Διαπραγμάτευση χωρίς τη Βουλή;

Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι οι συνθήκες λήψης αποφάσεων στα διακυβερνητικά όργανα της ΕΕ έχουν αυξήσει την ευχέρεια των κυβερνήσεων να υιοθετούν θέσεις (ή να τις μεταβάλλουν) σχετικά με τα εθνικά συμφέροντα, δίχως να υφίστανται επαρκείς μηχανισμοί διαφάνειας και λογοδοσίας. Όταν το αποτέλεσμα είναι ευνοϊκό πανηγυρίζουν για "τη μάχη που έδωσαν", όταν είναι αρνητικό παίζουν το γνωστό παιχνίδι "blame Brussels". Κάπως έτσι έμαθε ο ελληνικός λαός πολύ καθυστερημένα ότι δύο διαφορετικές κυβερνήσεις έδωσαν εσφαλμένα στοιχεία σχετικά με τη δημοσιονομική θέση της χώρας.
ASSOCIATED PRESS

Ορθώς επισημαίνει ο Πρωθυπουργός Α. Τσίπρας ότι διαθέτει μία λαϊκή εντολή που πρέπει να γίνει σεβαστή κατά τη συζήτηση με τους Ευρωπαίους αξιωματούχους. Το επιχείρημα της λαϊκής κυριαρχίας έχει τη δική του αυτονόητη αξία και σε μία δημοκρατική Ευρώπη αναμένουμε ότι θα βρει απήχηση. Ωστόσο, πρόκειται για ένα επιχείρημα που έχει τα δικά του όρια: ότι η κυβέρνηση δεν έχει απεριόριστη και χωρίς προϋποθέσεις εξουσία και ότι οι ομόλογοί της διαθέτουν επίσης μία λαϊκή εντολή που πρέπει να γίνει σεβαστή.

Κατά πρώτο λόγο, η λαϊκή κυριαρχία καθοδηγεί μεν τις αποφάσεις μίας δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης, αλλά πηγή της παραμένει πάντοτε το εκλογικό σώμα και αυθεντικός εκφραστής της το κοινοβούλιο. Η κυβέρνηση, λοιπόν, διαχειρίζεται τη λαϊκή εντολή υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις και πάντοτε υπόκειται στην υποχρέωση του κοινοβουλευτικού ελέγχου και της αναζήτησης στήριξης από το κοινοβούλιο. Αυτό πρέπει να το επισημάνουμε σε μία χώρα όπου η κομματική πειθαρχία θεωρείται 'ιερό' χρέος και τα μέλη των κοινοβουλευτικών ομάδων της συμπολίτευσης θεωρούνται 'υπήκοοι' της κυβέρνησης.

Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι οι συνθήκες λήψης αποφάσεων στα διακυβερνητικά όργανα της ΕΕ έχουν αυξήσει την ευχέρεια των κυβερνήσεων να υιοθετούν θέσεις (ή να τις μεταβάλλουν) σχετικά με τα εθνικά συμφέροντα, δίχως να υφίστανται επαρκείς μηχανισμοί διαφάνειας και λογοδοσίας. Όταν το αποτέλεσμα είναι ευνοϊκό πανηγυρίζουν για "τη μάχη που έδωσαν", όταν είναι αρνητικό παίζουν το γνωστό παιχνίδι "blame Brussels". Κάπως έτσι έμαθε ο ελληνικός λαός πολύ καθυστερημένα ότι δύο διαφορετικές κυβερνήσεις έδωσαν εσφαλμένα στοιχεία σχετικά με τη δημοσιονομική θέση της χώρας.

Κατά δεύτερο λόγο, λαϊκή εντολή διαθέτουν όλες οι κυβερνήσεις που εκπροσωπούνται στα διακυβερνητικά όργανα της ΕΕ και ισχυρίζονται ότι τα συμφέροντα του δικού τους εκλογικού σώματος πρέπει να γίνουν σεβαστά. Ακόμη, οι θεσμοί της ΕΕ, η Επιτροπή, η ΕΚΤ, διαθέτουν τη δική τους διαδικαστική νομιμοποίηση, γιατί οι Συνθήκες που ορίζουν τη λειτουργία τους έχουν επικυρωθεί από τα εθνικά κοινοβούλια (ή άμεσα από τους λαούς). Δεν είναι τυχαίο ότι ο πρώτος συνομιλητής υπήρξε ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δηλαδή του αντιπροσωπευτικού οργάνου που διαθέτει την άμεση νομιμοποίηση από τους πολίτες των κρατών-μελών της ΕΕ, και ο δεύτερος, ο επικεφαλής του Eurogroup, υποστηρίζεται από τη νομιμοποίηση που αναλογεί σε κάθε μία από τις κυβερνήσεις που συμμετέχουν στο θεσμό αυτό.

Η ελληνική κυβέρνηση, λοιπόν, οφείλει να προσέλθει στη διαπραγμάτευση με τους ευρωπαϊκούς παράγοντες όχι με μία λογική περιχαράκωσης σε μία λαϊκή εντολή, αλλά συνδυάζοντας το αυτονόητο δημοκρατικό επιχείρημα με μία έμπρακτη στάση σεβασμού των κανόνων του πρωτογενούς και δευτερογενούς κοινοτικού δικαίου που δεσμεύει από κοινού όλες τις κυβερνήσεις των κρατών-μελών. Οι περιπτώσεις των παραποιημένων δημοσιονομικών στοιχείων, αλλά και του 'βασικού μετόχου', είναι διδακτικές των συνεπειών που προκύπτουν όταν οι κυβερνήσεις λειτουργούν ομφαλοσκοπικά και δίχως κατανόηση των θεσμικών περιορισμών που υφίστανται στην ΕΕ (και τους οποίους έχουμε αποδεχθεί με ισχυρές κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες).

Επείγει δε όλες οι ενέργειες της κυβέρνησης να αναληφθούν όταν συγκροτηθεί σε σώμα η Βουλή και με πλήρη συμμόρφωση προς τους κανόνες του κοινοβουλευτικού ελέγχου και της λογοδοσίας. Δίχως να αμφισβητούμε τις καλές προθέσεις των μελών της κυβέρνησης, το κοινοβούλιο οφείλει να ενημερώνεται, να συζητά και να στηρίζει εμπράκτως (ή να απορρίπτει) τις θέσεις και αποφάσεις που εκφράζει η κυβέρνηση στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης. Γιατί, σε τελική ανάλυση, έτσι γίνεται σεβαστή η λαϊκή κυριαρχία.

Ο ρόλος του κοινοβουλίου δεν μπορεί να υποκατασταθεί από την πληροφόρηση (και τον έλεγχο) των μέσων ενημέρωσης, ούτε να παρακαμφθεί από τεχνικές πολιτικής επικοινωνίας. Στο παρελθόν είχαμε την εμπειρία κορυφαίων στελεχών κυβερνήσεων που ήταν τακτικοί θαμώνες των διεθνών και ελληνικών media, αλλά περιφρόνησαν τις Επιτροπές ή την Ολομέλεια της Βουλής.

Κάπως έτσι, παρέχοντας απεριόριστη εντολή και αποδεχόμενοι προσωπικές στρατηγικές, οδηγηθήκαμε σε αποτυχημένες διπλωματικές ενέργειες και τελικά στην επιλογή του Μαΐου 2010. Η νέα κυβέρνηση οφείλει να διδαχθεί από τα λάθη του παρελθόντος και η νέα Βουλή να περιφρουρήσει το μείζον, δηλαδή το δημοκρατικό έλεγχο των κυβερνητικών αποφάσεων.

Δημοφιλή