Γιατί αφήνουμε σχόλια σε πράγματα που δεν διαβάζουμε;

Πότε ακριβώς μπήκαμε σε αυτή την ατελείωτη λούπα παρεξήγησης, παρανόησης και πικρόχολης ατάκας; Τι συντέλεσε στο οι μισοί Έλληνες να μην μπορούν πλέον να διαβάσουν σωστά ένα κείμενο, οποιουδήποτε ύφους και λογικής, καταλήγοντας να το κρίνουν όχι για αυτό που είναι και πραγματεύεται αλλά βάσει του τι περιμένουν οι ίδιοι να διαβάσουν;
HuffPost

Ο ενθουσιασμός είναι ένα υπέροχο ανθρώπινο χαρακτηριστικό. Δεν θεώρησα ποτέ πως είναι κάτι κακό, ένα ψεγάδι για το οποίο πρέπει να ντρεπόμαστε ή να προσπαθούμε να το καταπιέσουμε για να μην παρεξηγηθούμε ή για να κρατήσουμε ένα σοβαρό, «ενήλικο» προφίλ μπροστά στους άλλους.

Και μετά, υπάρχει ο κακός ενθουσιασμός. Αυτός από τον οποίο φαίνεται να «πάσχει» η πλειονότητα των Ελλήνων αναγνωστών καθώς και μια τεράστια μερίδα του παγκόσμιου αναγνωστικού κοινού. Σε αυτό το κείμενο, όμως, θα ασχοληθούμε με τα δικά μας τα παιδιά.

Καταρχάς να ξεκαθαρίσω πως το γεγονός ότι είμαι δημοσιογράφος δεν έχει καμία σχέση με την άποψη που έχω σχηματίσει για τους αναγνώστες του ελληνικού ίντερνετ, ούτε πρόκειται περί προσωπικών απωθημένων. Είναι καθαρά η προσωπική μου γνώμη, ένας προβληματισμός που μου έχει δημιουργηθεί ως αναγνώστρια και η ίδια. Δεν κάνω ειδησεογραφικό ρεπορτάζ, ούτε απαιτώ να συμφωνήσουν όλοι μαζί μου. Πάει κι αυτό.

Γιατί όλες αυτές οι επεξηγήσεις λες και απευθύνομαι σε παιδάκια; Γιατί όλα όσα βλέπω εδώ και χρόνια στο ελληνικό ίντερνετ, και μάλιστα επί καθημερινής βάσης, με έχουν κάνει να πιστέψω πως ο μέσος Έλληνας αναγνώστης χρειάζεται ανελέητα διεξοδική επεξήγηση της κάθε φράσης που διαβάζει σε ένα κείμενο, σημειολογική ανάλυση πάνω σε αυτήν και ίσως και μερικές φωτογραφίες, ώστε να καταλάβει ακριβώς τι λες, πότε μιλάς σοβαρά και πότε όχι, πότε ειρωνεύεσαι και πότε όχι κ.ο.κ. ώστε να καταφέρει να ολοκληρώσει το κείμενο χωρίς στο τέλος να νιώθει πως προσβάλλεις τον ίδιο, την οικογένειά του και την ανθρωπότητα εν γένει.

Πότε ακριβώς μπήκαμε σε αυτή την ατελείωτη λούπα παρεξήγησης, παρανόησης και πικρόχολης ατάκας; Τι συντέλεσε στο οι μισοί Έλληνες να μην μπορούν πλέον να διαβάσουν σωστά ένα κείμενο, οποιουδήποτε ύφους και λογικής, καταλήγοντας να το κρίνουν όχι για αυτό που είναι και πραγματεύεται αλλά βάσει του τι περιμένουν οι ίδιοι να διαβάσουν;

Ένας βασικός παράγοντας είναι το ίδιο το ίντερνετ, αυτό είναι δεδομένο. Μαζί με κάθε modem και ADSL που μπήκε σε κάθε σπίτι, δόθηκε αυτόματα και στον χρήστη τους ένα πάσο ελευθέρας για να μπαίνει παντού και να γράφει την άποψή του. Σε blog, σε φόρουμ, στον χώρο σχολίων κάθε site, οπουδήποτε. Κανένα πρόβλημα, αυτό άλλωστε είναι κι ένα από τα πιο δυνατά χαρτιά του ίντερνετ παγκοσμίως, αυτή είναι και η όλη φιλοσοφία της ελευθερίας του λόγου.

Ένας άλλος παράγοντας, όχι τόσο θετικός όσο ο προηγούμενος, είναι, κατά την ταπεινή μου γνώμη πάντα, ο εγωισμός μας. Η αίσθηση πως εμείς «θα το κάναμε καλύτερα» ή πως εμείς «ξέρουμε περισσότερα» ή, ακόμα χειρότερα, εμείς «ξέρουμε τι άνθρωπος είναι αυτός που γράφει το κείμενο, ξέρουμε τη ζωή του, ξέρουμε πόσα πληρώνεται για να τα γράψει, ξέρουμε που αποσκοπεί και τι θέλει να κερδίσει και, όχι αγάπη μου, δε θα με κοροϊδέψει αυτός εμένα».

Παράδειγμα:

Το κείμενο: Μια μικρή, σύντομη είδηση που αφορά μια νέα χολιγουντιανή ταινία, στην οποία ο συντάκτης του μέσου γράφει για τους ηθοποιούς που θα συμμετέχουν, την κεντρική ιστορία και ένα δύο παρελκόμενα που έχουν κυκλοφορήσει για αυτήν. Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο.

Η νορμάλ αντίδραση: α) Α, ωραία, με ενδιαφέρει, ας το ψάξω λίγο ακόμα. β) Δεν με ενδιαφέρει καθόλου, ας διαβάσω κάτι άλλο.

Η αντίδραση που πετυχαίνω συχνότερα τα τελευταία 10 χρόνια: Καλά, με δουλεύουν, γράφουν τόσο μικρό κείμενο για τον αγαπημένο μου σκηνοθέτη και την νέα του ταινία; Πρέπει οπωσδήποτε να αφήσω σχόλιο όπου θα αναφέρω όλα τα επιτεύγματά του από το 1970 και μετά, όλα τα trivia που δεν έχουν βάλει στο κείμενο σχετικά με την ταινία, τι πρέπει να διαβάσουν και να δουν αν θέλουν να γράφουν τέτοια πράγματα και, μιας και είμαι εδώ, ας τους γράψω κι ένα «νομίζετε πως είστε και δημοσιογράφοι; Σα δε ντρεπόμαστε λίγο».

Ο αναγνώστης με την δεύτερη αντίδραση, δεν θα αφιερώσει ποτέ ένα λεπτό για να σκεφτεί τη θεματολογία του site στο οποίο έχει μπει. Ότι, ας πούμε, δεν είναι ένα αμιγώς κινηματογραφικό site, αλλά ένα ειδησεογραφικό ποικίλης ύλης που απλά προσφέρει την βασική είδηση και από εκεί και πέρα, αν σε ενδιαφέρει, μπορείς να ψάξεις περισσότερα για αυτήν κάπου πιο εξειδικευμένα.

Ο ίδιος αναγνώστης, επίσης, μπορεί να γκρινιάζει όλη μέρα για τη δουλειά του αλλά δεν θα κάτσει ποτέ να σκεφτεί πως ο συντάκτης που έχει γράψει την είδηση ίσως είναι υποχρεωμένος να γράφει 58 κείμενα την ημέρα λόγω περικοπών στο προσωπικό της εταιρείας όπου εργάζεται και, πολλές φορές, οι οδηγίες που παίρνει από τους αρχισυντάκτες του είναι «θέλω να γράψεις για αυτό αλλά συνοπτικά, πέντε πράγματα, δεν είμαστε η Ακαδημία εδώ πέρα, και μετά πιάσε το άλλο που μας καίει περισσότερο».

Όχι, ο συγκεκριμένος αναγνώστης πιστεύει πως είναι χρέος κάθε δημοσιογράφου, οπουδήποτε κι αν εργάζεται, να γράφει ακριβώς ό,τι θέλει να διαβάσει ο καθένας που μπαίνει στο site του. Δεν έχει σημασία αν το site είναι καθαρά γυναικείο, lifestyle, αθλητικό ή ειδησεογραφικό. Πρέπει όλοι να γράφουν εμπεριστατωμένα για όλα, άσχετα αν δεν είναι αυτός ο τομέας ειδίκευσής τους. Βέβαια, ο ίδιος αναγνώστης, όταν θελήσει να φάει burger δεν θα πάει στην ψαροταβέρνα στο Πέραμα να κάνει σαματά επειδή δεν σερβίρουν μπιφτέκι-διπλό μπέικον-onion rings.

Ένας τρίτος παράγοντας κατά τη γνώμη μου (όπως καταλάβατε θα το γράφω συνέχεια αυτό, για προφανείς λόγους) είναι η κουλτούρα που μας χαρακτηρίζει ως λαό και ο τρόπος που αυτή διαμορφώθηκε με τον ερχομό του ίντερνετ.

Από τη μία, έχουμε τον μέσο Έλληνα που έχει μεγαλώσει με την αντίληψη πως η δική του γνώμη είναι ανώτερη των υπολοίπων, που έχει μάθει να δίνει βαρύτητα στα αρνητικά οποιασδήποτε κατάστασης και να παραβλέπει τα θετικά, που προτιμά να δείχνει με το δάχτυλο τα ελαττώματα όλων των άλλων, ποτέ όμως τα δικά του, που πρώτα θα πει την βαρύγδουπη άποψή του και μετά θα σκεφτεί αν έχει όντως βάση και λογική αυτό που ξεστόμισε -ή μπορεί να μην το σκεφτεί και ποτέ. Και αυτό δεν είναι η άποψή μου, είναι η ελληνική πραγματικότητα.

Από την άλλη έχουμε το ίντερνετ, που μέσω του τεράστιου, χαοτικού όγκου πληροφοριών στον οποίο μας εκθέτει κάθε λεπτό της ημέρας, μας έκανε ανυπόμονους και επιφανειακούς, τόσο που να μη μπορούμε να συγκεντρωθούμε σε κάτι -ένα κείμενο εν προκειμένω- για πάνω από 15 δευτερόλεπτα (υπάρχει σχετική έρευνα, δεν τα βγάζω από το κεφάλι μου).

Συνδυάστε τώρα αυτά τα δύο μαζί και έχετε τον σύγχρονο Φρανκενστάιν που ονομάζεται «μέσος σχολιαστής ειδήσεων στο διαδίκτυο».

Ο κόσμος πλέον βιάζεται να πει τη γνώμη του. Το λυπηρό δεν είναι αυτό, το λυπηρό είναι πως θέλει να την πει πριν διαβάσει το κείμενο. Οι φορές που έχω δει κάποιον να σχολιάζει μια ανάρτηση βασισμένος αποκλειστικά και μόνο στον τίτλο της είναι πολύ, πολύ περισσότερες από όσες θα μας επέτρεπαν να είμαστε περήφανοι ως κυρίαρχα θηλαστικά αυτού του πλανήτη. Έχω δει αναγνώστες να γίνονται έξαλλοι επειδή η είδηση που δημοσίευσε κάποιο site έγινε πριν τρία χρόνια -άρα τους κοροϊδεύουν. Αν διάβαζαν όμως το κείμενο, θα έβλεπαν πως το ίδιο περιστατικό συνέβη ξανά πριν λίγες ώρες, άρα και ο τίτλος είναι -αναπόφευκτα- παρόμοιος. Έχω δει αναγνώστες να βρίζουν συντάκτη λόγω της φωτογραφίας που συνοδεύει το κείμενό του, επειδή τους φαίνεται άσχετη και παραπλανητική. Αν διάβαζαν όμως το κείμενο, θα καταλάβαιναν τον λόγο για τον οποίο τη διάλεξε. Έχω δει αναγνώστες να απευθύνονται με τον χειρότερο τρόπο στον συντάκτη, με λόγια τόσο σκληρά και άδικα που σοκάρουν με το μένος τους, επειδή, πολύ απλά, είπε την άποψή του γράφοντας σε ένα κείμενο άποψης, όπως αυτό που διαβάζετε τώρα. Και, φυσικά, συνήθως όλα καταλήγουν στο «είναι ό,τι χειρότερο έχω διαβάσει στη ζωή μου, θα έπρεπε να ντρέπεσαι που αυτό-αποκαλείσαι δημοσιογράφος».

Γιατί ο μέσος Έλληνας, εκτός των άλλων, είναι και μεγάλη drama queen. Επίσης, είναι τρομερά ενδιαφέρον -ή και αστείο- να βλέπεις τι θεωρεί ο καθένας «το χειρότερο κείμενο που έχει διαβάσει στη ζωή του», όπως και το πόσος κόσμος πιστεύει πως ξέρει καλύτερα από εσένα τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να κάνεις τη δουλειά σου.

Η ικανότητα του ανθρώπου να σκέφτεται και να εκφέρει λόγο είναι ένα ασύλληπτα σπουδαίο χάρισμα για να το χρησιμοποιούμε ως ξεσκονόπανο του Εγώ μας, εκεί θέλω να καταλήξω. Για αυτό και δεν θα ήταν κακή ιδέα να μάθουμε να διαβάζουμε τις ειδήσεις στο ίντερνετ σαν άνθρωποι και όχι σαν μονίμως εξοργισμένα τρολ που θα καταναλώσουν περισσότερη φαιά ουσία για να βρουν το λάθος (ακόμα κι αν δεν υπάρχει) και να κατασπαράξουν αυτόν που το έκανε, παρά για να κατανοήσουν το νόημα των όσων διαβάζουν και να το κρίνουν μέσα στο πλαίσιο στο οποίο γράφτηκε. Όσο κι αν πονάει να το παραδεχτούμε, κανένας μας δεν είναι τόσο σημαντικός όσο θα ήθελε να πιστεύει πως είναι. Και το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τις απόψεις μας.

Δημοφιλή