Πέρα από το γεγονός ότι ο κ. Τσίπρας παίζει στα δάχτυλα την κεντρική αντίφαση στη στρατηγική της (και «ο πιο μνημονιακός πρωθυπουργός» και «Μαδούρο»), η αξιωματική αντιπολίτευση επιμένει να αρκείται σε πρόχειρα, δασκαλίστικα ψυχογραφήματα και ανθολόγηση των αντιφάσεων του κ. Τσίπρα. Είναι σαν η Νέα Δημοκρατία να έχει αναλάβει, ανεπιτυχώς, τον ρόλο εκπόνησης ενός σχεδίου εξόδου από την εξουσία για λογαριασμό του πρωθυπουργού, χωρίς να διαθέτει η ίδια εκείνο το σχέδιο που θα την φέρει πιο γρήγορα στη θέση να κυβερνήσει.
SOOC

Η πρόσφατη συνέντευξη του Πρωθυπουργού προσφέρεται για reality check με πολλούς αποδέκτες.

Για τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα ήταν μια δημόσια παραδοχή ότι δεν είναι ούτε ριζοσπάστης αριστερός, ούτε καν αριστερός. Ποιος αριστερός, άλλωστε, θα κατέφευγε στη πρόχειρη λαϊκοδεξιά συλλογιστική ότι αφού «ο κόσμος πήγε στα χωριά του το Πάσχα», τα πράγματα δεν είναι και τόσο άσχημα; Και ίσως, η άνεση, η ευθυμία γαλαρίας και οι ταχυδακτυλουργικοί ισχυρισμοί του να είχαν σκοπό να πείσουν ότι γνωρίζει που οδηγεί το καράβι, ωστόσο η αίσθηση ήταν κάπως γνώριμη. Ο Αλέξης Τσίπρας φροντίζει να υπενθυμίζει ότι θα του άρεσε να τον μπερδεύουν με τον Κώστα Καραμανλή. Θέλει να είναι ευχάριστος, αλλά αδιαφορεί αν οι πράξεις του είναι και δυσάρεστες και ανεύθυνες. Δείτε το και ως μια υπερφυσική άσκηση στο μεταχθές ή έστω μια προβολή στο μέλλον. «Είχα αυταπάτες», «διαπραγματευτήκαμε και πέσαμε σε τοίχο, το παραδεχθήκαμε» υποστήριξε απερίφραστα, χωρίς βέβαια να μετριάζει την αλαζονική άγνοια κινδύνου που του επιτρέπει να υιοθετεί νέες αυταπάτες εξακολουθητικά (μέσα σε ένα πλαίσιο που παρέχει άφθονη ευκαιρία για γνώση τόσο των οικονομικών όσο και των ευρύτερων γεωπολιτικών συνθηκών και «μεγεθών»).

Για τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα ήταν μια δημόσια παραδοχή ότι δεν είναι ούτε ριζοσπάστης αριστερός, ούτε καν αριστερός. Ποιος αριστερός, άλλωστε, θα κατέφευγε στη πρόχειρη λαϊκοδεξιά συλλογιστική ότι αφού «ο κόσμος πήγε στα χωριά του το Πάσχα», τα πράγματα δεν είναι και τόσο άσχημα;

Για τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, ο πρωθυπουργός εφάρμοσε το απατηλό "charm offensive" της διγλωσσίας του: θα πούμε ναι σε όλα τα μέτρα, αλλά θα τα πάρουμε πίσω, αν δεν έχουμε λύση στο ζήτημα του χρέους. Η απειλή του ριζοσπαστισμού λειτουργεί ως εν δυνάμει τεκμήριο ριζοσπαστισμού. Στη πραγματικότητα αποκαλύπτει ότι η μόνη αντιπολίτευση που ίσως αγχώνει τον κ. Τσίπρα είναι η εσωτερική αντιπολίτευση. Και αυτό περισσότερο από κεκτημένη ταχύτητα και λιγότερο επειδή συνιστά μια ρεαλιστική απειλή.

Για τη Νέα Δημοκρατία -όπως τουλάχιστον μαρτυρά και η απάντηση της- η κατάσταση έχει αρχίσει να είναι κάπως ντροπιαστική. Πέρα από το γεγονός ότι ο κ. Τσίπρας παίζει στα δάχτυλα την κεντρική αντίφαση στη στρατηγική της (και «ο πιο μνημονιακός πρωθυπουργός» και «Μαδούρο»), η αξιωματική αντιπολίτευση επιμένει να αρκείται σε πρόχειρα, δασκαλίστικα ψυχογραφήματα και ανθολόγηση των αντιφάσεων του κ. Τσίπρα. Τα στελέχη της ΝΔ αντί να προσπαθούν να εξηγήσουν στη κοινωνία το σχέδιο τους για την επόμενη ημέρα και να πείσουν ότι δεν θα είναι η συνέχεια των Μεταπολιτευτικών κατσαπλιάδων, επιμένουν να μιλούν για Βενεζουέλα ή να προσπαθούν να αποδείξουν γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ ενδόμυχα προτιμούν μια εκλογή της Λεπέν. Είναι σαν η αξιωματική αντιπολίτευση να έχει αναλάβει, ανεπιτυχώς, τον ρόλο εκπόνησης ενός σχεδίου εξόδου από την εξουσία για λογαριασμό του πρωθυπουργού, χωρίς να διαθέτει η ίδια εκείνο το σχέδιο που θα την φέρει πιο γρήγορα στη θέση να κυβερνήσει.

Επομένως, η Νέα Δημοκρατία είτε θα τεκμηριώσει κάτι ουσιαστικά σοβαρό στη περίπτωση της σχέσης υπουργών του ΣΥΡΙΖΑ με τη Βενεζουέλα, είτε θα πρέπει να εγκαταλείψει αυτή την πλοκή. Διαφορετικά, η συνεχής επίκληση στη δύστυχη Βενεζουέλα, ούτε ανταποκρίνεται στη δική μας ευρωπαϊκή πραγματικότητα, ούτε βοηθάει τη χώρα. Γιατί ποιος θέλει να κυβερνήσει -πόσο μάλλον να επενδύσει- σε μια, έστω και κατά φαντασία, Βενεζουέλα; Επιπλέον, το εν λόγω αφήγημα βοηθάει τον πρωθυπουργό να αξιοποιεί με επιτυχία το προφίλ ενός αλχημιστή της εξουσίας: «και μνημονιακός, και αντιστασιακός», γοητεύοντας μια μερίδα του πληθυσμού που αντιλαμβάνεται τις αλχημίες ως διαπιστευτήριο αναστήματος και δαιμονίου ταυτόχρονα.

Είναι σαν η αξιωματική αντιπολίτευση να έχει αναλάβει, ανεπιτυχώς, τον ρόλο εκπόνησης ενός σχεδίου εξόδου από την εξουσία για λογαριασμό του πρωθυπουργού, χωρίς να διαθέτει η ίδια εκείνο το σχέδιο που θα την φέρει πιο γρήγορα στη θέση να κυβερνήσει.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης πρέπει να ξεπεράσει το δέος της «μεγάλης παράταξης» στην εποχή που οι μεγάλες παρατάξεις έχουν ήδη καταποντιστεί και να κάνει σοβαρές τομές. Και Φιγιόν και Μακρόν δεν γίνεται. Και Σαμαράς και Μητσοτάκης, επίσης δεν γίνεται. Όλο αυτό το νταραβέρι, μεταξύ των διαφορετικών φατριών κομματαρχών, εκτός από πληκτικό και αναχρονιστικό, είναι και αδιέξοδο.

Για τους Έλληνες πολίτες, των οποίων δεν «ξεχειλίζει η οργή», όπως διέγνωσε ο κ. Κικίλιας, αλλά μειώνεται κάθε αντοχή για απεγκλωβισμό από το αδιέξοδο και τη μοιρολατρία, το μήνυμα του πρωθυπουργού ήταν ξεκάθαρο, εμβαπτισμένο με το ευφυολόγημα του Γκράουτσο Μαρξ: μην έχετε αυταπάτες, εδώ θα μείνω γιατί «αυτές είναι οι αρχές μου, κι αν δεν σας αρέσουν, έχω κι άλλες». Τhug Life!

Δημοφιλή