Για την χαμένη τιμή της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης

Σκέψεις και προτάσεις
Pornpak Khunatorn via Getty Images

Κάθε φορά που δημοσιοποιούνται τα αποτελέσματα του διαγωνισμού PISA, ειδικοί και μη, αναλαμβάνουν τη δημοσίευση κειμένων στα ηλεκτρονικά και έντυπα μέσα επικοινωνίας με σκοπό να αιτιολογήσουν ή και να αποδώσουν ευθύνες για τις κάτω του μέσου όρου επιδόσεις των μαθητών μας σε αυτό τον διαγωνισμό. Ως συνήθως η αντιληπτική εικόνα των επιχειρημάτων τους εστιάζεται στο δέντρο (διαγωνισμός PISA) και αγνοούνται οι αδυναμίες και αναντιστοιχίες που χαρακτηρίζουν το σύστημα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης..

Η έννοια της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης επαναφέρεται στο προσκήνιο κάθε φόρα που εισάγεται στην Βουλή της Ελληνικής Δημοκρατίας νομοσχέδιο για την δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ένας έμπειρος κοινωνικός επιστήμονας θα μπορούσε να επισημάνει στις εισηγητικές εκθέσεις των συγκεκριμένων νομοσχεδίων την συνεχή επανάληψη εννοιών όπως καινοτομίες, αποτελεσματικότητα, τομές, αξιολόγηση, στόχοι, μεταρρύθμιση. Εάν όμως μελετήσει προσεκτικά τις εισηγητικές εκθέσεις, τους νόμους που ψηφίζονται και τα προεδρικά διατάγματα που ακολουθούν θα διαπιστώσει την αναντιστοιχία μεταξύ των εννοιών και του περιεχομένου που αποδίδεται σε αυτές. Για παράδειγμα βαφτίζεται ως εκπαιδευτική μεταρρύθμιση η εισαγωγή νέων Αναλυτικών Προγραμμάτων Σπουδών (Α.Π.Σ) τα οποία βασίζονται στο γνωστικό αντικείμενο ενώ είναι γνωστό πλέον ότι τα σύγχρονα προγράμματα σπουδών βασίζονται στις θεματικές ενότητες.

Συχνά οι στόχοι των Α.Π.Σ είναι γενικοί, συγχέονται με τα προσδοκόμενα αποτελέσματα και βρίσκονται σε αναντιστοιχία με το χρόνο που διαθέτει κάθε εκπαιδευτικός για την επίτευξή τους. Επιπρόσθετα ο εκπαιδευτικός παροτρύνεται να εφαρμόσει σύγχρονες διδακτικές μεθόδους (π.χ μέθοδος project, ομαδοσυνεργατική προσέγγιση, διερευνητική προσέγγιση κ.λ.π) χωρίς να ληφθεί υπόψη ο διδακτικός χρόνος που απαιτείται για την εφαρμογή τους. Ο μέσος διδακτικός χρόνος είναι 45 λεπτά στο ελληνικό λύκειο και 75 λεπτά στο αντίστοιχο φινλανδικό λύκειο. Με λίγα λόγια ο Έλληνας εκπαιδευτικός σε 45 λεπτά θα πρέπει να διαχειρισθεί την τάξη να εφαρμόσει brainstorming να χρησιμοποιήσει συνεργατικά εργαλεία με τους μαθητές του -στην καλύτερη περίπτωση για να γίνει αυτό θα πρέπει να έχει κλείσει από καιρό την αίθουσα πληροφορικής- με σκοπό να χρησιμοποιήσει την μέθοδο project.

Στα σύγχρονα εκπαιδευτικά συστήματα η αναδιαμόρφωση των Α.Π.Σ, η εφαρμογή καινοτόμων διδακτικών και παιδαγωγικών προσεγγίσεων συνοδεύεται από αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις στο σχεδιασμό των σχολικών υποδομών. Η Ελληνική Δημοκρατία έχει να επιδείξει αξιόλογες αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις που εξωτερίκευαν το όραμα της για την εκπαίδευση των παιδιών της. Πρόκειται για την αρχιτεκτονική κουλτούρα σχεδιασμού σχολικών κτιρίων (Βλ. Πικιώνης κ.λ.π) της δεκαετίας 1950 και 1960 η οποία αγνοήθηκε στις δεκαετίες που ακολούθησαν. Αλήθεια είναι εφικτό να εφαρμόσεις ομαδοσυνεργατική προσέγγιση διδασκαλίας σε τάξεις με μετωπική διάταξη θρανίων; Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να επισημανθεί η οικονομική διάσταση ων αρχιτεκτονικών παρεμβάσεων οι οποίες επιδρούν πολλαπλασιαστικά (μέσω του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων) στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν της Ελλάδας.

Είναι κοινός τόπος και όχι συγκυριακό φαινόμενο οι χαμηλές επιδόσεις (κάτω του μέσου όρου του Προγράμματος PISA) των μαθητών της Ελληνικής Δημοκρατίας στον γλωσσικό, μαθηματικό και στον εγγραμματισμό των φυσικών επιστημών. (Δεν γίνεται συζήτηση για τον οικονομικό και ψηφιακό εγγραμματισμό διότι ο ψηφιακός εγγραμματισμός βρίσκεται στο στάδιο του προβληματισμού ( θα είναι εγκάρσια η εφαρμογή του ή ως γνωστικό αντικείμενο). Την ίδια στιγμή ο οικονομικός εγγραμματισμός αποτελεί άγνωστη έννοια. Ως αντίδοτο σε αυτήν την δυσάρεστη κατάσταση προβάλλεται η ανάγκη αύξησης των διδακτικών ωρών σε συγκεκριμένα γνωστικά αντικείμενα -Φυσικές Επιστήμες Μαθηματικά και Γλώσσα-. Όμως η ανάσυρση τέτοιων προτάσεων έρχεται να συγκαλύψει την εγγενείς αδυναμίες των αντίστοιχων σχολών να προσαρμόσουν τμήμα του περιεχομένου των προγραμμάτων σπουδών τους στις ανάγκες του σύγχρονου εκπαιδευτικού επαγγέλματος.

Το εκπαιδευτικό επάγγελμα δεν είναι μόνο γνωστικό αντικείμενο αλλά και παιδαγωγική και διδακτική επάρκεια και κατάρτιση. Είναι κοινός τόπος ότι έχουμε μαθητές που μπορούν να λύνουν δευτεροβάθμιες εξισώσεις αλλά δεν γνωρίζουν τι είναι Φ.Π.Α και ποια η σχέση με τα ποσοστά. Η θεοποίηση του γνωστικού αντικείμενου έχει ως αποτέλεσμα την δημιουργία στερεοτύπων που εμποδίζουν ένα τμήμα των εκπαιδευτικών να ενσωματώσουν στην μαθησιακή διαδικασία διεπιστημονικές προσεγγίσεις καλλιεργώντας στους μαθητές σύνθετες δεξιότητες, όπως η λήψη αποφάσεων και η κριτική σκέψη. Αγνοείται το παράδειγμα πολλών πανεπιστημιακών ιδρυμάτων -σε αυτή την περίπτωση δεν πρωτοτυπεί η Φινλανδία- τα οποία καταρτίζουν διακριτά προγράμματα σπουδών για όσους επιλέγουν να εργασθούν στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Επίσης δεν αναφέρεται σε καμία εγχώρια ανάλυση η απόδοση δύο ειδικοτήτων στους αποφοίτους αυτών των τμημάτων προκείμενου να είναι σε θέση να ανταποκριθούν στις σύγχρονες απαιτήσεις του επαγγέλματός τους.

Πολλοί αρθρογραφούν για το φινλανδικό εκπαιδευτικό θαύμα ή για το εκπαιδευτικό θαύμα της Εσθονίας παραλείποντας να αναφέρουν ότι η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση διήρκησε περίπου δέκα χρόνια και είχε συγκεκριμένους μακροχρόνιους επιτελικούς σκοπούς και συγκεκριμένους βραχυχρόνιους λειτουργικούς στόχους.

Τελευταία μα εξίσου σημαντική μεταβλητή του συστήματος της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης η επιλογή και αξιολόγηση των στελεχών της εκπαίδευσης και των εκπαιδευτικών. Άφθονος χρόνος έχει καταναλωθεί (και όχι αξιοποιηθεί) για την συγγραφή άρθρων που ασκούν κριτική στην απουσία αξιολογήση των εκπαιδευτικών. Διάφορες προτάσεις έχουν παρουσιασθεί όμως το ερώτημα που αποφεύγεται να διατυπωθεί είναι: Ποιος θα αξιολογήσει; Υπάρχει αξιολόγηση για τα στελέχη της εκπαίδευσης;

Η απάντηση του ερωτήματος συνδέεται με την διαδικασία επιλογής (και όχι αξιολόγησης) των στελεχών της εκπαίδευσης. Θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι δεν αξιολογούνται τα στελέχη της εκπαίδευσης άλλα επιλέγονται. Αλλωστε η έλλειψη προκαθορισμένων στόχων και ελεγκτικών διαδικασιών για την επίτευξη των στόχων δεν επιτρέπει την αξιολόγηση των στελεχών εκπαίδευσης αλλά μόνον την επιλογή τους.

Είναι ηλίου φαεινότερο (sic) ότι τα κριτήρια επιλογής στην διαδικασία επιλογής προσαρμόζονται στο εκάστοτε συσχετισμό δυνάμεων και στις σχέσεις πελατειακού χαρακτήρα των ενδιαφερόμενων ομάδων. Ακόμη και την ποιότητα των τυπικών προσόντων ο ευφάνταστος νους του νεοέλληνα έχει κατορθώσει να αλλοιώσει. Συγκεκριμένα κυκλοφορούν στην αγορά μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών στην διοίκηση των εκπαιδευτικών μονάδων με 60 ή 90 πιστωτικές μονάδες όταν ένα αξιόπιστο μεταπτυχιακό πρόγραμμα στην διοίκηση της εκπαίδευσης απαιτεί 120 ECTS).

Συμπερασματικά η επανασχεδιασμός των Α.Π.Σ, ο κτιριακός επανασχεδιασμός των σχολικών μονάδων και η λειτουργική σύνδεση των Α.Π.Σ, των κτιριακών υποδομών, των σύγχρονων παιδαγωγικών και διδακτικών προσεγγίσεων (πόσοι άραγε γνωρίζουν ότι η διαμορφωτική αξιολογήση είναι μέρος της τελικής αξιολόγησης στα εκπαιδευτικά συστήματα που επιτυγχάνουν επιδόσεις πάνω από τον μέσο όρο σε προγράμματα όπως αυτό της PISA;), η τροποποίηση των Προγραμμάτων των πανεπιστημιακών τμημάτων με γνώμονα τις ανάγκες του σύγχρονου εκπαιδευτικού επαγγέλματος και ο σχεδιασμός της επιλογής και αξιολόγησης των στελεχών και εκπαιδευτικών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης θα μπορούσαν να αποτελέσουν την αφετηρία για την αποκατάσταση της χαμένης τιμής του συστήματος της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Το χρωστάμε στους σημερινούς και μελλοντικούς πολίτες της Ελληνικής Δημοκρατίας.

Δημοφιλή