O πρόεδρος Τραμπ είναι ένα τόσο σπάνιο «πολιτικό ζώο» που πολλοί ανατρέχουν στα βάθη της αμερικανικής ιστορίας για βρουν συγκρίσιμες προεδρίες.
Drew Angerer via Getty Images

Παρόλο που τα έργα και ημέρες του Προέδρου Τραμπ προμήνυαν μια δραματική κορύφωση στο αφήγημα της προεδρίας του, τα ανεπανάληπτα γεγονότα των τελευταίων ημερών δεν παύουν να συγκλονίζουν και να προκαλούν βαθιά θλίψη και ανησυχία για το μέλλον της Αμερικής και του αμερικανικού πολιτικού συστήματος. Με τη δεύτερη κατά σειρά παραπομπή του σε δίκη από την Βουλή των Αντιπροσώπων έχει πλέον εξασφαλίσει περίοπτη θέση στα κατάστιχα της προεδρικής ιστορίας.

Αυτή ήταν μόλις η τέταρτη φορά στην ιστορία που τελεσφόρησε η κοινοβουλευτική αυτή διαδικασία παραπομπής εν ενεργεία προέδρου σε δίκη καθαίρεσης (impeachment) από τη Βουλή των Αντιπροσώπων: του Τζόνσον το 1868, του Κλίντον το 1999 και πιο πρόσφατα του Τραμπ το 2019 (o Νίξον παραιτήθηκε τον Αύγουστο του 1974 πριν ολοκληρωθεί η διαδικασία). Και μάλιστα, αυτή τη φορά συντάχθηκαν με το πλειοψηφικό κόμμα των Δημοκρατικών και δέκα αντιπρόσωποι από τους μειοψηφούντες Ρεπουμπλικάνους — μεταξύ των οποίων και η Λιζ Τσένεϋ, κόρη του πρώην Αντιπροέδρου και τρίτη στην κομματική ιεραρχία του σώματος —, περισσότεροι από κάθε άλλη φορά. Από την άλλη, βέβαια, ποτέ στην ιστορία δεν έχει καθαιρεθεί πρόεδρος από τη Γερουσία, καθώς μια καταδικαστική απόφαση προϋποθέτει τη στήριξη τουλάχιστον 67 γερουσιαστών από τους 100. Σε κάθε περίπτωση όμως ο Τραμπ πρόκειται να λάβει τις περισσότερες καταδικαστικές ψήφους από κάθε άλλη φορά (ακόμα κι αν έχει λήξει η θητεία του) και πολλά θα εξαρτηθούν από τη στάση του Μιτς ΜακΚόνελ, ηγέτη των Ρεπουμπλικάνων στη Γερουσία.

Η απόφαση της ηγεσίας των Δημοκρατικών να ξεκινήσουν αυτή τη διαδικασία μόλις μια βδομάδα πριν την επίσημη ορκομωσία του εκλεγμένου προέδρου Μπάιντεν — καθώς και η συστράτευση μιας αυξανόμενης μειοψηφίας Ρεπουμπλικάνων — οφείλονται κυρίως στη σοβαρότητα της κατηγορίας που βαρύνει τον ένα ενέργεια πρόεδρο: υποκίνηση σε εξέγερση. Χρόνια ακραιφνούς ρητορικής μίσους, μισαλλόδοξων πολιτικών και υπονόμευσης κεκτημένων δικαιωμάτων και δημοκρατικών αξιών κατέληξαν στην κατάληψη του ναού της αμερικανικής δημοκρατίας από έναν αγριεμένο όχλο, ωθούμενο από το αίολο αφήγημα της εκλογικής απάτης.

Πώς όμως αντιμετωπίζει κανείς την πολιτική παρακαταθήκη αλλά και τις πολιτικές φιλοδοξίες ενός ακραιφνούς λαϊκιστή με επίπλαστο σεβασμό για το κράτος δικαίου, την αλήθεια και το σύνταγμα; Από τη μία, θα μπορούσαν οι πολιτικοί του αντίπαλοι να τον αφήσουν να κριθεί από το λαό και την ιστορία εξασφαλίζοντας έτσι μια ομαλή μετάβαση εξουσίας και μια πιθανή εξομάλυνση του πολιτικού κλίματος. Από την άλλη, η παραπομπή σε δίκη και η καθαίρεσης ενός εν ενεργεία προέδρου έχει σαν σκοπό, πρώτον, την αποπομπή ενός αποδεδειγμένα επικίνδυνου, αμετανόητου κι ενδεχομένως ψυχολογικά ασταθούς ανθρώπου από τη θέση εξουσίας κι ευθύνης που κατέχει και, δεύτερον, τον παραδειγματισμό επίδοξων σφετεριστών της εξουσίας κι εχθρών της δημοκρατίας.

Πάντως, είτε μέσω της νομοθετικής οδού (με πλειοψηφική απόφαση) είτε της δικαστικής οδού (με τη δίωξη ποινικών αδικημάτων), ενδέχεται ο Τραμπ να απωλέσει το δικαίωμα του πολιτεύεσθαι και του εκλέγεσθαι. Τα ζητούμενα αυτή τη στιγμή είναι τι είδους επιρροή θα συνεχίσει να ασκεί στους ψηφοφόρους του και στο κόμμα συνολικά και αν πρόκειται να τον διαδεχθεί ένα μέλος της οικογένειάς του. Είναι εμφανές ότι το ρεπουμπλικανικό κόμμα είναι βαθιά διχασμένο και η σκιά του απερχόμενου προέδρου θα συνεχίσει να πέφτει βαριά πάνω του, κάτι που πιθανόν να οδηγήσει σε μια ευρύτερη αναδιάρθρωση του αμερικανικού κομματικού συστήματος.

Αποκύημα της εποχής του ή απλά ένας λαοφιλής δημαγωγός, ο πρόεδρος Τραμπ είναι ένα τόσο σπάνιο «πολιτικό ζώο» που πολλοί ανατρέχουν στα βάθη της αμερικανικής ιστορίας για βρουν συγκρίσιμες προεδρίες. Ο Νάιαλ Φέργκουσον, για παράδειγμα, έχει παρομοιάσει τις εκλογές του 2016 με αυτές του 1896 μεταξύ του μετριοπαθούς ΜακΚίνλεϋ και του νεοεμφανιζόμενου λαϊκιστή Μπράιαν. Πιο πρόσφατα, κάποιοι άρχισαν να βρίσκουν παραλληλισμούς μεταξύ των εκλογών του 2020 και των εκλογών του 1876, όπου το αποτέλεσμα ήταν αμφιλεγόμενο και ο νικητής ανακηρύχθηκε μετεκλογικά κατόπιν διαβουλεύσεων μεταξύ των δύο κομμάτων. Δυστυχώς, συνειδητοποιεί κανείς ότι ο επόμενος αριθμός σε αυτήν την αντίστροφη ακολουθία παραπέμπει σε εποχές βαθιού διχασμού κι εμφυλίου πολέμου.

Νικήτας Κωνσταντινίδης (Επίκουρος Καθηγητής, Σχολή Διεθνών και Δημοσίων Σπουδών, Πανεπιστήμιο IΕ της Μαδρίτης) [Nikitas.Konstantinidis@ie.edu]

Δημοφιλή