Το διακύβευμα και το στοίχημα

Η πολυτέλεια του χρόνου και των ψευδαισθήσεων έχει χαθεί για όλους. Στο εφιαλτικό τοπίο που φιλοτεχνεί το καθεστώς ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ θα βρεθούμε σύντομα στο δίλημμα να μείνουμε παθητικοί και άπραγοι ή να απαντήσουμε όπως οι κάτοικοι της Μήλου στους Αθηναίους «συμμάχους» που επεδίωκαν την υποταγή τους: «Εμείς είμαστε ακόμα ελεύθεροι, θα ήμαστε πολύ δειλοί αν δεν κάναμε τα πάντα για να μην υποδουλωθούμε» (Θουκυδίδης, Ε 100). Μένει να φανεί, και στο επόμενο διάστημα, ότι δικαστές δεν έχει μόνο το Βερολίνο αλλά και η Αθήνα.
sooc

Ο θεσμός της Δικαιοσύνης δε λειτούργησε ποτέ σε ιδανικές συνθήκες στη χώρα μας, το τελευταίο όμως διάστημα δοκιμάζεται έντονα. Η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, θέλοντας να ελέγξει το τοπίο της ενημέρωσης, όπως και όλους τους κρίσιμους τομείς και θεσμούς της δημοκρατίας, δεν ορρωδεί προ ουδενός. Επιχειρεί, με στρατηγικές και απροσχημάτιστες κινήσεις της, ακόμα και με εισοδηματικές υποσχέσεις, ταξίματα και «καθρεφτάκια», να εξευμενίσει τους δικαστές και να υπονομεύσει την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, την οποία άλλωστε αντιλαμβάνεται ως προέκταση της δικής της εξουσίας, ως ένα ακόμα υπουργείο.

Και ενώ το κράτος δικαίου και η ίδια η κοινοβουλευτική Δημοκρατία διαβρώνονται, η Κυβέρνηση προσποιείται ότι δεν συμβαίνει τίποτα και προσδένει τη χώρα, σταθερά και με σχέδιο, στον τρίτο κόσμο.

Όταν ο Πρόεδρος του ΣτΕ, εξερχόμενος από το πρωθυπουργικό Μέγαρο δηλώνει, ότι «υποχρέωση του δικαστηρίου είναι να αφουγκράζεται την κοινωνία», τότε ο πολίτης δε μπορεί να νιώθει ασφαλής.

Η «περιρρέουσα» ατμόσφαιρα, «οι δημοσκοπικές» προτιμήσεις, ο «σφυγμός της κοινωνίας» είναι στοιχεία που επηρεάζουν την κρίση δικαστή «λαϊκού» δικαστηρίου αυταρχικού καθεστώτος. Πώς αλήθεια να ορίσεις την «κοινή γνώμη»;

Όμως η Δικαιοσύνη δε μπορεί να έχει σχέση ούτε με την πυρά της κόλασης του Δάντη ούτε με την κλίνη του Προκρούστη. Είναι υποχρεωμένη να είναι νηφάλια, αμερόληπτη, τολμηρή και αποστασιοποιημένη από τις κοινωνικές κραυγές και τους ψιθύρους. Δε συμβουλεύεται και πρωτίστως δεν επηρεάζεται από το δελτίο της επικαιρότητας.

Στη μεταδικτατορική Ελλάδα έγινε θεσμικά αυτονόητο ότι ο δικαστής είναι εγγυητής της τήρησης του Συντάγματος και των νόμων και η Δικαιοσύνη, που ελέγχει κάθε εξουσία αν τηρεί τους νόμους και το Σύνταγμα, είναι ο θεσμικός εγγυητής της νομιμότητας, του κράτους δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Μάλιστα, όσο περισσότερο κατοχυρώνονται τα δικαιώματα της μειοψηφίας έναντι αντιδημοκρατικών υπερβολών της πλειοψηφίας, τόσο περισσότερο πετυχαίνει η αποστολή της (δικαιοσύνης) και τόσο ουσιαστικότερη είναι η δημοκρατία. Καμία έκπτωση δεν επιτρέπεται στην υπεράσπιση της θεμελιώδους αυτής αρχής.

Η πολυτέλεια του χρόνου και των ψευδαισθήσεων έχει χαθεί για όλους. Στο εφιαλτικό τοπίο που φιλοτεχνεί το καθεστώς ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ θα βρεθούμε σύντομα στο δίλημμα να μείνουμε παθητικοί και άπραγοι ή να απαντήσουμε όπως οι κάτοικοι της Μήλου στους Αθηναίους «συμμάχους» που επεδίωκαν την υποταγή τους: «Εμείς είμαστε ακόμα ελεύθεροι, θα ήμαστε πολύ δειλοί αν δεν κάναμε τα πάντα για να μην υποδουλωθούμε» (Θουκυδίδης, Ε 100).

Μένει να φανεί, και στο επόμενο διάστημα, ότι δικαστές δεν έχει μόνο το Βερολίνο αλλά και η Αθήνα.

Δημοφιλή