Πρωταρχικός σκοπός του Σωκράτη ήταν να βλέπει τα πράγματα καθαρά, απαλλαγμένος από κάθε είδους προδιάθεση. Επιχειρούσε, δηλαδή, να μελετήσει ένα θέμα από όλες τις πλευρές του, ώστε στο τέλος να οδηγηθεί στις όποιες συναγωγές ή ορισμούς εννοιών. Μάλιστα, προσπαθούσε να καθοδηγήσει και τους συνομιλητές του μέσω της μαιευτικής διαλεκτικής μεθόδου του στην ίδια κατεύθυνση, επιδιώκοντας να φέρει στην επιφάνεια τέτοιες πλάνες ή πεποιθήσεις που οι άλλοι θεωρούσαν αδιαμφισβήτητες αλήθειες.
Yoeml via Getty Images

Ο Αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος, Σωκράτης, που συνήθιζε να λέει για τον εαυτό του: «Εν οίδα, ότι ουδέν οίδα», δεν θεωρείται άδικα ακόμα και σήμερα ένας από τους σοφότερους ανθρώπους του κόσμου. Με μια πρώτη ματιά, ακροθιγώς, παρατηρούμε ότι στην ίδια φράση ενυπάρχει μια αντίφαση, λόγω του ότι δεν μπορεί να γνωρίζει κάποιος/α έστω και ότι δε γνωρίζει τίποτα. Ωστόσο, με αυτόν τον τρόπο επεδίωκε ουσιαστικά να συμπτύξει όλη του την φιλοσοφία, αποδίδοντας το νόημα ότι ο σωστός τρόπος, για να φτάσει κάποιος στη λύση ενός ζητήματος, είναι να το προσεγγίσει «χωρίς προκαταλήψεις», να το αντιμετωπίσει σαν να μην ξέρει τίποτε γι' αυτό. Ακόμη και αν ήξερε κάτι σχετικά με τα ζητήματα που ετίθεντο προς συζήτηση, προσποιούνταν ότι τα αγνοούσε ολότελα.

Πρωταρχικός του σκοπός ήταν να βλέπει τα πράγματα καθαρά, απαλλαγμένος από κάθε είδους προδιάθεση. Επιχειρούσε, δηλαδή, να μελετήσει ένα θέμα από όλες τις πλευρές του, ώστε στο τέλος να οδηγηθεί στις όποιες συναγωγές ή ορισμούς εννοιών. Μάλιστα, προσπαθούσε να καθοδηγήσει και τους συνομιλητές του μέσω της μαιευτικής διαλεκτικής μεθόδου του στην ίδια κατεύθυνση, επιδιώκοντας να φέρει στην επιφάνεια τέτοιες πλάνες ή πεποιθήσεις που οι άλλοι θεωρούσαν αδιαμφισβήτητες αλήθειες. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι η σύγχρονη δυτική κριτική παράδοση άρχεται από τους Αρχαίους Έλληνες, οι οποίοι ανέπτυξαν αυτή τη συστηματική αμφισβήτηση όσων φαινομένων παρουσιάζονταν σαν δεδομένες αλήθειες.

Για εκείνον, η γνώση και η αλήθεια δεν ήταν κάτι δεδομένο, έτοιμο και ανώδυνο. Μη αρκούμενος στην παραδοσιακή αντίληψη για τη γνώση, θεωρούσε ότι για την απόκτησή της απαιτείται μια επίπονη διαδικασία, που την παρομοίαζε με τις ωδίνες του τοκετού. Εξάλλου, η αλήθεια προϋποθέτει άοκνη προσπάθεια και πνευματική κίνηση, ενώ η προκατάληψη συνεπάγεται στατικότητα. Πράγματι, αν το καλοσκεφτούμε, η αμφισβήτηση, όχι με τη μορφή της αρρωστημένης και καταναγκαστικής τάσης για απόρριψη των πάντων, αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο για την έκφραση του ελεύθερου πνεύματος, που δεν επαφίεται σε δογματικές και ιδεολογικές αγκυλώσεις, αλλά κρίνει, αναθεωρεί, ελέγχει ακατάπαυστα, εξοβελίζοντας από το νου, το λεξιλόγιο και την καθημερινότητά μας το δεδομένο, απόλυτο ή τελεσίδικο.

Δυστυχώς, όμως, η πλειονότητα των ανθρώπων δεν αξιολογεί τα πράγματα όπως εκείνος και γι' αυτό ουκ ολίγες φορές πέφτουμε θύματα των γνώσεών μας, που είναι εσφαλμένες ή ημιτελείς. Το γνωστικό μας κεφάλαιο και ό,τι μαθαίνουμε προέρχεται από πηγές των οποίων την αξιοπιστία δυστυχώς σχεδόν ποτέ δεν εξετάζουμε. Και συνήθως επιλέγουμε από τις ειδήσεις αυτές που είναι πιο «εύπεπτες» και εναρμονισμένες στην κοσμοθεωρία μας. Αν κάτι επιβεβαιώνει τις ιδέες που έχουμε ήδη διαμορφώσει ,το εγκολπωνόμαστε και το αναπαράγουμε, αναπτύσσοντάς το στο μυαλό μας μέσω της δημιουργίας συνδέσεων και συνειρμών, εκεί που δεν υπάρχουν.

Για την εγκυρότητα μιας γνώσης- είδησης δεν είναι τόσο το κύρος της αυθεντίας που μας πείθει, αλλά η πληροφορία αυτή καθαυτή σε συγκερασμό με τις προϋπάρχουσες πεποιθήσεις. Και αυτό γιατί, όταν σου μαθαίνουν κάτι πεισματικά εξ απαλών ονύχων, με την πάροδο των χρόνων αυτό εξελίσσεται σε αταβιστική χαραγή στη σκέψη, στο χαρακτήρα, στην ιδιοσυγκρασία σου και είναι αναφανδόν αναπόφευκτο ότι θα συνυφανθεί σταδιακά με την ίδια σου την ύπαρξη, σαν κληρονομική εφεδρεία.

Αυτό απέδειξε ο Τζ. Κ. Τζόνσον, καθηγητής συμπεριφορικής ψυχολογίας, που έφτιαξε μια παραποιημένη έκδοση της τοπικής εφημερίδας, την οποία διάβαζαν οι ισοβίτες των φυλακών της Βοστώνης. Όλες οι ειδήσεις παρουσιάζονταν ως είχαν εκτός από μια «προσθήκη» στη τρίτη σελίδα, που αποκάλυπτε ότι ο Κένεντι είχε εκτελεστεί από μια ομάδα αφροαμερικάνων τρομοκρατών.

Λίγες μέρες αργότερα ο Τζόνσον τους συνάντησε δια ζώσης και τους εξήγησε τι είχε συμβεί. Οι περισσότεροι από αυτούς ισχυρίστηκαν ότι δεν το είχαν πιστέψει. Παρόλα αυτά, όταν ανατέθηκε από τη διεύθυνση σε έναν φρουρό να αναφέρει το θέμα της δολοφονίας σε κουβέντα μαζί τους, διαπιστώθηκε ότι ενώ οι αφροαμερικάνοι φυλακισμένοι δεν έκαναν κανένα σχόλιο, όλοι οι λευκοί εκμυστηρεύονταν ότι όντως ο πρόεδρος είχε δολοφονηθεί από νέγρους, αναφερόμενοι σε αποδείξεις και λεπτομέρειες που δεν υπήρχαν καν στο κατασκευασμένο αυτό δίστηλο.

Δημοφιλή