Είδα: τη «Γυναίκα απ' τα παλιά» σε σκηνοθεσία Ελενας Καρακούλη

Ολοένα και εξοικειωνόμαστε με την εργογραφία του Ρόναλντ Σιμελπφένιχ που, από τα χρόνια του «Αμόρε» μέχρι σήμερα, αυξάνει τη συχνότητα της παρουσίας του στην ελληνική σκηνή.
tospirto

Ολοένα και εξοικειωνόμαστε με την εργογραφία του Ρόναλντ Σιμελπφένιχ που, από τα χρόνια του «Αμόρε» μέχρι σήμερα, αυξάνει τη συχνότητα της παρουσίας του στην ελληνική σκηνή.

Πολυγραφότατος ο ίδιος και καταξιωμένος στην πατρίδα του, τη Γερμανία, μοιάζει να μην διαπραγματεύεται κάποια χαρακτηριστικά στη δομή των έργων του. Λιτός, καθημερινός λόγος, σύντομες σκηνές που τεμαχίζουν τον θεατρικό χρόνο, παιχνίδια ανάμεσα στο πριν και το μετά, γριφώδη μηνύματα στην πλοκή, ποικιλία υφών και (συνήθως) μια ευθεία αναφορά στο είδος της αρχαίας τραγωδίας.

Όλα τα παραπάνω στοιχεία φαίνεται να εξαργυρώνονται και στη «Γυναίκα απ' τα παλιά» (κείμενο που έχει ανέβει σε αθηναϊκό θέατρο πριν από οκτώ χρόνια)· μια φαινομενικά ανώδυνη οικογενειακή ιστορία με νεο-μπουλβάρ μοτίβα που καθώς εμβαθύνει στην πλοκή, εξελίσσεται σε οικογενειακό δράμα και τελικά κορυφώνεται αριστοτεχνικά σε μια τραγωδία-θρίλερ που λύτρωση δεν έχει. Η ιστορία ξεκινάει με το δεδομένο μιας μετακόμισης από τη Γερμανία στον Καναδά. Ένα ζευγάρι, από καιρό μέσα σε γάμο και γονείς ενός έφηβου αγοριού, πακετάρουν τα τελευταία από τα υπάρχοντά τους πριν αναχωρήσουν. Η απροσδόκητη επίσκεψη μιας παλιάς, νεανικής αγαπημένης του άνδρα στο κατώφλι του σπιτιού τους θα δυναμιτίσει τα θεμέλια της σχέσης τους και η κατάσταση θα πάρει μια αναπάντεχη τροπή, χωρίς γυρισμό.

Αυτό το υλικό αναλαμβάνει να διαχειριστεί η Ελενα Καρακούλη, στην πρώτη της σκηνοθετική απόπειρα. Σε μια ωραία ιδέα που υλοποιεί η σκηνογράφος Κλειώ Γκιζελή, εγκιβωτίζει τις ζωές των ηρώων της μέσα σε μια πλατφόρμα ζωής. Σαν κομμένη φέτα ενός αστικού διαμερίσματος όπου τρεις πόρτες ανοίγουν και κλείνουν εισάγοντας πρόσωπα και γεγονότα, το σκηνικό της παράστασης λειτουργεί σαν ένα στατικό σύμβολο μιας «τακτοποιημένης» καθημερινότητας. Τα χαρτόκουτα που στοιβάζονται στην άκρη του, χωρούν άλλες τόσες αναμνήσεις ενός «κανονικού» παρελθόντος για το οποίο λίγα θα μάθουμε μέχρι να το δούμε να σκάει στο παρόν σαν εκρηκτικός μηχανισμός.

Η σκηνοθεσία καλείται, λοιπόν, να ανταποκριθεί σε ένα παιχνίδι πολύ λεπτών ισορροπιών και αποχρώσεων που φωτίζεται αφενός μέσα από την έντονη αλληλεπίδραση των ηρώων και αφετέρου από το κούρδισμα μεταξύ των αλλεπάλληλων και σύντομων σκηνών. Η πρώτη πρόκληση μοιάζει να έχει επιτευχθεί. Η χημεία μεταξύ των ερμηνευτών και η επί μέρους απόδοσή τους, τους φέρνει πολύ κοντά στην καρδιά του έργου, της ρεαλιστικής επιφάνειας αλλά και των συμβολισμών του. Ο Νίκος Ψαρράς είναι ο σύζυγος που ακροβατεί ανάμεσα στην ευθύνη του γάμου και στην ανεμελιά της νιότης. Συνάμα όμως είναι και ο άνθρωπος που μοιάζει να έχει χάσει τον υπαρξιακό προσανατολισμό του, βρίσκεται σε εσωτερική παραφορά και συνομιλεί ευθέως με τον Ιάσονα του Ευριπίδη. Η Μαρία Ζορμπά στηρίζεται στην έκφραση και στο μέτρο για να σκιαγραφήσει τη σύζυγο και τα «πρέπει» που τη συνοδεύουν. Η Στεφανία Γουλιώτη ζωντανεύει με ευελιξία μια σύγχρονη Μήδεια, έναν κόσμο ελευθερίας αλλά και απύθμενου σκοταδιού, ενώ με φυσική επάρκεια εμφανίζονται ο Χάρης Τζωρτζάκης και η Ηλιάνα Μαυρομάτη στους ρόλους του γιου και της κοπέλας του.

Το έτερο ζητούμενο ωστόσο, η ταχύτητα εναλλαγής ανάμεσα στις σκηνές, παραμένει σε εκκρεμότητα. Η δραματουργία του Σιμελπφένιχ αποζητάει πολύ πιο εξασκημένα αντανακλαστικά, μεγαλύτερη ακρίβεια, πιο σαφή και γοργό ρυθμό· εν ολίγοις μια σκηνοθεσία στην κόψη, μια συνθήκη που στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν έχει επιτευχθεί ή τουλάχιστον χρειάζεται ακόμα δουλειά.

Στέλλα Xαραμή

Διαβάστε περισσότερα για ό,τι συμβαίνει στις τέχνες στο www.tospirto.net

Δημοφιλή