Χρηματιστήριο ρύπων: Είναι έτοιμη η Ελλάδα για τη μεγάλη υπέρβαση;

Η αναθεώρηση της οδηγίας που διέπει τη λειτουργία του Ευρωπαϊκού Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (ΕΣΕΔΕ) θα αποτελέσει ίσως το σταυροδρόμι για το ενεργειακό μέλλον της Ελλάδας για τις επόμενες δεκαετίες. Ο λόγος είναι απλός: οι ως τώρα δρομολογημένες αλλαγές του ΕΣΕΔΕ προβλέπεται να ανεβάσουν σημαντικά την τιμή των δικαιωμάτων εκπομπών, καθιστώντας μη οικονομικά βιώσιμο το λιγνιτικό μοντέλο ηλεκτροπαραγωγής, στο οποίο βασίστηκε η χώρα μας για δεκαετίες.
ARIS MESSINIS via Getty Images

Η αναθεώρηση της οδηγίας που διέπει τη λειτουργία του Ευρωπαϊκού Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (ΕΣΕΔΕ) θα αποτελέσει ίσως το σταυροδρόμι για το ενεργειακό μέλλον της Ελλάδας για τις επόμενες δεκαετίες. Ο λόγος είναι απλός: οι ως τώρα δρομολογημένες αλλαγές του ΕΣΕΔΕ προβλέπεται να ανεβάσουν σημαντικά την τιμή των δικαιωμάτων εκπομπών, καθιστώντας μη οικονομικά βιώσιμο το λιγνιτικό μοντέλο ηλεκτροπαραγωγής, στο οποίο βασίστηκε η χώρα μας για δεκαετίες.

Ήδη, το γεγονός ότι οι λιγνιτικές μονάδες πληρώνουν - από το 2013 - για κάθε τόνο CO2 που εκπέμπουν, έχει συμβάλει καθοριστικά στην καθίζηση του μεριδίου του λιγνίτη στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής, το οποίο το 2016 έφτασε στο ιστορικό ναδίρ του 29%. Μάλιστα, αυτό συνέβη καθ' όλη τη διάρκεια της τετραετίας 2013-2016, με τιμές δικαιώματος έως και πέντε φορές χαμηλότερες, από αυτές που προβλέπονται για την επόμενη φάση του ΕΣΕΔΕ (2021-2030). Ο ελληνικός λιγνίτης, ειδικά, που είναι πολύ ευάλωτος σε οποιαδήποτε αλλαγή της ευρωπαϊκής περιβαλλοντικής νομοθεσίας ενέχει οικονομικό πρόσημο, λόγω της εξαιρετικά χαμηλής ποιότητάς του.

Η ΔΕΗ γνωρίζει πολύ καλά αυτή τη νέα πραγματικότητα και ιδιαίτερα τις αρνητικές επιπτώσεις των αλλαγών στην οικονομική βιωσιμότητα των δύο νέων, πανάκριβων λιγνιτικών μονάδων, στις οποίες επιμένει χωρίς καμία τεκμηρίωση για την αναγκαιότητα λειτουργίας τους. Αντί όμως να επανεξετάσει τα σχέδιά της, αντιλαμβανόμενη το εχθρικό για τον λιγνίτη διεθνές επενδυτικό περιβάλλον, αποφάσισε να πιέσει σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, ώστε οι λιγνιτικές της μονάδες να μπορούν να ρυπαίνουν χωρίς να πληρώνουν.

Ασκώντας ασφυκτικές πιέσεις σε ευρωβουλευτές και κυβερνήσεις από το 2015 ως σήμερα κατόρθωνε να αντιμετωπίζεται το αίτημα απαλλαγής των λιγνιτικών της σταθμών από την υποχρέωση πληρωμής ως «εθνική υπόθεση». Ευτυχώς, τόσο η Επιτροπή Περιβάλλοντος, όσο και η Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αντιλήφθηκαν ότι το αίτημα αυτό μεταφραζόταν σε επιδότηση για τη λειτουργία 2 νέων λιγνιτικών μονάδων με χρήματα του ΕΣΕΔΕ για μια ολόκληρη δεκαετία. Καθώς ο βασικός στόχος του ΕΣΕΔΕ είναι ο ακριβώς αντίθετος, δηλαδή η στροφή σε μια ευρωπαϊκή οικονομία χαμηλού άνθρακα, το Ευρωκοινοβούλιο απέρριψε το αίτημα υπαγωγής της Ελλάδας στη σχετική εξαίρεση του άρθρου 10γ.

Κι ενώ η ΔΕΗ μετά την απόρριψη στο Ευρωκοινοβούλιο εξακολουθεί να πιέζει για συνέχιση της διεκδίκησης στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ο νέος Αναπληρωτής Υπουργός Περιβάλλοντος φαίνεται να βάζει οριστικό τέλος σε αυτόν τον παραλογισμό. Τόσο στην ομιλία του στην Επιτροπή Περιβάλλοντος στη Βουλή, όσο -κυρίως - στη δημόσια τοποθέτησή του στο πρόσφατο Συμβούλιο Υπουργών, δεν συμπεριέλαβε την εξαίρεση του άρθρου 10γ για δωρεάν δικαιώματα εκπομπών στις διεκδικήσεις της Ελλάδας. Αντίθετα, επέμεινε στο να αποκτήσει η Ελλάδα πρόσβαση στους πόρους του Ταμείου Εκσυγχρονισμού για τη χρηματοδότηση της διασύνδεσης των νησιών και στην αναγκαιότητα ίδρυσης του Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης για τη στήριξη των εργαζομένων, αλλά και των τοπικών οικονομιών στις λιγνιτικές περιοχές της Ευρώπης, οι οποίες αναμφίβολα θα πληγούν περισσότερο από τη νομοτελειακή πλέον μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλού άνθρακα.

Το πρώτο αίτημα μάλιστα, που μεταφράζεται σε πόρους ύψους 400 - 500 εκ. ευρώ, ήδη συμπεριλήφθηκε στο κείμενο του Συμβουλίου των Υπουργών με το οποίο το Συμβούλιο θα προσέλθει στις επερχόμενες τριμερείς διαπραγματεύσεις με το Ευρωκοινοβούλιο και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την οριστικοποίηση της αναθεώρησης της οδηγίας. Δύο εβδομάδες πριν, είχε προηγηθεί η υπερψήφιση από την Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικής τροπολογίας που κατέθεσαν οι Έλληνες ευρωβουλευτές και στήριξαν και οι περιβαλλοντικές οργανώσεις σε Ελλάδα και Ευρώπη. Αντιθέτως, η ίδρυση του Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης που εκτιμάται ότι θα περιλαμβάνει 8 δισ. ευρώ για τη δεκαετία 2021-2030 δεν συμπεριλήφθηκε στο κείμενο του Συμβουλίου Υπουργών, μολονότι το Ευρωκοινοβούλιο υπερψήφισε τη σχετική τροπολογία.

Παρά το γεγονός ότι πολλές από τις θέσεις του υπουργείου σε άλλα ζητήματα της αναθεώρησης του ΕΣΕΔΕ κινούνται σε λάθος κατεύθυνση, η εγκατάλειψη του αιτήματος για δωρεάν δικαιώματα εκπομπών, η στοχευμένη και εξειδικευμένη διεκδίκηση της πρόσβασης της Ελλάδας στο Ταμείο Εκσυγχρονισμού και η στήριξη στη δημιουργία του Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης με χρήματα του ΕΣΕΔΕ, αποτελούν μια κομβικής σημασίας στροφή του υπουργείου προς τη βιωσιμότητα του ενεργειακού μοντέλου της χώρας, για την οποία αξίζει ένα ξεκάθαρο μπράβο στη νέα ηγεσία του υπουργείου. Ελπίζουμε η θέση αυτή να παραμείνει αταλάντευτη μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας αναθεώρησης που τοποθετείται στο δεύτερο εξάμηνο του 2017.

Δημοφιλή