συζητήσαμε τις αισθητικές παραμέτρους του έργου. Συμφωνήσαμε και οι δυο για τη σημασία της θρησκευτικότητας του και της ουσιαστικής λειτουργίας της σιωπής και της παύσης. Αυτά τα ζητήματα επεξεργάστηκαν από αμφοτέρους μας στις πρόβες με σκοπό την ταυτόχρονη αποτύπωσή τους στη μουσική και στη θεατρική πράξη.

Πιστεύετε ότι η ιστορία για το πως έζησαν και πέθαναν τόσο πρόωρα τα δύο αδέλφια είναι μια ακόμα ανθρώπινη η οποία εμπεριέχει και το πολιτικό στοιχείο ή αντίθετα συνιστά ένα αμιγώς πολιτικό γεγονός που φυσικά έχει και την ανθρώπινη διάσταση του; Οπως και αν έχει και ανεξάρτητα του ότι στάθηκε η πηγή έμπνευσης του έργου πιστεύετε ότι είναι μια ιστορία η οποία σηματοδοτείται μόνο μέσα στο πλαίσιο του χωροχρόνου που συνέβη ή αντίθετα είναι διαχρονική και πανανθρώπινη;

Θεωρώ ότι ο συνθέτης ενδιαφέρεται για τη σχέση τόσο του ανθρώπου με την Ιστορία όσο και τη σχέση ενός έργου τέχνης με την Ιστορία. Το «Λευκό Ρόδο» εκκινεί από την αφετηρία του Χανς και της Ζοφί για να μιλήσει ευρύτερα όχι μόνο για την προσωπική εμπειρία των δύο χαρακτήρων αλλά για να τονίσει πως ένα πολιτικό έργο δεν οφείλει να είναι εγκλωβισμένο στις ιστορικές συνθήκες από το οποίο προκύπτει.

Αντίστοιχα με ποιο τρόπο πιστεύετε ότι συνδέεται και πόση σημασία έχει το αμιγώς πολιτικό μήνυμα του έργου με όσα συμβαίνουν σήμερα στον κόσμο, πιο συγκεκριμένα στην Ευρώπη και ειδικότερα φυσικά στην χώρα μας;

Ο Χανς και η Ζοφί ήταν δύο νέοι άνθρωποι που αποφάσισαν μαζί με τους συντρόφους τους να αντιταχθούν στην ηθική φρικαλεότητα του ναζισμού με όποια μέσα είχαν στη διάθεσή τους, αποφάσισαν δηλαδή να αποκοπούν από τη συλλογική ενοχή της Γερμανίας. Όλοι μας οφείλουμε να αναλαμβάνουμε ηθική στάση απέναντι στα πράγματα και να μην υποκύπτουμε, όσο δύσκολο και να είναι αυτό.

Ο Χρήστος Κεχρής και η Αφροδίτη Πατουλίδου μίλησαν με την σειρά τους για το πως αντιμετώπισαν δύο ιστορικά πρόσωπα με ισχυρότατο πολιτικό πρόσημο στις πράξεις τους και για τις ερμηνευτικές αλλά και ψυχολογικές απαιτήσεις των χαρακτήρων που ενσαρκώνουν.

Χ. Κεχρής, Α. Κρίτσης, Α. Πατουλίδου
Χ. Κεχρής, Α. Κρίτσης, Α. Πατουλίδου
Photo Α. Σιμόπουλος

Αντιμετωπίσατε τους χαρακτήρες που ενσαρκώνετε ως ιστορικά πρόσωπα ή δύο πάσχοντες ανθρώπους εντός ενός πλαισίου το οποίο καθορίζεται από έναν συγκεκριμένο χωροχρόνο και ακόμα πιο συγκεκριμένες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες;

ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΕΧΡΗΣ: Στο πρώτο στάδιο της μελέτης μου έδωσα έμφαση στο περιβάλλον των ηρώων, τα ιστορικά γεγονότα, το κλίμα της εποχής και στον χώρο και τον χρόνο όπου έδρασαν. Πολλή σημασία έχουν και οι προκηρύξεις της οργάνωσης που μαρτυρούν τη φιλοσοφία και την ανησυχία των νέων αυτών μπροστά στον κίνδυνο. Νομίζω ότι δεν έχουμε να κάνουμε με πάθη ηρώων με τη μυθιστορηματική ή την ευρύτερη λογοτεχνική έννοια αλλά με δύο παιδιά που αντιδρούν με τον πιο ειλικρινή και αυθόρμητο τρόπο, γεγονός που τελικά καθιστά την ιστορία τους ακόμα πιο συγκινητική.

ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΠΑΤΟΥΛΙΔΟΥ: Αντιμετώπισα την Ζοφί ως ιστορικό πρόσωπο το οποίο με «μόλυνε» σύντομα με τα ιδανικά και τον χαρακτήρα της. Πολλές φορές προσπάθησα να μπω στην θέση της όμως η Ζοφί είναι ένα κορίτσι που δύσκολα θα καταλάβαινε κανείς. Δεν ήθελε να πεθάνει, δεν ήθελε δηλαδή να γίνει «μάρτυρας» όμως δεν μπορούσε να προδώσει το όραμα της για έναν καλύτερο κόσμο. Αυτό το είδος ανθρώπου είναι δύσκολο να συλληφθεί ερμηνευτικά χωρίς να νιώσεις ευθύνη, σεβασμό, χρέος και «λίγη» απέναντι του.

Καθαρά διαισθητικά γιατί φυσικά δεν υπάρχει τρόπος να γνωρίζετε, όπως άλλωστε και οποιοσδήποτε άλλος, τι πιστεύετε ότι έκανε τα αδέλφια να δώσουν στην οργάνωση τους το όνομα Λευκό Ρόδο όταν τα τριαντάφυλλα ανέκαθεν ταυτίζονταν με το κόκκινο και όσα έχουν αυτό το χρώμα θεωρούνται τα καλύτερα μα και πολυτιμότερα;

Χ. Κ.: Λέγεται ότι το όνομα της οργάνωσης αναφέρεται σε ένα απόσπασμα από το «Αδελφοί Καραμάζοφ» του Ντοστογιέφσκι. Το λευκό ως χρώμα σίγουρα ταυτίζεται με την αγνότητα και την καλοσύνη και πιστεύω ότι έχει και μια θρησκευτική διάσταση, όπως άλλωστε και το ίδιο το κίνημα είχε ποτιστεί από θρησκευτικές έννοιες πνευματικότητας, ανθρωπισμού και αλληλεγγύης.

Α. Π.: Στο «Μέγας Ιεροεξεταστής» του Ντοστογιέφσκι ο Χριστός ξανακατεβαίνει στην γη την εποχή της Ιεράς Εξέτασης και ανασταίνει ένα επτάχρονο κοριτσάκι το οποίο ξυπνά μέσα στο λευκό παιδικό του φέρετρο κρατώντας τα λευκά ρόδα το οποίο του εναπόθεσαν οι γονείς του. Αμέσως ο Μέγας Ιεροεξεταστής διατάζει την σύλληψη του Ιησού. Το πλήθος που μέχρι τότε επευφημούσε τον Ιησού υποκλίνεται στον Μέγα Ιεροεξεταστή και σιωπά μπροστά στην άδικη σύλληψη. Ο Αλεξάντερ Σμορέλ, συνιδρυτής του Λευκού Ρόδου μαζί με τον Χανς Σολ, πρότεινε το όνομα εμπνευσμένος από το προαναφερθέν απόσπασμα. Πιθανότατα ο Χανς προσπάθησε να παραπλανήσει τους ανακριτές του με άλλες λογοτεχνικές πηγές ώστε να μην τους οδηγήσει στον Σμορέλ. Το λευκό τριαντάφυλλο συμβολίζει την πνευματικότητα και την νέα αρχή, την μυστικότητα και την αγάπη. Ακόμα τα λευκά τριαντάφυλλα αρμόζουν στις κηδείες και πιστεύω ότι το όνομα και συνάμα τίτλος συμβολίζει μια «νοητή» κηδεία των ακαταμέτρητων θυμάτων του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου.

Προσπαθήσατε να προσεγγίσετε τα δύο αδέλφια ως ανθρώπινες οντότητες ή τον βαθύτερο ψυχικό κόσμο τους αφαιρώντας τα περισσότερα ή και όλα τα υλικά στοιχεία;

X. K.: Περισσότερο στάθηκα σ’ αυτό που συμβαίνει μέσα στο μυαλό του Χανς, ακολουθώντας ελπίζω και την πρόθεση του Τσίμερμαν. Η ιστορία είναι γνωστή αλλά, ακόμα και αν κάποιος δεν την ξέρει, είναι εύκολο να τη μάθει και να την κατανοήσει. Με δεδομένα λοιπόν τα ιστορικά στοιχεία και τις συγκεκριμένες συνθήκες προσπαθώ, με εργαλεία την μουσική σύνθεση και την σκηνοθετική ματιά, να εξετάσω τον ήρωα σχεδόν ψυχαναλυτικά.

Α. Π.: Τα υλικά στοιχεία με βοήθησαν να προσεγγίσω τον ρόλο της Ζοφί, το ημερολόγιο του αγώνα της και της σύλληψης της. Δεν ξεκίνησα από τον βαθύτερο ψυχικό κόσμο της φοβούμενη μην καταλήξω σε συναισθηματισμούς. Ωστόσο δεν νομίζω ότι μπορεί κανείς να παύσει τον διάλογο μεταξύ του υλικού και του ψυχικού στοιχείου. Είναι οδυνηρά πραγματικό αυτό που της συνέβη και επηρέασε την ελεύθερη ψυχή της. Το υλικό στοιχείο παύει μόνο στην τελευταία σκηνή όπου οι χαρακτήρες έχουν ήδη αποχωρήσει από τα σώματά τους.

Α. Σιμόπουλος

Πόσο επίκαιρο αλλά και σημαντικό θεωρείτε ότι είναι το ιδεολογικό και πολιτικό νόημα του έργου σε σχέση με την διεθνή και ειδικότερα την ελληνική κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα του 2018;

X. K.: Δεν ξέρω κατά πόσον η πρόθεση του έργου είναι να λειτουργήσει αμιγώς ως πολιτικό κείμενο. Έχει μια βαθύτερη διαχρονικότητα που ξεπερνάει κατά πολύ αυτό που θα λέγαμε «στρατευμένη τέχνη». Μιλάει για την ατομική ευθύνη, τη συνείδηση, την ηθική του ατόμου, τη δειλία και τη σιωπή ως παθητική στάση ζωής τη στιγμή που γύρω μας μπορεί να συμβαίνουν αίσχη.

Α. Π.: Δυστυχώς δεν θα μπορούσε να είναι πιο επίκαιρο…Όσοι νοσταλγούν αυτές τις εποχές δεν έχουν την παραμικρή συναίσθηση, αυτό λείπει από την διεθνή κοινωνία. Δεν συνειδητοποιούν ότι το καθεστώς που οραματίζονται θα παραβιάσει αργά ή γρήγορα και τα δικά τους δικαιώματα.

Ποιες μουσικές και ιδίως φωνητικές ιδιαιτερότητες, ίσως και δυσκολίες, παρουσιάζει το έργο για τους ερμηνευτές του;

Χ. Κ.: Το έργο αντλεί στοιχεία από ένα μεγάλο φάσμα της γερμανικής παράδοσης, την εκκλησιαστική μουσική, τον Μπαχ και τη φόρμα του ορατορίου, τη λυρική ποίηση και τα lieder της ρομαντικής περιόδου ως τον μοντερνισμό. Η συνύπαρξη αυτή είναι εκρηκτική και ταυτόχρονα πολύ απαιτητική φωνητικά. Πρέπει επίσης να μην είναι φλύαρη και να ρέει ως ενιαίο δομικό υλικό της σύνθεσης.

Α. Π.: Το μουσικό κείμενο είναι εξαιρετικά απαιτητικό, ειδικά ο ρόλος της σοπράνο ακροβατεί μεταξύ ουρλιαχτών και μεγάλων λυρικών γραμμών. Ο Τσίμερμαν απαιτεί μιαν υψίφωνο με καλή γερμανική πρόζα, αντοχή, δυνατότητα πολλών μουσικών χρωμάτων και καλό χειρισμό του «passaggio». Όταν οι φωνητικοί μύες μάθουν την «χορογραφία» του έργου τότε είναι σίγουρα απολαυστικό για την ερμηνεύτρια.

Τέλος και ανεξάρτητα από την παράσταση, πιστεύετε ότι αυτό που έχετε σπουδάσει και κατέχετε, η όπερα, είναι ένα ιδίωμα που μπορεί και πρέπει να συνεχίσει να εξελίσσεται και να αναπτύσσεται ή νομοτελειακά είναι εντοπισμένο και ανήκει στην εποχή η οποία το γέννησε και στην διάρκεια της άκμασε και έφτασε στην κορύφωση του;

Χ. Κ.: Ιδιαίτερα σε ό,τι έχει να κάνει με τις τέχνες και τον πολιτισμό η έννοια της εξέλιξης μόνο θετικό πρόσημο μπορεί να έχει. Διαφορετικά θα ήταν σαν να υποστηρίζαμε ότι η επιστήμη ή η φιλοσοφία ανήκουν αποκλειστικά στην εποχή κατά την οποία κορυφώθηκαν ή ότι η λογοτεχνία δεν έχει περιθώρια εξέλιξης. Ξεκάθαρα λοιπόν πιστεύω ότι η όπερα πρέπει να εξελίσσεται και δεν μπορεί παρά να γίνεται μόνον έτσι, να ζυμώνεται δηλαδή συνέχεια στην εποχή που κάθε φορά γεννιέται, να εκφράζει και να θέτει τα ερωτήματα που αφορούν τον καιρό της. Κατά τη γνώμη μου οποιοδήποτε μουσικό ιδίωμα αντιμετωπιστεί ως μουσειακό έκθεμα χάνει ένα τεράστιο κομμάτι της αξίας του.

Α. Π.: Η ερώτηση απαντάται από την εποχή μας, όπερες γράφονται συνέχεια και το ιδίωμα θα συνεχίσει να εξελίσσεται, ανεξάρτητα από τι πιστεύω εγώ ή εσείς. Η όπερα είναι η συνέργεια των παραστατικών τεχνών. Operare σημαίνει κάνω έργο και όσο υπάρχουν σύγχρονα, ευαίσθητα και αφυπνισμένα μυαλά θα υπάρχει και σύγχρονη όπερα.

Αν στο πλαίσιο της δημιουργούνται τόσο πολυσήμαντα και ουσιώδη έργα όπως το «Λευκό Ρόδο» πολύ καλά θα κάνει να συνεχίσει να υπάρχει...

Δημοφιλή