Τι σημαίνει για την Ελλάδα η Έξοδος από τα Μνημόνια

Ασφαλώς μετά 8 χρόνια το άκουσμα «τέλος τα μνημόνια» μόνο ευχάριστα μεταφράζεται από τη σκέψη μας. Φανταζόμαστε λοιπόν την Ελλάδα να αφήνει πίσω της την 10ετη ύφεση και να βλέπει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Να βγαίνει στις αγορές και να δανείζεται με όχι απαγορευτικά επιτόκια. Να υπάρχουν ενδεχομένως και κάποια μέτρα ελάφρυνσης του χρέους. Και βέβαια όταν αυτές οι προοπτικές πάψουν να είναι προοπτικές και περάσουν στο στάδιο της πραγματικής «εμφάνισής» τους στην οικονομία να βελτιώνεται και η θέση του μέσου πολίτη της χώρας. Όμως σε αυτή την εκτός μνημονίων «νέα εποχή» θα υπάρχουν για την οικονομία της Ελλάδας κάποια δεδομένα τα οποία αν αγνοήσουμε ή ξεχάσουμε θα έχουμε κάνει ένα ακόμα λάθος. Ίσως μεγαλύτερο των πολλών προηγούμενων.
TMSK via Getty Images

Όσο πλησιάζει το 2018 τόσο μικραίνει και η απόσταση για τον επόμενο Αύγουστο, μήνα κατά τη διάρκεια του οποίου, όλοι θα θέλαμε να δούμε τη χώρα μας να αποχαιρετά τα μνημόνια. Η προοπτική και μόνο της εξόδου δημιουργεί μια ψυχολογική τόνωση στην προσπάθεια αναζήτησης της χαμένης μας αυτοπεποίθησης σε προσωπικό, κοινωνικό, επαγγελματικό, και οικονομικό επίπεδο.

Στην Ελλάδα, συνειδητά ή όχι, έχουμε χρονικά «συνδέσει» το τέλος της εποχής των μνημονίων με την περίφημη ανάκαμψη της οικονομίας η οποία (ανάκαμψη) πάντα είναι η νομοτελειακή κατάληξη της όποιας (βαθιάς ή όχι) ύφεσης - Έτσι όπως στη φύση το πρώτο φως της ημέρας εμφανίζεται πάντα μετά το «βαθύ» σκοτάδι της νύχτας.

Πιστεύουμε ότι πριν καταθέσουμε την άποψή μας για την «εικόνα» της εκτός μνημονίων Ελλάδος θα ήταν χρήσιμη μια αναφορά στις συνθήκες που επικρατούν αρχικά στην παγκόσμια και στη συνέχεια στη Ελληνική οικονομία.

Η παγκόσμια οικονομία

Ακολουθώντας λοιπόν την παραπάνω νομοτελειακή «λογική» η παγκόσμια οικονομία ξεπέρασε την κρίση που ξεκίνησε στις ΗΠΑ το 2008 μη την κατάρρευση της Lehman Brothers και η οποία γρήγορα επεκτάθηκε σε όλο τον κόσμο.

Ήδη από το 2011 στις ΗΠΑ και λίγο αργότερα στην ΕΕ το ΑΕΠ έφθασε σε επίπεδα υψηλότερα του 2009. Βεβαίως στην ΕΕ τα ποσοστά ανάπτυξης δεν είναι ομοιόμορφα για όλα τα μέλη της ένωσης. Και ασφαλώς υπάρχουν ακόμα και σήμερα οικονομίες που δεν έχουν επιστρέψει στα επίπεδα προ κρίσεως. Για παράδειγμα, η Ιταλία, η Πορτογαλία και με τη μεγαλύτερη απόκλιση από όλες η Ελλάδα.

Το ξεπέρασμα της κρίσης του 2008 συνοδεύτηκε σε πολιτικό - κοινωνικό επίπεδο από την εμφάνιση σε ύψιστα πολιτικά αξιώματα ατόμων περισσότερο γνωστών για την οικονομική τους επιφάνεια παρά για την πολιτική τους σταδιοδρομία, αλλά και από τη ενδυνάμωση της παρουσίας πολιτικών χώρων ακραίων αντιλήψεων.

Σε οικονομικό επίπεδο η ανάκαμψη των μακροοικονομικών δεικτών δεν έγινε τόσο «ορατή» στην πραγματική οικονομία, ενώ οι παραγωγικές επενδύσεις δεν θυμίζουν εκείνες προηγούμενων ετών.

Ταυτόχρονα οι δείκτες των χρηματιστηρίων καταρρίπτοντας το ένα ρεκόρ κατόπιν του άλλου βρίσκονται σε δυσθεώρητα ύψη που δύσκολα μπορεί κάποιος να δεχτεί ότι αντιπροσωπεύουν την «πραγματική» εικόνα της οικονομίας.

Και βεβαίως το παγκόσμιο χρέος έχει φτάσει (σύμφωνα με το IIF) στο 324% του παγκόσμιου ΑΕΠ (Κρίση χρέους και η δημιουργεία της φούσκας) κάτι που μας αφήνει αναπάντητο το ερώτημα «που θα φτάσει το κόστος του όταν αρχίσει η άνοδος των επιτοκίων»;

Η Ελληνική οικονομία

Μέσα σε αυτό το περιβάλλον της εδώ και χρόνια παγκόσμιας οικονομικής ανάκαμψης η Ελλάδα θέλει (σε 10 περίπου μήνες) να αφήσει πίσω της τα μνημόνια προσπαθώντας να πείσει - ίσως και την ίδια - ότι έστω και μικρούς ρυθμούς έχει περάσει από τις αρχές του 2017 σε τροχεία ανάπτυξης αν και εξακολουθεί να είναι η τελευταία χώρα της ΕΕ που η οικονομία της είναι τόσο μακριά από τα μεγέθη του 2009.

Εσχάτως μάλιστα ακούγονται και θετικές(!!) εκτιμήσεις από άτομα που δεν μας είχαν συνηθίσει ανάλογα. Όπως για παράδειγμα ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε που πρόσφατα ρωτήθηκε για το πότε θα τελειώσει ο «εφιάλτης» στην Ελλάδα και δήλωσε ότι «Μα πιστεύω ότι έχει τελειώσει, το 2017 τα στοιχεία δείχνουν ότι τα πράγματα ανακάμπτουν».

Η επικείμενη έξοδος από τα μνημόνια

Ασφαλώς μετά 8 χρόνια το άκουσμα «τέλος τα μνημόνια» μόνο ευχάριστα μεταφράζεται από τη σκέψη μας. Φανταζόμαστε λοιπόν την Ελλάδα να αφήνει πίσω της την 10ετη ύφεση και να βλέπει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Να βγαίνει στις αγορές και να δανείζεται με όχι απαγορευτικά επιτόκια. Να υπάρχουν ενδεχομένως και κάποια μέτρα ελάφρυνσης του χρέους. Και βέβαια όταν αυτές οι προοπτικές πάψουν να είναι προοπτικές και περάσουν στο στάδιο της πραγματικής «εμφάνισής» τους στην οικονομία να βελτιώνεται και η θέση του μέσου πολίτη της χώρας.

Όμως σε αυτή την εκτός μνημονίων «νέα εποχή» θα υπάρχουν για την οικονομία της Ελλάδας κάποια δεδομένα τα οποία αν αγνοήσουμε ή ξεχάσουμε θα έχουμε κάνει ένα ακόμα λάθος. Ίσως μεγαλύτερο των πολλών προηγούμενων.

Δύο (μόνο) στοιχεία για το «νέο» οικονομικό περιβάλλον..

Βγαίνοντας η χώρα στις αγορές μην περιμένουμε να διαθέτει τα ομόλογά της με αποδόσεις της τάξης του 1%. Κάτι που σημαίνει ότι ο δανεισμός της παρότι δεν θα είναι απαγορευτικός δεν θα είναι ταυτόχρονα και ελκυστικός. Η παλιά συνταγή «παίρνω δάνεια για να καλύπτω τα κενά» πρέπει να ξεχαστεί μια και αποδείχτηκε καταστροφική. Η «πραγματική» αύξηση του ΑΕΠ της χώρας που θα βασίζεται σε όσο το δυνατόν περιορισμένη συμμετοχή των δανείων (Ο δείκτης Debt/GDP) είναι εκείνη που θα φέρει την «πραγματική» ανάπτυξη, άρα τον περιορισμό του ρίσκου και επομένως τον σταδιακό περιορισμό των spreads των Ελληνικών ομολόγων έναντι των Γερμανικών.

Οι ξένες επενδύσεις που αναμένονται θα γίνουν σε μια χώρα με φτηνούς (πλέον) συντελεστές παραγωγής. Επομένως οι κάτοχοι των συντελεστών δεν θα πρέπει να περιμένουν θεαματικές αποδόσεις (αμοιβές) για την προσφορά τους.

Συμφωνίες «και» για το αύριο..

Θα είναι άδικο έως και ανήθικο να διαγράψουμε από τη σκέψη τους ότι η χώρα έχει δεσμευτεί για αρκετά χρόνια (μετά το 2018) στην επίτευξη συγκεκριμένων στόχων. Για παράδειγμα στη δημιουργία πρωτογενών πλεονασμάτων της τάξης του 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2023 και κοντά στο 2% του ΑΕΠ για την περίοδο 2023-2060 (Συμφωνία Eurogroup 15.06.17) με παράλληλη βέβαια πειθαρχία στο Σύμφωνο Δημοσιονομικής Σταθερότητας

Πρέπει να μας είναι σαφές ότι οι συμφωνίες που έχουμε συνάψει με την ΕΕ και το ΔΝΤ δεν επιτρέπουν στη χώρα την άσκηση οικονομικών πολιτικών που «απολαμβάνουν» την ελευθερία της επιλογής μας. Στην πράξη, η όποια οικονομική πολιτική είναι υποχρεωμένη να ακολουθεί τα συμφωνημένα και ασφαλώς θα υπάρχει έλεγχος για την τήρησή τους. Δεν ασκούμε κριτική για τα κατά ή τα υπέρ τους καθ υπόδειξη άσκησης οικονομικής πολιτικής μια και αφενός εμείς «προσκαλέσαμε τους καθοδηγητές» και αφετέρου υπάρχουν πάντα δύο όψεις σε ένα νόμισμα.

Ανεξάρτητα από το πώς θέλουν - για τους δικούς τους λόγους - κυβέρνηση και αντιπολίτευση (Πανηγυρισμοί και απογοητεύεσεις) να εμφανίζουν την μετά μνημονίων εποχή η εποπτεία και ο έλεγχος της Ελλάδος από τους δανειστές της δεν θα σταματήσει με την έξοδο της χώρας από τα μνημόνια - προγράμματα.

Επίλογος

Κλείνοντας την αναφορά μας στην μετά μνημονίων Ελλάδα θέλουμε να επισημάνουμε δύο παράγοντες που δεν πρέπει να αγνοήσουμε και από τους οποίους ο πρώτος είναι εκτός της σφαίρας ελέγχου της χώρας.

Όπως αναφέραμε στο πρώτο μέρος του άρθρου η ανάπτυξη (μετά την κρίση του 2008) της παγκόσμιας οικονομίας συνοδεύεται από αρκετά όχι ενθαρρυντικά στοιχεία μεταξύ των οποίων η διόγκωση του παγκόσμιου χρέους, τα συνεχή ρεκόρ των χρηματιστηριακών δεικτών, η εμφάνιση και ενδυνάμωση ακραίων πολιτικών ομάδων και η παρουσία σε καίριες ηγετικές πολιτικές θέσεις ατόμων άγνωστων προηγούμενα στην πολιτική σκηνή.

Δημιουργείται σταδιακά ένα «μίγμα» δεδομένων του οποίου η «εκτόνωση» είναι θέμα χρόνου να συμβεί.

Θέλουμε να ελπίζουμε ότι η διαδικασία οικονομικής ανάκαμψης της Ελλάδας δεν θα συναντήσει στην εξέλιξή της την εμφάνιση μιας νέας κρίσης στην παγκόσμια οικονομία. Μια τέτοια συγκυρία ασφαλώς θα αποτελούσε τροχοπέδη στην προσπάθεια της χώρας.

Ο δεύτερος παράγοντας αφορά το απαραίτητο της συνειδητοποίησης από κάθε πλευρά (κράτος και πολίτες) ότι η χώρα δεν πρέπει και ούτε θα μπορεί να επιστρέψει στην «ασυδοσία» παλαιότερων εποχών. Έχουμε αναφερθεί και σε προηγούμενο άρθρο (Νεα μέτρα και αντίμετρα αλλά χωρίς αναφορά σε νέα κουλτούρα) ότι είναι επιτακτική ανάγκη για την Ελλάδα η αλλαγή κουλτούρας στην συμπεριφορά της απέναντι και στους πολίτες της αλλά και σε τρίτους

Για να αντιμετωπιστεί τη νέα εποχή θα πρέπει πρώτα να «αποδεχτούμε» τα λάθη που κάναμε. Στη συνέχεια, και θα λέγαμε άμεσα, θα πρέπει να «φτιάξουμε» τη σχέση κράτους - πολίτη. Η αντιπαλότητα που υφίσταται σήμερα λόγω κυρίως της έλλειψης εμπιστοσύνης που υπάρχει εκατέρωθεν πηγαίνει τη χώρα μόνο προς τα πίσω.

Η χώρα μας έχοντας ήδη αλλάξει κατά πολύ την εικόνα της ξεκινάει την αναζήτηση μιας νέας ταυτότητας. Ας προσπαθήσουμε λοιπόν ενωμένοι και απαγκιστρωμένοι από τις λανθασμένες «οπτικές» του παρελθόντος να «χαράξουμε» την πορεία αυτής της νέας Ελλάδας μακριά από τις υπερβολές - θετικές και αρνητικές - που βιώσαμε στις περιόδους πριν και μετά το 2008 αντίστοιχα.

Δημοφιλή