Γιατί (πληρώνουμε για να) πληγώνουμε τα ελληνικά παραδοσιακά καΐκια;

Δύο εικαστικές εκθέσεις στην Δημοτική Πινακοθήκη του Πειραιά γίνονται αφορμή για ρεπορτάζ σε ένα κομμάτι της ελληνικής ναυτοσύνης που χάνεται ανεπιστρεπτί.
Stefano Benazzo

«Τα καΐκια που πληγώναμε» είναι μια εικαστική έκθεση που διοργανώνει η Δημοτική Πινακοθήκη Πειραιά σε συνεργασία με το Δίκτυο καλλιτεχνών «Ορίζοντας Γεγονότων». Ο τίτλος της έκθεσης έκανε καλά τη δουλειά του- «πληγώνουμε τα καΐκια στην Ελλάδα;» αναρωτήθηκα αντανακλαστικά. Πως το κάνουμε αυτό; Και γιατί;

Επικοινώνησα με τον Σύνδεσμο Παραδοσιακών Σκαφών και μίλησα με την αντιπρόεδρο, κυρία Αννίκα Μπαρμπαρίγου. Συμπυκνώνοντας την πρώτη αυτή τηλέφωνική μας επικοινωνία, σημειώνω επιγραμματικά: από το 1991 στην Ελλάδα καταστρέφονται συστηματικά, μαζικά, τα καΐκια και τα παραδοσιακά ξύλινα σκάφη, βάσει ντιρεκτίβας της Ε.Ε.. Η καταστροφή τους, το «κόψιμό» τους όπως λέγεται, επιδοτείται με ποσά σημαντικά μεγαλύτερα της αξίας τους στην αγορά. Ο Σύνδεσμος Παραδοσιακών Σκαφών υπολογίζει ότι αυτά τα τελευταία χρόνια, περίπου 12.500 τέτοια ξύλινα σκαριά έχουν «κοπεί».

Κλείνω το τηλέφωνο και μου έρχεται στο νου το «ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΣ», το καϊκι του παππού μου, το τελευταίο εμπορικό καΐκι της Ικαρίας. Μόνο σε φωτογραφίες το έχω δει. Όμως, με το ξύλινο βαρκάκι που το συνόδευε πάντα για να διασώσει το πλήρωμα σε μεγάλη ανάγκη- την «υπηρέτριά» του όπως λένε οι ναυτικοί αυτές τις βαρκούλες- έχω κάνει αρκετά αξέχαστα ψαρέματα, πριν σπάσει κι αυτό σε μια φυσική καταστροφή. Το κλάψαμε σχεδόν. Το καΐκι είχε φύγει από την οικογένεια πολλά χρόνια πριν- το ’73 ο παππούς το πούλησε, «σε καλά χέρια πήγε», έλεγε. Μικρό καραβόσκαρο, 13 μ., 20 τόνοι φορτίο, ναυπηγημένο το ’47 στη Σάμο, για δυο χρόνια αρμένιζε μόνο με το πανί, ιστιοφόρο. Μετά μπήκε η μηχανή, έκανε (μετά)μόσχευση «καρδιάς».

Είκοσι πέντε χρόνια μετέφερε εμπορεύματα από και προς την Ικαριά, απ’ τα άλλα νησιά και την Αττική. Ταξίδευε με τα αστέρια και την πυξίδα- ο πατέρας μου ξέρει ακόμα κάθε βραχονησίδα του Αιγαίου. Αυτό το ίδιο πέλαγος που οι περισσότεροι Έλληνες διασχίζουμε «τυφλά», σαν ξένοι επισκέπτες του καλοκαιριού συνήθως, αυτοί το ήξεραν σαν την παλάμη τους, σαν την αυλή τους. Και πόσες ιστορίες κουβαλάνε για φουρτούνες που καπακώναν το καϊκάκι μεσοπέλαγα, για προσευχές μπλεγμένες με βρισίδια μέχρι να δέσουνε σ’ έναν απάνεμο ορμίσκο. Κάποτε νομίζαμε ότι είχε γίνει ναυτικό μουσείο το καΐκι- πριν δυο χρόνια μάθαμε ότι βυθίστηκε εγκαταλειμμένο στο λιμανάκι ενός ακριτικού νησιού.

Δεν το «έκοψαν» τουλάχιστον. Αναφέρω την περίπτωσή του, όχι με διάθεση επιμνημόσυνης δέησης, αλλά σαν απτή υπόμνηση της ναυτικής παράδοσης και μνήμης που ενυπάρχει στην ελληνική κοινωνία, διαχρονικά, διαστρωματικά ριζωμένη. Ο παππούς, απόφοιτος δημοτικού, με αυτό το πλεούμενο μεγάλωσε και σπούδασε έξι παιδιά- τέτοια είναι η συμβολή των παραδοσιακών ξύλινων σκαφών της Ελλάδας στην οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη της χώρας.

«Δεν ξέρουμε πόσα έχουν απομείνει», μου λέει η κυρία Μπαρμπαρίγου λίγο πριν τα εγκαίνια της έκθεσης στο περικαλλές κτήριο της Δημοτικής Πινακοθήκης του Πειραιά. «Δεν είναι ποσοτικό το ζήτημα άλλωστε, καθένα από αυτά τα σκάφη είναι μοναδικό γιατί είναι χειροποίητα σαν έργα τέχνης, φτιαγμένα από καλλιτέχνες καραβομαραγκούς, που σιγά σιγά κι αυτοί εξαφανίζονται. Και τα σχέδια ενός σκάφους να έχεις, δεν μπορείς να το αναπαράγεις ακριβώς», συνεχίζει η ίδια.

«Άπνοια»
«Άπνοια»
Χουρχούλης Γιώργος

Ποια είναι η επίμαχη οδηγία της Ε.Ε.;

Αρχικά η Ε.Ε. για να περιοριστεί, υποτίθεται, η παράκτια αλιεία, πριμοδότησε την καταστροφή των σκαφών, ή την αλλαγή χρήσης τους, δηλαδή την μετατροπή τους από αλιευτικά σε σκάφη αναψυχής ή επαγγελματικά τουριστικά. Το 2014 όμως η οδηγία άλλαξε.

Και αναφέρεται ρητά μόνο σε καταστροφή;

Αναφέρει ότι αν θες να μην καταστρέψεις το σκάφος, μπορείς να του αλλάξεις χρήση, αλλά θα λάβεις μόνο το 20% της επιδότησης. Γιατί ένας ψαράς να δεχτεί το 20%; Θα πάρει το 100%, θα δει το σκάφος του να γίνεται κομματάκια, θα κλάψει, ίσως, αλλά μετά θα γυρίσει την πλάτη. Θα αγοράσει με λιγότερα χρήματα ένα πλαστικό σκάφος και θα συνεχίσει να ψαρεύει.

«Αυτό συμβαίνει γιατί σε αυτή την ”απόσυρση”, οι ψαράδες παραδίδουν την άδεια του σκάφους, όχι την προσωπική τους άδεια αλιείας. Οι ιθύνοντες κάνουν μια τρύπα στο νερό λοιπόν. Δε σώζεται το οικοσύστημα καταστρέφοντας τα ξύλινα σκάφη. Δίνεται μόνο φοβερό κίνητρο στους ψαράδες να κάνουνε μια νοσηρή πράξη, αντί να κοπιάσουνε και να αλλάξουν τη χρήση του σκάφους. Και αν ο ψαράς δεν έχει την επιθυμία να ασχοληθεί τουριστικά με αυτό, ας πωλείται (μετά την αλλαγή χρήσης) σε ανθρώπους που θέλουν να αγοράσουν ένα παραδοσιακό σκάφος, να το συντηρήσουν και να το δουλέψουν τουριστικά. Ή απλώς να το ταξιδεύουν ιδιωτικά, ως σκάφος αναψυχής».

Υπάρχει αγορά για αυτά τα σκάφη στην Ελλάδα;

Βεβαίως. Υπάρχει μεγάλη ζήτηση για παραδοσιακά τουριστικά σκάφη στα νησιά. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι ευαισθητοποιούνται όσον αφορά τη ναυτική μας παράδοση και προτιμούν ένα παλιό καϊκι. Η ελληνική θάλασσα είναι μια κούκλα όταν βλέπεις τα καϊκάκια, τα πλαστικά την ασχημαίνουν. Το καΐκι απαιτεί λιγότερα καύσιμα και η αγορά του κοστίζει πολύ φτηνότερα- δε χρειάζεται να πληρώσεις 80 ή 100 χιλιάδες ευρώ, μπορείς να το αγοράσεις και να το συντηρήσεις με πολύ λιγότερα χρήματα.

Πως εξηγείται λοιπόν αυτή η επιδότηση της καταστροφής τους;

Κάτι παίζεται. Κάποιοι άνθρωποι βγάζουν λεφτά από αυτή την υπόθεση. Το σπάσιμο ενός σκάφους δεν πληγώνει μόνο την αισθητική, ή την ψυχή- πληγώνει τον νου, τη λογική. Είναι βαθιά ανήθικο να διακινούνται τέτοια ποσά για καταστροφή. Το 2018 θα πληρωθούν 64 εκατομμύρια ευρώ για να σπάσουν 763 σκάφη- με τόσα χρήματα μπορείς να βοηθήσεις τους ψαράδες να αλλάξουν τη χρήση και να ζήσουν από το ίδιο σκάφος με άλλο τρόπο, μυώντας τους τουρίστες στην ομορφιά της ελληνικής θάλασσας.

«Κι αν ποτέ δεις το σπάσιμο ενός σκάφους... Είναι βάρβαρο θέαμα, μια πράξη λύσσας. Ας αποσύρουν τα σκάφη στην στεριά, έστω. Ας πεθάνει ήσυχο, μόνο του το καΐκι. Ας γίνει ένα ωραίο ναυάγιο, ένα ωραίο ερείπιο, όπως οι άνθρωποι όταν γερνούν αξιοπρεπώς και όμορφα. Μην το σκοτώνεις. Είναι δυνατόν μια χώρα σαν την Ελλάδα να το κάνει αυτό;».

Τι προσπαθείτε;

Παλεύουμε να αλλάξουμε την οδηγία της Ε.Ε.- να επιδοτείται 100% η αλλαγή χρήσης του σκάφους αλλά όχι η καταστροφή του. Να περιορίσουμε τα αλιευτικά σκάφη, χωρίς να αφανίσουμε για πάντα τα παραδοσιακά ελληνικά καΐκια.

«Δεν τελειώσαμε»
«Δεν τελειώσαμε»
Νασιοπούλου Ντιάνα

Μιλάμε και γύρω μας τραβούν τα βλέμματα οι εξαιρετικές φωτογραφίες του Stefano Benazzo. Με τίτλο της “The Duty of Memory” (Το Καθήκον της Μνήμης), την υποστήριξη του Δήμου Πειραιά και του Συνδέσμου Παραδοσιακών Σκαφών και υπό την αιγίδα της ιταλικής πρεσβείας και του Υπουργείου Πολιτισμού, η δεύτερη αυτή, παράλληλη έκθεση στον ίδιο χώρο, αποτελείται από μια σειρά φωτογραφιών ναυαγίων στα ρηχά των θαλασσών και τις ακτές 4 ηπείρων. «Εργάστηκα 39 χρόνια στο ιταλικό διπλωματικό σώμα- 8 χρόνια στη Μόσχα και άλλα τόσα στην Ουάσιγκτον, διετέλεσα πρέσβης της Ιταλίας στη Βουλγαρία και τη Λευκορωσία. Στα 62 μου χρόνια ξεκίνησα μια δεύτερη ζωή ως φωτογράφος ναυαγίων, όχι εντελώς βυθισμένων όμως. Δεν είμαι δύτης», μου λεει γελώντας. «Και θέλω στις φωτογραφίες μου να απεικονίζεται το γύρω τοπίο της στεριάς, η θάλασσα αλλά και ο κόσμος όπου έζησαν τόσα χρόνια αυτά τα σκαριά, όχι ο βυθός».

Ο Stefano Benazzo τα τελευταία 5 χρόνια φωτογράφησε πάνω από 200 τέτοια ναυαγισμένα ή εγκαταλειμμένα πλοία όλων των ειδών, από μικρές ψαρόβαρκες μέχρι μεγάλα βαπόρια, σε δεκάδες χώρες- Περού, Χιλή, Αργεντινή, ΗΠΑ, Καραϊβική, Μαυριτανία, Ναμίμπια, Ισλανδία, Γαλλία είναι μερικές από όσες απαρίθμησε. «Τον Ιούλιο του 2018 φωτογράφησα ελληνικά καΐκια και αντιλήφθηκα την τραγωδία της καταστροφής τους. Τρομοκρατήθηκα», μου λέει. «Χάνεται μια παράδοση αιώνων για μερικές χιλιάδες ευρώ... Στην Ιταλία δε συμβαίνει αυτή η μαζική καταστροφή. Ούτε και σε άλλα μέρη της Ευρώπης- μπορεί να εγκαταλείπουν τα παλιά τους σκάφη αλλά δεν τα καταστρέφουν».

Stefano Benazzo

«Ποιο είναι το κίνητρό σας για αυτές τις φωτογραφίες;», τον ρωτάω.

Πρώτα απ’ όλα το «καθήκον της μνήμης»: προς τους ναυτικούς, τους ψαράδες, τους ναυπηγούς, τους εργάτες και τους δύτες, όλους όσους εργάστηκαν και έζησαν σε αυτά τα πλεούμενα. Μοιάζουν νεκρά σε μερικούς- εγώ νομίζω ότι έκαναν για πολλά χρόνια καλά τη δουλειά τους και ακόμη ζουν, δεν είναι απλά ξύλα. Κουβαλάνε ιστορίες και μνήμες, συχνά ολόκληρων οικογενειών ή και γενιών μέσα στο πέρασμα του χρόνου- ανθρώπων που δούλεψαν σκληρά σε δύσκολες συνθήκες, δεν έκαναν κρουαζιέρα.

«Υπάρχουν μνημεία σε ναυάρχους αλλά όχι στον ανώνυμο ψαρά, στον ανώνυμο ναυτικό ή ναυπηγό», συνεχίζει ο ίδιος. «Φεύγουν από τη ζωή χωρίς να αφήσουν ίχνη, εκτός από αυτά τα σκαριά. Το συναίσθημα που αρχικά μου δημιουργούσαν, πλέον, έχει γίνει πάθος. Η κάμερα είναι απλώς το εργαλείο που χρησιμοποιώ- μέσα από την καρδιά μου και με αυτές τις φωτογραφίες προσπαθώ να δημιουργήσω έναν σύνδεσμο μεταξύ αυτών των παλιών ανθρώπων και των σημερινών».

Παρατηρούμε μαζί την εικόνα ενός κομμένου καϊκιού. «Είναι κομμένο στα δύο, βλέπεις; Η τομή στο σκαρί, σε εμένα μοιάζει πληγή- σαν στο κορμί ενός ανθρώπου που τον ακρωτηρίασαν, τον πετσόκοψαν, αλλά ακόμα ζει».

Κομμένο ξύλινο σκαρί στη Χίο το καλοκαίρι του 2018
Κομμένο ξύλινο σκαρί στη Χίο το καλοκαίρι του 2018
Stefano Benazzo

«Έχεις ακούσει το ξύλο πως τρίζει όταν σπάει; Ανατριχιαστική σκηνή, είναι σα να ουρλιάζει το ίδιο το σκάφος, ειδικά όταν είναι νέο», μου λέει στο καρνάγιο του στη Σαλαμίνα ο Γιάννης Πράσινος, ένας από τους νεότερους και ελάχιστους εναπομείναντες καραβομαραγκούς στην Ελλάδα. Ο ίδιος είναι τρίτη γενιά στο επάγγελμα, από τον παππού του- το καρνάγιο το άνοιξε ο πατέρας του το 1959 και από τότε κατασκευάζει και επισκευάζει ξύλινα σκάφη. «Το ’82 ήρθα κι εγώ στη δουλειά, 13 χρονών πιτσιρικάς. Μου άρεσε και έμεινα».

Τι σε τράβηξε;

Το να φτιάχνεις σκάφη είναι κάτι διαφορετικό, από ένα κομμάτι ξύλο φτιάχνεις κάτι που επιπλέει. Και ταξιδεύει.

Σου φαινόταν μαγικό;

Μα είναι μαγικό. Μέχρι και σήμερα το ίδιο συναισθημα έχω, όταν τελειώσει ένα σκάφος και πέσει στη θάλασσα και βεβαιωθούμε ότι ταξιδεύει ωραία, με καλό κράτημα στη φουρτούνα, κάνουμε σαν μικρά παιδιά.

Τυχαίνουν και αποτυχίες;

Μπορεί, όταν ο μάστορας δεν έχει εμπειρία. Κάθε τέτοιο σκάφος είναι διαφορετικό, έχει τις δικές του ναυπηγικές γραμμές. Ένα καραβόσκαρο είναι πιο δύσκολο από ένα τρεχαντήρι. Είναι όμως ιδανικό για χρήση αναψυχής ή τουριστική γιατί έχει μεγάλους χώρους.

Πόσοι καραβομαραγκοί έχετε απομείνει;

Στη Σαλαμίνα, πλέον είμαι ο μοναδικός. Το Πέραμα έχει ακόμη 4- 5 και σε όλη την Ελλάδα δεν πρέπει να ’χουμε μείνει περισσότεροι από 40. Και από αυτούς μόνο οι μισοί έχουν την δεξιότητα να κατασκευάσουν καινούργιο σκάφος.

Ο Γιάννης Πράσινος στο καρνάγιο του
Ο Γιάννης Πράσινος στο καρνάγιο του
Γιάννης Πράσινος

«Έχω σπάσει σκάφη», μου λέει. «Πλέον δεν το κάνω. Όταν είδα τον πατέρα μου, που δεν ήθελε να σπάει σκάφη, όταν έκοψε ένα σκάφος που το ’χε φτιάξει με τα χέρια του, να κλαίει σαν μικρό παιδί, κατάλαβα ότι συμπράττω σε ένα έγκλημα».

«Αυτοί που έρχονται για να σπάσουν το σκάφος, τα μέλη του κλιμακίου που επιβλέπει το κόψιμο... θα δεις ένα μίσος στα μάτια τους. Όταν το σπάνε, χαίρονται. Σπας το καΐκι και σου λένε “κι άλλο”, θρύψαλα το κάνεις και επιμένουν, “σπάστο”, ξανά. Δεν τους καταλαβαίνω, ηδονίζονται βλέποντας να καταστρέφεται ένα κομψοτέχνημα».

Η διαδικασία ποια είναι;

Κάνεις αίτηση, καταθέτεις τα χαρτιά και το ημερολόγιο του σκάφους και αν τηρεί κάποιες προϋποθέσεις, όταν έρθει η περίοδος που κόβουνε τον συγκεκριμένο τύπο σκάφους σου δίνουν μια ημερομηνία- και τότε πρέπει το σκάφος να σπάσει. Παίρνεις μια μπουλντόζα κι ένα φορτηγό για να πάρει τα ξύλα, βγάζεις το σκάφος σ’ ένα ναυπηγείο ή σ’ ένα παράκτιο οικόπεδο με γερανό και η μπουλντόζα το σπάει. Ένα σκάφος που έχει πάνω του 600- 700 μεροκάματα, που έχουνε δουλέψει πάνω του δέκα μαστόροι- καραβομαραγκοί, υδραυλικοί, μηχανικοί, καλαφάτες- σε μισή ώρα γίνεται σκουπίδια.

Οι ιδιοκτήτες των σκαφών πως αντιδρούν;

Να λέμε την αλήθεια- λίγοι είναι αυτοί που τραυματίζονται ψυχικά, μετρημένοι στα δάχτυλα. Οι υπόλοιποι το μόνο που περιμένουνε και σκέπτονται, είναι πότε θα πάρουν τα λεφτά τους. Κάποτε σπάσανε ένα σκάφος τρία αδέρφια. Ο ένας δεν παραβρέθηκε καν, ο άλλος ήταν εδώ αλλά «δεν έτρεχε μία»- ο μεγαλύτερος σε ηλικία είχε φορτιστεί βαριά, από τη στενοχώρια του έπεσε κάτω, χτύπησε. Μεταξύ τριών αδερφών, τρεις διαφορετικές αντιδράσεις- καταλαβαίνεις τους χαρακτήρες των ανθρώπων σ’ αυτή τη διαδικασία. Κάποιοι αναγκάζονται να κόψουν το καΐκι τους γιατί τους πιέζουν οι άλλοι συνέταιροί τους, μερικοί γερνάνε και λίγο πριν πεθάνουν, κυριολεκτικά, τα παιδιά τους ετοιμάζουν τα χαρτιά για να το κόψουν. Ήταν ωραίοι τύποι οι περισσότεροι από αυτούς, τα αγαπούσαν τα καΐκια τους.

Μερακλήδες;

Ναι, μερακλήδες. Έχω δει πράγματα από παιδί- όταν μπήκα εδώ μέσα υπήρχαν ψαράδες αυθεντικοί, παλιοί καπετάνιοι. Αν έβλεπες πως συμπεριφερόντουσαν στα καϊκια τους... Τους μιλούσανε. Βγάζανε το καΐκι στο καρνάγιο και το χαϊδεύανε στο «πρόσωπο», στα πλαϊνά της πλώρης. Και αν βλέπανε τον μάστορα να μην του φέρεται σωστά, να μην βάζει φροντίδα και μεράκι, δεν ξαναπατάγαν στο καρνάγιο. Κάποιοι παλιοί, στα νησιά, έχουν ακόμα αυτήν τη νοοτροπία.

Παλιοί καραβομαραγκοί- ο πατέρας του Γιάννη Πράσινου, Δημήτρης, στο μέσο της πάνω σειράς. «Ο καλύτερος μαστορας που γνώρισα ποτέ μου», λέει ο Γιάννης. «Μυαλό και μάτι ξυράφι. Αλλά είχε γεννηθεί μέσα στα καρνάγια, έμαθε τη δουλειά απ’ τους καλύτερους καραβομαραγκούς της εποχής του».
Παλιοί καραβομαραγκοί- ο πατέρας του Γιάννη Πράσινου, Δημήτρης, στο μέσο της πάνω σειράς. «Ο καλύτερος μαστορας που γνώρισα ποτέ μου», λέει ο Γιάννης. «Μυαλό και μάτι ξυράφι. Αλλά είχε γεννηθεί μέσα στα καρνάγια, έμαθε τη δουλειά απ’ τους καλύτερους καραβομαραγκούς της εποχής του».
Παλιοί μάστορες

Εσύ Γιάννη πότε έκοψες καΐκι τελευταία φορά;

Το 2013. Ήταν το «Αναστασία», ξύλινο σκαρί, 18 μέτρα. Είχαμε σπάσει τότε μέσα σ’ ένα μήνα τέσσερα σκάφη. Κι ένα από αυτά, το «Μεγαλοχαρη», 8 μέτρα καϊκάκι, το είχε φτιάξει ο πατέρας μου, για την πάρτη του. Ψιλοτσακωθήκαμε αλλά είχε δίκιο. Ο ιδιοκτήτης μπορεί και να μην το πονάει το σκάφος, αλλά για αυτόν που το κατασκεύασε, δεν υπάρχει χειρότερο συναίσθημα. Δεν τα σπας τα καΐκια.

«Και πριν λίγες μέρες μου το πρότειναν και αρνήθηκα. Δεν πρόκειται να υποκύψω σ’ αυτή την κατάντια και να κόψω ένα γερό σκάφος. Τέλος».

Ο Γιάννης Πράσινος εξακολουθεί να κατασκευάζει ξύλινα σκάφη. Η θαλασσινή αρχιτεκτονική της Ελλάδας συνεχίζει να παράγει εξαίσια δείγματα μιας παράδοσης αιώνων.
Ο Γιάννης Πράσινος εξακολουθεί να κατασκευάζει ξύλινα σκάφη. Η θαλασσινή αρχιτεκτονική της Ελλάδας συνεχίζει να παράγει εξαίσια δείγματα μιας παράδοσης αιώνων.
Νέο σκαρί
Ο «ΚΑΜΠΑΛΕΡΟ» θα συντηρηθεί και θα ξεχειμωνιάσει στο καρνάγιο, πριν πλεύσει ξανά την ερχόμενη άνοιξη.
Ο «ΚΑΜΠΑΛΕΡΟ» θα συντηρηθεί και θα ξεχειμωνιάσει στο καρνάγιο, πριν πλεύσει ξανά την ερχόμενη άνοιξη.
Καμπαλέρο

Οι εκθέσεις «Τα καΐκια που πληγώναμε» και “The Duty of Memory” θα διαρκέσουν μέχρι και την Κυριακή, 30/09.

Δημοφιλή