Επαναπροσέγγιση Ισραήλ-Τουρκίας: Προς τι η αναμονή;

Ελλάδα και Κύπρος, δύο χώρες που έχουν μία μακρά διαδρομή φιλίας με τον αραβικό κόσμο, αναμένουν να δουν απτά αποτελέσματα από την μετεξέλιξη της περιφερειακής τους πολιτικής σε σχέση με το πώς εκλαμβάνουν το Ισραήλ από το 2010 και μετά. Παρά την φαινομενική τους εσωστρέφεια, παρακολουθούν με μεγάλο ενδιαφέρον ποιο θα είναι ακριβώς το πλαίσιο περιφερειακής συνεργασίας Τουρκίας-Ισραήλ από τώρα και στο εξής. Δεν αποκλείεται λοιπόν, η διαρροή των πληροφοριών εκ μέρους των ισραηλινών ΜΜΕ να στοχεύει εμμέσως πλην σαφώς σε Αθήνα και Λευκωσία, που καλούνται να λάβουν τη σκυτάλη και να εκφράσουν προς τον νέο τους περιφερειακό εταίρο τις δικές τους κόκκινες γραμμές.
ASSOCIATED PRESS

Ήδη από την επίσκεψη Μπαράκ Ομπάμα στο Ισραήλ τον Μάρτιο του 2013, το ζήτημα της επαναπροσέγγισης Ισραήλ-Τουρκίας είχε τεθεί ως άμεση αναγκαιότητα. Ο ισραηλινός Πρωθυπουργός Βενιαμίν Νετανιάχου ανταποκρίθηκε στις παραινέσεις του αμερικανού Προέδρου, απηύθυνε δημόσια συγγνώμη προς την Τουρκία εκ μέρους της χώρας του και πρότεινε την χρηματική αποζημίωση των οικογενειών των θυμάτων του Μαβί Μάρμαρα. Η Τουρκία και ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με ποικίλους τρόπους και τόνους απέρριψε την ισραηλινή πρόταση, θέτοντας - σε επικοινωνιακό πάντα επίπεδο - ως βασική προϋπόθεση για την πλήρη ομαλοποίηση των διμερών σχέσεων την άρση του ναυτικού αποκλεισμού της Λωρίδας της Γάζας.

Έκτοτε πέρασαν τρία ολόκληρα χρόνια με ανεπιβεβαίωτες φήμες κατά καιρούς να διαρρέουν στα ΜΜΕ περί παρασκηνιακών επαφών διαφόρων αξιωματούχων των δύο χωρών σε διάφορες πόλεις της Ευρώπης και ότι η επαναπροσέγγιση Τουρκίας-Ισραήλ επίκειται. Το πρώτο ρεπορτάζ με στοιχεία εγκυρότητας δημοσιοποιήθηκε στα τέλη Δεκεμβρίου 2015, σύμφωνα με το οποίο ο τότε μέλλων αρχηγός της Μοσάντ, Ιόσι Κόεν, κατά τους προηγούμενους μήνες πραγματοποιούσε εντατικές επαφές με Τούρκους αξιωματούχους. Από τότε έχουν ήδη συμπληρωθεί επτά μήνες και οι Πρέσβεις δεν επέστρεψαν στις θέσεις τους. Πρόσφατα, ο Υπουργός Ενέργειας του Ισραήλ, Γιουβάλ Στάινιτς, επιβεβαίωσε ότι το 90% των εκκρεμών ζητημάτων της διαπραγμάτευσης έχει διευθετηθεί.

Ανεξαρτήτως των ανωτέρω, το ερώτημα που τίθεται είναι το εξής: Ποια ήταν και ποια εν τέλει συνεχίζει να είναι η σκοπιμότητα καλλιέργειας κλίματος «αναμονής του αναπόφευκτου», που συνοδεύεται από επανειλημμένες χρονικές αναβολές;

Σίγουρα, ένας βασικός λόγος είναι να προετοιμασθεί η κοινή γνώμη των δύο χωρών.

Στην Τουρκία, κατά την τελευταία εξαετία οι εμπρηστικές δηλώσεις του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κατά του Ισραήλ σε συνδυασμό με την ισλαμιστική φρασεολογία που χρησιμοποιούσε ο ίδιος και στελέχη της κυβέρνησης και του κόμματός του, δεν άφηναν τα πνεύματα να καταλαγιάσουν. Τα παραδείγματα είναι κυριολεκτικά αμέτρητα. Η τουρκοϊσραηλινή διαφορά αποτελεί πλέον ένα ισχυρό εργαλείο διατήρησης της υψηλής δημοτικότητας της τουρκικής κυβέρνησης και του ίδιου Προέδρου Ερντογάν. Η τουρκική κοινή γνώμη εκφράζει την οργή της - αγγίζοντας τα όρια του ρατσισμού - κατά του Ισραήλ και των πολιτών του. Τα τελευταία έξι χρόνια γυρίστηκαν ταινίες και τηλεοπτικά σήριαλ με σαφές αντι-ισραηλινό/αντιεβραϊκό περιεχόμενο. Διαδηλώσεις οργής μεθοδεύθηκαν και οργανώθηκαν είτε από ισλαμιστικά σωματεία και κινήματα είτε και από την ίδια την κυβέρνηση. Μία πρόχειρη εικόνα της γνώμης που έχει ο μέσος Τούρκος για το Ισραήλ φαίνεται από μια γρήγορη ματιά στο λογαριασμό που διατηρεί στο facebook και στο twitter. Είναι μάλιστα εντυπωσιακό ότι τον Ιούλιο του 2014, το τουρκικό κατοχικό καθεστώς στα Κατεχόμενα της Κύπρου, κατά τη διάρκεια των εκδηλώσεων για την επέτειο της τουρκικής εισβολής στο νησί, αντί των συνηθισμένων εορτασμών, αποφάσισε να κηρύξει τριήμερο εθνικό πένθος για τα θύματα των ισραηλινών βομβαρδισμών στη Γάζα.

Κατά το παρελθόν, η τουρκική κοινή γνώμη έχει επανειλημμένα αποδείξει ότι χειραγωγείται πάρα πολύ εύκολα. Ήταν χαρακτηριστική η καθολική της μεταστροφή, αμέσως μετά την υπογραφή των συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου, δια των οποίων ο μέχρι πρότινος εθνικός στόχος - η διχοτόμηση της Κύπρου - εγκαταλείφθηκε οριστικά. Ενώ λίγες μόλις εβδομάδες νωρίτερα από τις τελικές υπογραφές στους δρόμους και στις πλατείες απηχούσε απ' άκρη σ' άκρη σε όλη τη χώρα η λέξη Taksim, αμέσως μετά το πάθος του λαού για διχοτόμηση ξεχάστηκε μονομιάς (χωρίς βέβαια να ξεχνάμε ότι η τουρκική κυβέρνηση αξιοποίησε όσο μπορούσε καλύτερα το αεροπορικό δυστύχημα που παρ' ολίγον να στοιχίσει τη ζωή του τότε Πρωθυπουργού Αντνάν Μεντερές, επιστρέφοντας στην Τουρκία με τις συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου υπογεγραμμένες ήδη).

Η πίστη που επέδειξε η τουρκική κοινή γνώμη στους χειρισμούς του τότε Πρωθυπουργού Μεντερές ενισχύθηκε σημαντικά από το αυστηρό νομικό πλαίσιο που ρύθμιζε την ελευθερία του Τύπου και της ελευθερίας έκφρασης - ένα πλαίσιο που παρουσιάζει εξαιρετικές ομοιότητες με το επίπεδο της ελευθερίας του Τύπου στην Τουρκία του 2016. Όμως, ακόμα και αν οι μονολιθικές πρακτικές παραμένουν εν πολλοίς ίδιες, τα σημερινά τουρκικά ΜΜΕ σε συνδυασμό με τις δυνατότητες που δίνει σήμερα η τεχνολογία, μπορούν να συγκριθούν με τη μακρινή δεκαετία του '50; Αποτιμώντας το παρελθόν σε σχέση με το παρόν, το πάθος με το οποίο εκφράζεται σήμερα η τουρκική κοινή γνώμη για το Παλαιστινιακό - ένα ζήτημα με καθαρά θρησκευτικό πρόσημο - δεν υπολείπεται σε τίποτα με το πάθος που εκδήλωναν οι Τούρκοι του '50 για το ζήτημα της Κύπρου - που ήταν καθαρά εθνικό!-.

Η σημερινή ισλαμιστική Τουρκία διαφέρει σε πολλά με εκείνην των κεμαλιστικών φιλοδυτικών ιδεωδών. Είναι αλήθεια πως το ΑΚΡ και ο Πρόεδρος Ερντογάν, αργά αλλά σταθερά, κατάφεραν τελικά να μεταμορφώσουν τη φυσιογνωμία μίας ολόκληρης χώρας. Η επιτυχία όμως αυτή έχει και το τίμημά της: σήμερα, ο μέσος Τούρκος ψηφοφόρος είναι πολύ περισσότερο ευαισθητοποιημένος ως προς την θρησκευτική του ταυτότητα σε σχέση με το παρελθόν. Τα απομακρυσμένα από τη θρησκεία κεμαλικά ιδεώδη συγκινούν ολοένα και λιγότερο - ως επίσης και ο ψυχρός πραγματισμός που επιβάλλεται από όσους είναι υπεύθυνοι να καθορίσουν την εξωτερική πολιτική της χώρας. Ύστερα από έξι χρόνια τόνωσης του αισθήματος της μουσουλμανικής αλληλεγγύης, άραγε πώς θα αντιδράσει η τουρκική κοινή γνώμη, όταν θα βλέπει τον ηρωικό Ερντογάν να υποδέχεται τον Ισραηλινό Πρέσβη στο Προεδρικό Μέγαρο και να του σφίγγει το χέρι, όπως απαιτεί το πρωτοκόλλο; Είναι δυνατόν μια τέτοια εικόνα να μην προσωποποιηθεί; Άραγε, μια τέτοια εικόνα, δεν θα επηρεάσει τη γνώμη που έχει σχηματίσει όλα αυτά τα χρόνια ο τουρκικός λαός για τον ηγέτη του;

Στο Ισραήλ, από την άλλη πλευρά, η κατάσταση είναι διαφορετική. Η ισραηλινή κοινή γνώμη μπορεί να δείχνει αμέριστη εμπιστοσύνη στις αρχές ασφαλείας, αλλά συγχρόνως απαιτεί να πεισθεί για την ορθότητα των πολιτικών αποφάσεων. Αυτό οφείλεται στο ίδιο το πολιτικό σύστημα που προάγει τις πολυκομματικές κυβερνήσεις, αλλά και στον ιδιαίτερα εξωστρεφή πλουραλισμό των τοπικών ΜΜΕ. Οι κυβερνώντες δεν έχουν τη δυνατότητα ούτε να αγνοήσουν, ούτε να αποφύγουν τον δημόσιο διάλογο. Αντιθέτως, είναι εκ των πραγμάτων υποχρεωμένοι να συμμετάσχουν σε αυτόν. Ωστόσο, ο καταιγιστικός τρόπος που καλύπτεται δημοσιογραφικά η επικαιρότητα, κάνει τον μέσο Ισραηλινό να παθιάζεται εύκολα, να οργίζεται εύκολα, να ενθουσιάζεται εύκολα, να πανικοβάλλεται εύκολα - αλλά, εν τέλει, να ξεχνά εξίσου εύκολα.

Είναι χαρακτηριστικό ότι σήμερα στο Ισραήλ κανείς σχεδόν δεν θυμάται την εξευτελιστική συμπεριφορά που υπέστησαν ισραηλινοί τουρίστες στο αεροδρόμιο Ατατούρκ της Κωνσταντινούπολης το καλοκαίρι του 2011, την έκκληση προσωπικοτήτων της χώρας να μην αγοράζουν τουρκικά προϊόντα ή την - ευρέως διαφημισμένη τότε - πρωτοβουλία ισραηλινών ακτιβιστών να διοργανώσουν νηοπομπή διαμαρτυρίας προς την κατεχόμενη Βόρεια Κύπρο. Από τη δημόσια συγγνώμη του Πρωθυπουργού Νετανιάχου τον Μάρτιο του 2013, παρουσία του Προέδρου Ομπάμα, έως και σήμερα, αναλυτές και σχολιαστές στα τοπικά ΜΜΕ προβάλουν με κάθε ευκαιρία την αναγκαιότητα γεφύρωσης των διαφορών με την Τουρκία για λόγους περιφερειακής ασφάλειας - σημειώνοντας όμως, ότι ο χρόνος δεν γυρίζει πίσω και ότι «τίποτε δεν θα είναι όπως παλιά».

Και ίσως αυτή τελικά να είναι και η αλήθεια.

Παρ' όλα αυτά, το γεγονός ότι οι διαρροές πληροφοριών περί των επανειλημμένων διμερών παρασκηνιακών επαφών προέρχονται κυρίως από τα ισραηλινά μέσα, δεν αποκλείεται να σημαίνει ακόμα κάτι:

Στην κοινωνία της πληροφορίας και στην εποχή του ίντερνετ, δύσκολα ένα δημοσίευμα παραμένει αθέατο. Είναι πολύ πιθανό, η συχνή υπενθύμιση ότι η επαναπροσέγγιση Τουρκίας-Ισραήλ θα πραγματωθεί σύντομα, να μην απευθύνεται αποκλειστικά στην τοπική κοινή γνώμη, αλλά και στις άλλες εμπλεκόμενες χώρες που κατά την τελευταία εξαετία φαίνονται να έχουν επενδύσει πολλά στον περιφερειακό ισραηλινό παράγοντα.

Ελλάδα και Κύπρος, δύο χώρες που έχουν μία μακρά διαδρομή φιλίας με τον αραβικό κόσμο, αναμένουν να δουν απτά αποτελέσματα από την μετεξέλιξη της περιφερειακής τους πολιτικής σε σχέση με το πώς εκλαμβάνουν το Ισραήλ από το 2010 και μετά. Παρά την φαινομενική τους εσωστρέφεια, παρακολουθούν με μεγάλο ενδιαφέρον ποιο θα είναι ακριβώς το πλαίσιο περιφερειακής συνεργασίας Τουρκίας-Ισραήλ από τώρα και στο εξής. Δεν αποκλείεται λοιπόν, η διαρροή των πληροφοριών εκ μέρους των ισραηλινών ΜΜΕ να στοχεύει εμμέσως πλην σαφώς σε Αθήνα και Λευκωσία, που καλούνται να λάβουν τη σκυτάλη και να εκφράσουν προς τον νέο τους περιφερειακό εταίρο τις δικές τους κόκκινες γραμμές.

Με αυτόν τον τρόπο, Ελλάδα και Κύπρος θα μπορέσουν να δώσουν τα κατάλληλα επιχειρήματα στους ισραηλινούς διαπραγματευτές, οι οποίοι με τη σειρά τους, συνομιλώντας με τους Τούρκους ομολόγους τους, θα έχουν να προβάλουν απτές αποδείξεις ότι όντως, κάποια πράγματα στην Ανατολική Μεσόγειο έχουν αλλάξει και ότι πράγματι, «τίποτε δεν θα είναι όπως παλιά».

Δημοφιλή