«Τσίπρας ΙΙ»

Κανένας δεν ζήτησε από τον κ. Τσίπρα να αποκηρύξει τις ιδεολογικές καταβολές του, ούτε να μπει στο κοστούμι του πρωθυπουργο-κεντρισμού που χαρακτήριζε τους προκατόχους του. Αλλά, όλοι έχουν την προσδοκία η κυβέρνηση να επιδιώκει την πολιτική συναίνεση, να αναζητήσει με υπευθυνότητα την συνεννόηση τους εταίρους στην Ε.Ε. και να λάβει όλες εκείνες τις αποφάσεις που τεκμηριωμένα θα μας απομακρύνουν από το σημερινό τέλμα.
0neiros/Flickr

Η μελέτη της πολιτικής γίνεται κάποιες φορές συναρπαστική, ιδιαίτερα όταν τα γεγονότα και οι εξελίξεις δεν ανταποκρίνονται στα θεωρητικά σχήματα ερμηνείας που διαθέτουμε. Η περίπτωση της ηγεσίας Τσίπρα επί μακρόν απέκλινε από κάθε πιθανή θεωρητική προσέγγιση.

Υπήρξε το μοναδικό μικρό κόμμα (μεταξύ των πολιτικών συστημάτων των κρατών της ΕΕ) που κατάφερε να διασπάσει τη δομή του κομματικού συστήματος και σε βραχύ διάστημα δύο ετών να κερδίσει σχεδόν την πλειοψηφία των κοινοβουλευτικών εδρών. Χρησιμοποίησε εκτεταμένα επιχειρήματα και μέσα κινητοποίησης με ξεκάθαρο λαϊκιστικό χαρακτήρα - τη στοχοποίηση των πολιτικών, οικονομικών, ευρωπαϊκών ελίτ, την εικόνα του καταφρονεμένου λαϊκού πολίτη -, που κάποιοι θεωρούσαν ότι η απήχησή τους είχε οριστικά παρέλθει.

Από τη θέση της κυβέρνησης, δεν κατόρθωσε να χαλιναγωγήσει τις προσωπικές στρατηγικές και ιδεοληψίες, τις οποίες επιβράβευσε με ισχυρές θέσεις επιρροής στην κυβέρνηση και τη Βουλή, και να προσδιορίσει ένα σαφές και συνεκτικό κυβερνητικό σχέδιο που θα δέσμευε όλους. Κατά τη διαπραγμάτευση τεκμηριώνεται ότι, πέρα από τους κοντόφθαλμους ελιγμούς, δεν διέθετε ένα σαφές σύνολο στόχων και μία ακριβή διάγνωση των κινδύνων. Επέμεινε σε μία αντι-μνημονιακή λογική σύγκρουσης με την αντιπολίτευση, τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και τις κυβερνήσεις για να συσπειρώσει ένα εκλογικό ακροατήριο (με αποκορύφωμα το δημοψήφισμα), ενώ η πραγματική επιταγή ήταν να λάβει τις δύσκολες αποφάσεις και να κυβερνήσει.

Από το βράδυ, όμως, της 5ης Ιουλίου μετά το θριαμβευτικό «όχι» του 61,3%, εγκαινιάστηκε η ηγεσία «Τσίπρα ΙΙ», η οποία φαίνεται ότι συνιστά μία τομή με το προηγούμενο διάστημα και σε καμία περίπτωση ένα sequel της πρώτης. Τη στιγμή που ο κ. Τσίπρας θα ακούσει το "ΟΚ" των ευρωπαίων εταίρων και θα έχουμε μία συμφωνία που θα αποτρέπει οριστικά και αμετάκλητα τον εφιάλτη του πολιτικού και οικονομικού Grexit, ο ίδιος θα έχει αφήσει ήδη το ιστορικό στίγμα του. Πριν ακόμη εκτιμήσουμε την πορεία εφαρμογής της συμφωνίας.

Γιατί ο κ. Τσίπρας επέδειξε ηγετική πυγμή την ύστατη έστω στιγμή (προφανώς βλέποντας τον πολιτικό χάρο κατάματα) και με τις ενέργειές του διασφάλισε μία πρωτόγνωρη διακομματική συναίνεση, όπως εκφράστηκε στη σύσκεψη των αρχηγών και την ψηφοφορία στη Βουλή της 11/7, και, ταυτόχρονα, διεκδικεί με αξιώσεις μία λυτρωτική συμφωνία στην Ε.Ε.

Σε διάστημα λίγων ωρών κλήθηκε να υπερβεί πολιτικά και ιδεολογικά προβλήματα που επί μήνες επέτρεψε ο ίδιος να συσσωρεύονται, αν και πολλοί καλόπιστα του τα επισήμαιναν. Ότι ένα σύγχρονο κόμμα της Αριστεράς δεν μπορεί να παρέχει στέγη σε όσους είναι αμφίθυμοι σχετικά με την συμμετοχή της χώρας στην Ε.Ε., το κοινό νόμισμα, ενώ αμφισβητούν τα θεμελιώδη της φιλελεύθερης δημοκρατίας, όπως αυτή ιστορικά διαμορφώθηκε στην Ευρώπη. Ότι η θεραπεία των δεινών του πολιτικού συστήματος δεν μπορεί να γίνει με την λογική ενός νέου κομματικού καθεστώτος που στοχοποιεί κάθε διαφωνούντα και χρησιμοποιεί τα χειρότερα παλαιοκομματικά μέσα. Ότι η λειτουργία μίας κυβέρνησης δεν είναι εφικτή όταν υφίσταται ένας υπόγειος ανταγωνισμός αντιλήψεων, προσωπικών στόχων και επιμέρους ιδεολογιών.

Κανένας δεν ζήτησε από τον κ. Τσίπρα να αποκηρύξει τις ιδεολογικές καταβολές του, ούτε να μπει στο κοστούμι του πρωθυπουργο-κεντρισμού που χαρακτήριζε τους προκατόχους του. Αλλά, όλοι έχουν την προσδοκία η κυβέρνηση να επιδιώκει την πολιτική συναίνεση, να αναζητήσει με υπευθυνότητα την συνεννόηση τους εταίρους στην Ε.Ε. και να λάβει όλες εκείνες τις αποφάσεις που τεκμηριωμένα θα μας απομακρύνουν από το σημερινό τέλμα. Η απαρχή έγινε.

Το πρόβλημα του κ. Τσίπρα τη Δευτέρα δεν θα είναι εάν πρόδωσε το «όχι» ή κάποιους από τους εσωκομματικούς συντρόφους του. Αντιθέτως, η πρόκληση θα είναι να δείξει σε εκείνους και σε ολόκληρο τον ελληνικό λαό ότι το πολιτικό σύστημα συνολικά και η κυβέρνηση ειδικότερα μπορούν να φέρουν εις πέρας την αυτονόητη υποχρέωσή τους. Καθημερινά να επιλύουν προβλήματα στη λειτουργία του κράτους, να ανακουφίζουν τους ασθενέστερους, να βοηθούν τα πλέον δυναμικά στοιχεία της κοινωνίας και να διασφαλίζουν τη θέση της χώρας στην Ευρώπη και διεθνώς. Να έχουμε την ποιότητα της δημοκρατίας και της διακυβέρνησης που απολαμβάνει κάθε άλλος πολίτης στην Ε.Ε. Να πιστεύουμε ότι τα δεινά του νέου προγράμματος πράγματι θα αλλάξουν τη μοίρα της χώρας.

Δεν θα είναι εύκολη η διευθέτηση του εσωκομματικού ζητήματος, ούτε η επιλογή του κυβερνητικού σχήματος και των κοινοβουλευτικών ομάδων που θα κληθούν να υποστηρίξουν την ηγεσία «Τσίπρα ΙΙ». Ίσως έχει κάποια αξία να θυμηθούμε μία χρήσιμη συμβουλή για τη νέα πολιτική κατάσταση στην οποία εισερχόμαστε: «μη γινώμεθα κενόδοξοι, αλλήλους προκαλούμενοι, αλλήλοις φθονούντες ... αλλήλων τα βάρη βαστάζετε» (Γαλ. ε' 22-ς'2).

Δημοφιλή