Αθήνα, Ιούνιος 2017. Στη Βουλή η ένταση ανεβαίνει, καθώς κυβέρνηση και αντιπολίτευση διασταυρώνουν τα ξίφη τους με αφορμή την πορεία των φορολογικών εσόδων.
Λίγες εκατοντάδες μέτρα μακριά, στην οδό Στουρνάρη αλλά και στο Δημαρχείο, πλανόδιοι πωλητές προσεγγίζουν τους περαστικούς επιδεικνύοντας το εμπόρευμά τους. Παράνομα τσιγάρα, στοιβαγμένα σε μαύρες σακούλες και πρόχειρες κρύπτες.
Το παράνομο εμπόριο τσιγάρων είναι μια ανοικτή πληγή που κοστίζει στη χώρα εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο. Πρόκειται για απώλειες κρατικών εσόδων που στο τέλος καλούνται να καλύψουν όλοι οι φορολογούμενοι, καπνιστές και μη.
Την ίδια ώρα που οι ελληνικές κυβερνήσεις καλούνται να λάβουν μέτρα που θα ενισχύσουν τα έσοδα του κράτους, η Πολιτεία - παρά τις προσπάθειες των αρμοδίων Αρχών - μοιάζει αδύναμη να αντιμετωπίσει την τεράστια «αιμορραγία» που προκαλεί στην οικονομία το παράνομο εμπόριο τσιγάρων.
Πρόκειται αναμφισβήτητα για ένα παγκόσμιο πρόβλημα. Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) εκτιμά ότι η παράνομη αγορά τσιγάρων στερεί από τα κράτη-μέλη της ΕΕ περίπου 10 δισεκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο.
Σύμφωνα με την τελευταία μελέτη της KPMG για το λαθρεμπόριο, το 2016 το παράνομο εμπόριο τσιγάρων στην ΕΕ-28 αντιστοιχούσε στο 9,1% της συνολικής κατανάλωσης.
Τι είναι αυτό λοιπόν που κάνει το πρόβλημα ιδιαίτερο στην Ελλάδα; Η απάντηση είναι απλή. Οι διαστάσεις του. To 2009 το λαθρεμπόριο καπνικών προϊόντων ήταν περίπου το 3% της συνολικής αγοράς, ενώ το 2016 βρίσκεται στο 18,8%, ποσοστό υπερδιπλάσιο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ένα στα πέντε πακέτα τσιγάρα που καταναλώθηκαν στη χώρα ήταν παράνομο. Η ζημιά για το δημόσιο, τεράστια. Περισσότερα από 600 εκατομμύρια ευρώ έγιναν ... καπνός. Σύμφωνα με τη μελέτη της KPMG η Ελλάδα συνεχίζει να κατέχει τη 2η θέση στην ΕΕ-28 με το υψηλότερο ποσοστό παράνομων τσιγάρων μετά τη Λετονία.
Είναι σαφές πλέον ότι έχει επέλθει μια μεγάλη αλλαγή. Η Ελλάδα δεν αποτελεί πλέον αποκλειστικά κόμβο διέλευσης για τα παράνομα τσιγάρα, αλλά και σημαντική χώρα προορισμού τους.
Παράνομα τσιγάρα μπορεί να βρει κανείς παντού σήμερα. Από τις λαϊκές αγορές και κεντρικά σημεία στην Αθήνα αλλά και άλλες πόλεις στην Ελλάδα, μέχρι το διαδίκτυο, απ' όπου η προμήθειά τους είναι πιο εύκολη από ποτέ.
Υπάρχουν τρεις κατηγορίες παράνομων προϊόντων καπνού:
α) Τα παραποιημένα προϊόντα καπνού, δηλαδή πλαστά τα οποία έχουν κατασκευαστεί χωρίς την άδεια του κατόχου του εμπορικού σήματος, αυτά που πολλές φορές στην καθομιλουμένη αποκαλούμε «μαϊμού».
β) Τα λαθραία προϊόντα καπνού, τα οποία εισάγονται παράνομα σε μία χώρα χωρίς την καταβολή των αντίστοιχων εισαγωγικών δασμών και φόρων.
γ) Τα «φθηνά λευκά» ("illicit whites"), τα οποία είναι προϊόντα καπνού που παράγονται με κύριο στόχο την παράνομη διακίνησή τους σε αγορές όπου δεν έχουν νόμιμη διανομή. Βάσει της μελέτης της KPMG, το 2016 τα «φθηνά λευκά» συγκέντρωναν στην Ελλάδα το μεγαλύτερο μερίδιο της πίτας της παράνομης αγοράς, περίπου το 44%.
Παράλληλα, όμως, παρατηρείται σημαντική αύξηση στα παραποιημένα τσιγάρα που - το 2016 - αντιστοιχούσαν στο 15,4% της παράνομης αγοράς όταν - το 2013 - ήταν μόλις το 0,8%.
Εκτός από την απώλεια εσόδων υπάρχει και μια ακόμη διάσταση, πολύ πιο σημαντική. Το παράνομο εμπόριο τσιγάρων αποτελεί βασική πηγή χρηματοδότησης για διεθνή τρομοκρατικά δίκτυα και εγκληματικές οργανώσεις. Το οργανωμένο έγκλημα θρέφεται από αυτό, απομυζώντας δημόσια έσοδα και στερώντας παράλληλα, χιλιάδες θέσεις εργασίας από τη νόμιμη εφοδιαστική αλυσίδα. Στη χώρα μας η άμεση αυτή απειλή αφορά περίπου 60.000 οικογένειες, οι οποίες απασχολούνται στον κλάδο του καπνού, από τον καπνοπαραγωγό μέχρι το περίπτερο της γειτονιάς. Υπολογίζεται ότι στα χρόνια της κρίσης, περισσότερα από 10.000 περίπτερα και ψιλικά έβαλαν λουκέτο.
Σήμερα, το φαινόμενο αποκτά εφιαλτικές διαστάσεις. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), το 2017 το ποσοστό της παράνομης αγοράς θα αγγίξει το 30%. Πρόκειται για μια αλματώδη αύξηση η οποία, αν επιβεβαιωθεί, θα ξεπερνά κάθε λογική.
Χωρίς καμία αμφιβολία, ο βασικός παράγοντας αυτής της σημαντικής στροφής προς τα παράνομα τσιγάρα είναι ένας: η διαρκώς αυξανόμενη φορολογική επιβάρυνση που οδηγεί στην αύξηση της λιανικής τιμής πώλησης. Τα στοιχεία το επιβεβαιώνουν. Η αύξηση της φορολογίας ακολουθείται πάντα από την έξαρση του λαθρεμπορίου και την πτώση στη νόμιμη αγορά.
Από τον Ιανουάριο του 2017, οπότε και εφαρμόστηκε η τελευταία αύξηση φορολογίας, το 90% σχεδόν της λιανικής τιμής των τσιγάρων είναι φόροι. Αυξημένοι φόροι, οι οποίοι φέρνουν ακόμη λιγότερα έσοδα στο κράτος, που στο πρώτο 6μηνο του χρόνου υστερούν κατά 800 εκατ. ευρώ από το αντίστοιχο περυσινό διάστημα.
Θα ήταν ίσως ουτοπικό να κάνουμε λόγο για οριστική λύση του προβλήματος, ωστόσο, ο περιορισμός του είναι εφικτός. Η Ευρώπη έχει χάσει πολύτιμο χρόνο στην καταπολέμηση ενός φαινομένου, το οποίο εκτός από την οικονομία έχει σημαντικές προεκτάσεις και στην ασφάλεια της κοινωνίας. Τα κράτη-μέλη και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή οφείλουν να δράσουν άμεσα και να νομοθετήσουν την υιοθέτηση ενός συστήματος ιχνηλασιμότητας στα καπνικά προϊόντα.
Τον Ιούνιο 2017 κυκλοφόρησε η κοινή μελέτη της Europol και του γραφείου Πνευματικής Ιδιοκτησίας της ΕΕ (EUIPO) σχετικά με την παραποίηση και την πειρατεία της πνευματικής ιδιοκτησίας στην ΕΕ. Σύμφωνα με τη μελέτη, η παραβίαση της πνευματικής ιδιοκτησίας χρηματοδοτεί το οργανωμένο έγκλημα και θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια και την υγεία των πολιτών καθώς και τις θέσεις εργασίας στη νόμιμη εφοδιαστική αλυσίδα. Έχει παρατηρηθεί ότι το διαδίκτυο αποτελεί σημαντικό κανάλι διακίνησης παραποιημένων προϊόντων. Ταυτόχρονα η Κίνα συνεχίζει να κατέχει την πρωτιά προέλευσης παραποιημένων προϊόντων ενώ οι ζώνες ελευθέρου εμπορίου συνεχίζουν να σχετίζονται με σειρά παραβιάσεων των πνευματικών δικαιωμάτων και σε ορισμένες περιπτώσεις απαιτείται αυστηρότερη νομοθεσία και έλεγχος. Η αυστηροποίηση των ποινών θα μπορούσε να λειτουργήσει αποτρεπτικά αλλά απαιτείται από τις διωκτικές Αρχές ένα εθνικό στρατηγικό πλάνο καταπολέμησης του φαινομένου καθώς και πόροι για την εφαρμογή του.
Σε εθνικό πλαίσιο, η Ελλάδα δεν έχει και πολλές επιλογές, αν πραγματικά θέλει να κρατήσει ζωντανή την νόμιμη αγορά. Κι επειδή δεν υπάρχουν μαγικές συνταγές, το πρώτο που οφείλει να κάνει είναι να πάψει να τροφοδοτεί με οξυγόνο την παράνομη αγορά, εξασφαλίζοντας την απαραίτητη φορολογική σταθερότητα. Το δεύτερο και πιο δύσκολο, σε μια χώρα που αποτελεί φυσικό σύνορο της Ευρώπης με την Ασία και την Αφρική, είναι να ενισχύσει τις διωκτικές Αρχές στο κρίσιμο έργο τους. Επιπλέον στελέχη και σύγχρονος εξοπλισμός είναι οι προφανείς ελλείψεις.
Ως πότε θα αντέχουμε να μιλάμε για ελλείψεις και όχι για έργα, ενώ διεθνή εγκληματικά δίκτυα συνεχίζουν να «αδειάζουν» τα ταμεία της χώρας;