Εξελίξεις στο Κυπριακό, κίνδυνοι και υπερβάσεις

Την ανελαστικότητά της η τουρκική πλευρά φρόντισε και μετά τη λήξη των συνομιλιών, να καταστήσει απολύτως σαφή, με προκλητικές δηλώσεις του Προέδρου Ερντογάν και παρεμφερείς δηλώσεις του κ. Ακιντζί που ακολούθησαν. Στην πραγματικότητα, αυτό που αναδείχθηκε στις συνομιλίες είναι ότι τα ουσιαστικά προβλήματα συνεχίζουν να «κρύβονται κάτω από το χαλί», για χάρη μιας εξωραϊσμένης εικόνας, δέσμια της οποίας κινδυνεύει να καταστεί η Ελληνοκυπριακή πλευρά.

Εν πολλοίς αναμενόμενες ήταν οι εξελίξεις κατά την διάρκεια των δικοινοτικών συνομιλιών στην Γενεύη (9-11 Ιανουαρίου), όπως και κατά την διάσκεψη για τις εγγυήσεις και την ασφάλεια που ακολούθησε, με την επιπρόσθετη συμμετοχή των 3 εγγυητριών δυνάμεων, καθώς και της Ε.Ε. σε ρόλο παρατηρητή/ενδιαφερόμενου.

Η Τουρκοκυπριακή και Τουρκική πλευρά κράτησαν μια αδιάλλακτη στάση στα θέματα που συζητήθηκαν και κυρίως:

  • στο εδαφικό, όπου επιμένουν στην μη επιστροφή της Μόρφου (ζήτημα το οποίο έχει χαρακτηριστεί από τον Πρόεδρο Αναστασιάδη ως «κόκκινη γραμμή»). Αντίθετα, ζητούν ως όρο για την παραχώρηση της Αμμοχώστου, να παραδοθούν ελεύθερες περιοχές της Κύπρου και συγκεκριμένα η περιοχή Κόκκινα της Σηλυβρίας, κοντά στην Μόρφου. Σημειώνεται ότι η Ελληνοκυπριακή πλευρά είχε ήδη κάνει σημαντικές παραχωρήσεις σχετικά με το μελλοντικό καθεστώς της Μόρφου, εφόσον περάσει υπό Ελληνοκυπριακή διοίκηση, που λίγο διαφέρουν από αντίστοιχες τουρκοκυπριακές προτάσεις.
  • στην εκ περιτροπής προεδρία, που για την Τουρκοκυπριακή πλευρά αποτελεί «κόκκινη γραμμή», σύμφωνα με τον κ. Ακιντζί. Το θέμα αυτό, σύμφωνα με τον Ειδικό Σύμβουλο κ. Άιντα, συζητήθηκε στην Γενεύη χωρίς να υπάρξει συμφωνία, ενώ, όπως πρόσφατα δήλωσε ο Πρόεδρος Ερντογάν, δεν δέχεται παρά μόνο χρόνο εναλλαγής 2 προς 1 (πχ τέσσερα χρόνια Ελληνοκύπριος Πρόεδρος, δύο χρόνια Τουρκοκύπριος).
  • στις εγγυήσεις και την παραμονή Τουρκικού στρατού, όπου, κατά τον Πρόεδρο Αναστασιάδη, «Θέση μας παραμένει η κατάργηση εγγυήσεων και η ρύθμιση αποχώρησης των τουρκικών στρατευμάτων». Εδώ αξίζει να επισημάνουμε την καινοφανή άποψη του κ. Άιντα, ότι «αν δεν συμφωνήσουν τα 3 μέρη σε διαφορετική πρόβλεψη, θα συνεχίσει να ισχύει το καθεστώς εγγυήσεων του 1960», άποψη που λίγο διαφέρει από τις ευθείες τουρκικές απειλές για προσάρτηση των κατεχομένων ή νέα επέμβαση του Τουρκικού στρατού.

Την ανελαστικότητά της η Τουρκική πλευρά φρόντισε και μετά την λήξη των συνομιλιών, να καταστήσει απολύτως σαφή, με προκλητικές δηλώσεις του Προέδρου Ερντογάν και παρεμφερείς δηλώσεις του κ. Ακιντζί που ακολούθησαν. Στην πραγματικότητα, αυτό που αναδείχθηκε στις συνομιλίες είναι ότι τα ουσιαστικά προβλήματα συνεχίζουν να «κρύβονται κάτω από το χαλί», για χάρη μιας εξωραϊσμένης εικόνας, δέσμια της οποίας κινδυνεύει να καταστεί η Ελληνοκυπριακή πλευρά.

Ενδεικτικά, σημειώνουμε:

  • στο οικονομικό ζήτημα, λόγω της απουσίας Εκθέσεων από το ΔΝΤ και την Παγκόσμια Τράπεζα (εξ αιτίας της συνεχιζόμενης άρνησης συνεργασίας των κατεχόμενων με τους οργανισμούς αυτούς), στην Γενεύη έγιναν απλά ενημερώσεις από εμπειρογνώμονες, ενώ γίνεται όλο και πιο σαφές ότι τα περισσότερα χρήματα που θα δοθούν για αποζημίωση Ελληνοκυπριακών ιδιοκτησιών, νομιμοποιώντας την κατοχή τους από τους Τουρκοκύπριους, θα προέρχονται από δάνεια που θα χρεωθούν οι ίδιοι οι Ελληνοκύπριοι, τουλάχιστον μέχρις ότου υπάρξουν έσοδα από την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων. Παράλληλα, οι Ελληνοκύπριοι αναμένεται να επιβαρυνθούν με την λειτουργία ενός αναποτελεσματικού και διεφθαρμένου Τουρκοκυπριακού δημόσιου τομέα, που η διατήρησή του στοιχίζει κάθε χρόνο στην Τουρκία εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια.
  • στο θέμα της διακυβέρνησης, η αποδοχή της πολιτικής ισότητας των Τουρκοκυπρίων σε όλες τις αποφάσεις είναι βέβαιο ότι θα δημιουργήσει αδιέξοδα, ενώ η διαδικασία της «κλήρωσης» σε περίπτωση διαφωνίας καταπατά βάναυσα κάθε δημοκρατικό δικαίωμα και την αρχή της αυτοδιάθεσης του λαού.
  • σε άλλα σημαντικά ζητήματα, όπως το περιουσιακό ή το θέμα της αντιμετώπισης των Τούρκων και Ελλήνων υπηκόων (όπως αποκαλείται πλέον ο συνεχιζόμενος τουρκικός εποικισμός) δεν φαίνεται να υπήρξε κάποια εξέλιξη.

Τέλος επισημαίνουμε ότι ο κατάλογος των υπό συζήτηση θεμάτων ολοένα και μικραίνει με μαγικό τρόπο, αφού τα 180 θέματα που είχαν συμφωνηθεί να συζητηθούν στις δικοινοτικές συνομιλίες, και με την καθοδήγηση του κ. Άιντα στις δικοινοτικές συνομιλίες έγιναν περίπου 100, ξαφνικά περιορίστηκαν στα 24, που η «επίλυσή τους» προβλέπεται να γίνει με την διαδικασία του πάρε - δώσε, δηλαδή με πολιτικά και όχι τεχνοκρατικά κριτήρια.

Η Ελληνική και Ελληνοκυπριακή πρόταση, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν, κατά την γνώμη μας, αποτελούσε μια αξιοπρεπή αλλά αναποτελεσματική προσπάθεια παρέμβασης, αποσκοπώντας περισσότερο στην παράκαμψη, παρά την αντιμετώπιση της προαναφερθείσας κατάστασης.

Οι τρεις άξονες της γραμμής αυτής ήταν:

  • Ένα ισχυρό ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ - θέμα που από τον χρόνο έκδοσης και το περιεχόμενο του ψηφίσματος, θα κριθεί εάν είναι θετικό.
  • Τριμερές Σύμφωνο Φιλίας Τουρκίας, Ελλάδας, Κύπρου - αίτημα που εκτιμάται ότι δεν είναι μέσα στις προθέσεις της Τουρκίας, η οποία, κατά πάγια τακτική, πριν καλά-καλά κλείσει κάποιο ζήτημα κατά τα συμφέροντά της, θέτει επί τάπητος ένα άλλο.
  • Μεταβατική περίοδο, κατά την οποία θα υπάρχει πολυεθνική αστυνομική δύναμη στην Κύπρο, με στόχο την αποτροπή και αντιμετώπιση απειλών στην ασφάλεια - αίτημα που η Τουρκία εκ των προτέρων απορρίπτει.

Στην ουσία η Ελληνοκυπριακή και η Ελληνική πλευρά θα πρέπει να αποφασίσουν όχι μόνο εάν οι οποιασδήποτε μορφής εγγυήσεις και η παραμονή κατοχικών δυνάμεων στο νησί αποτελούν λόγο ακύρωσης της υπό εξέλιξη διαδικασίας, αλλά και το εάν οι διαφαινόμενοι όροι της Συμφωνίας εξασφαλίζουν την επιβίωση του Κυπριακού Ελληνισμού.

Προς την κατεύθυνση αυτή, αντί να δαιμονοποιούμε και να εξορκίζουμε την περίπτωση αποτυχίας των διαπραγματεύσεων (που, προς το παρόν, φαίνεται να εξαρτάται από την στάση της Τουρκίας), ας δούμε ποιοι είναι οι άξονες μιας ενεργητικής Ελληνικής και Κυπριακής στρατηγικής, που διασφαλίζει, πιστεύουμε, το μέλλον της Κύπρου.

  1. Η συνεπής καταγγελία της Τουρκίας και η προσπάθεια, κατά το δυνατόν, περιθωριοποίησής της στο διεθνές σκηνικό. Όσο και αν αυτό ακούγεται δύσκολο, η Τουρκία, με την τυφλή επιθετική της τακτική, έχει υπονομεύσει τις μακροπρόθεσμες σχέσεις της με τις κυριότερες παγκόσμιες, περιφερειακές ή απλά γειτονικές της δυνάμεις και συγκεκριμένα:
    • - με τις ΗΠΑ, στον οικονομικό τομέα (με την απόπειρα αντικατάστασης του δολαρίου, ως μοναδικού συναλλακτικού μέσου στην ενεργειακή αγορά ή μέσω της συμμετοχής της Τουρκίας σε άλλες, ανταγωνιστικές, πρωτοβουλίες), καθώς και σε διπλωματικό (με τις συνεχείς επιθέσεις εναντίον της πολιτικής των ΗΠΑ) ή στρατιωτικό επίπεδο (ενδεικτική είναι η «πολιορκία» των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων στην βάση του Ιντσιρλίκ, τις ημέρες μετά το πραξικόπημα ή η διακηρυγμένη πρόθεση αγοράς από την Τουρκία πυραύλων S-400),
    • - με τη Ρωσία (με την τουρκικής εμπνεύσεως πίεση που δέχεται από το ΝΑΤΟ, στο θέμα των ναυτικών δυνάμεων της Μαύρης Θάλασσας), γεγονός που την κάνει ιδιαίτερα προσεκτική στις σχέσεις της με την Τουρκία.
    • - με την Κίνα, το Ιράν, το Ιράκ και την Συρία(με την κατά καιρούς επαναφορά του θέματος των δήθεν τουρκικής καταγωγής μειονοτήτων στις χώρες αυτές),
    • - με το Ισραήλ, εξ αιτίας του φημολογούμενου ρόλου της Τουρκίας στην απόκτηση «ισλαμικής» πυρηνικής βόμβας από το Πακιστάν και των ενδεχόμενων δικών της προσπαθειών να καταστεί πυρηνική δύναμη,
    • - με την Ε.Ε., με τους άκομψους εκβιασμούς της Τουρκίας, που χρησιμοποιεί τους πρόσφυγες και παρακολουθεί τους Τουρκικής καταγωγής πολίτες που βρίσκονται στην Ευρώπη.
  2. Η διεκδίκηση αναγνωρισμένων και προφανών δικαιωμάτων στα πλαίσια διεθνών οργανισμών, όπως η υλοποίηση της υποχρέωσης της Τουρκίας για την αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας, ως όρου συνέχισης των ενταξιακών της διαπραγματεύσεων στην Ε.Ε., βάσει του Πρωτοκόλλου της Άγκυρας ή το αίτημα άμεσης καταβολής των αποζημιώσεων Κυπρίων πολιτών, στα πλαίσια της υλοποίησης των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ή ακόμα και η προώθηση της ένταξης της Κύπρου στον «Συνεταιρισμό για την Ειρήνη». Διευκρινίζουμε ακόμα ότι η ταχύτερη επίλυση του θέματος των αγνοούμενων, θέμα για το οποίο η Τουρκία επιδιώκει με κάθε τρόπο να υπεκφύγει, είναι αναγκαία για λόγους ηθικής τάξης.
  3. Η ταχεία προώθηση του θέματος της εκμετάλλευσης των υδρογονανθράκων. Το παιχνίδι της Τουρκίας, όπου από την μια μεριά παρεμποδίζει την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων, με διάφορες προφάσεις και από την άλλη επιχειρηματολογεί για την ανάγκη «λύσης» του Κυπριακού, προκειμένου να «διευκολυνθεί» η αξιοποίηση των κοιτασμάτων, έχει ημερομηνία λήξης, την υπογραφή Συμβάσεων με τους πετρελαϊκούς κολοσσούς, που με την σειρά τους θα μετατραπούν σε σύμμαχοι της Κύπρου.
  4. Η πορεία μιας ανοιχτής οικονομίας, όπως αυτή που επέτρεψε το «οικονομικό θαύμα» της Κύπρου μετά το 1974, κατά τρόπο που θα λαμβάνει υπόψη την αλληλεγγύη και συνεργασία και θα επιδιώκει την βιώσιμη ανάπτυξη. Γενικότερα, ένα πολυπολιτισμικό μοντέλο (και όχι βασισμένο στο δίπολο Τουρκία-Ελλάδα, που προσπαθεί μάταια να καλυφθεί υπό τον μανδύα μιας νέο-Κυπριακής ταυτότητας), με παράλληλη αξιοποίηση της κουλτούρας και της ιστορίας της Κύπρου, είναι δυνατόν να προσδώσει την αναγκαία ώθηση (και) στην οικονομία, όπως συνέβη, πχ στην Ιρλανδία.

Αν τα πιο πάνω ακούγονται σχεδόν ουτοπικά, δεν παύουν να αποτελούν ενδεικτικά και μαζί με όσα οι Κύπριοι μπορούν και πρέπει να ανακαλύψουν, την πηγή της ζωής για τον Κυπριακό Ελληνισμό. Η ανάγνωση του παρελθόντος και ο οραματισμός του μέλλοντος είναι ο μόνος τρόπος υπέρβασης προσωπικών πολιτικών στρατηγικών, που παρά τις προθέσεις τους, το μόνο που μπορούν να εγγυηθούν είναι αβεβαιότητα και ανεξέλεγκτους κινδύνους.

Δημοφιλή