Υπάρχουν καλά δημόσια Πανεπιστήμια;

Υπάρχουν καλά δημόσια Πανεπιστήμια;
amriphoto via Getty Images

Λεκέδες από καφέ στο πάτωμα, απολιθωμένες τσίχλες στις καρέκλες, ακατανόητες ταγκιές στους τοίχους, χαλασμένοι προτζέκτορες και κατειλημμένες αίθουσες. Μια βόλτα στα ελληνικά δημόσια Πανεπιστήμια είναι αρκετή για να συνοψίσει κανείς την γενικότερη απαξίωση που επικρατεί προς οτιδήποτε θεωρείται δημόσιο αγαθό στην Ελλάδα. Οι κακές συνήθειες που συναντώνται στους δρόμους, στα φανάρια, στους χώρους πάρκινγκ και τα πεζοδρόμια, εισέρχονται μέσα στις αίθουσες που σχεδιάστηκαν για να αποτελέσουν σημεία διαφωτισμού και απελευθέρωσης του πνεύματος.

Η «ελευθερία» όμως ως όρος συχνά μπερδεύεται με την «αναρχία» και το δημόσιο Πανεπιστήμιο θυμίζει συχνά ζούγκλα. Και φυσικά δεν είναι μόνο οι φοιτητές που συμβάλλουν στην όλη κατάσταση – ίσως η δική τους περιφρόνηση να αποτελεί κατά ένα τρόπο αντίδραση στις συνθήκες με τις οποίες έρχονται καθημερινά αντιμέτωποι. Είναι και οι ακαδημαϊκοί που «ξεχνούν» να εμφανιστούν στο μάθημα, η διαχείριση που «ξεχνά» να φροντίσει για την υγιεινή και καθαριότητα του χώρου, όλοι εκείνοι που επιτρέπουν σε ομάδες να καταλαμβάνουν αίθουσες αυθαίρετα και πάνω από όλα όσοι μετατρέπουν τα κονδύλια σε πισίνες και τζακούζι.

Και σε αυτό το σημείο θα έρθει να προβάλει κανείς το επιχείρημα ότι τουλάχιστον στην Ελλάδα η παιδεία είναι δωρεάν: «Εάν θες καθαρές αίθουσες, τυπικούς στην ώρα τους καθηγητές, ασφαλείς υποδομές, σαπούνι και χαρτί στις τουαλέτες, μπορείς να βάλεις το χέρι στην τσέπη και να πας σε κάποιο ιδιωτικό. Να λέμε πάλι καλά και να κάνουμε τον σταυρό μας. Πού καιρός για αλλαγές; Τώρα στην κρίση θα ασχοληθούμε με τις τσίχλες στις καρέκλες και τους χαλασμένους προτζέκτορες; Εδώ δεν ξέραμε εάν το Πανεπιστήμιο θα έκλεινε μέχρι πρόσφατα». Και με αυτόν τον ωχαδελφισμό συνεχίζουμε να οδεύουμε προς τον πάτο, απαξιώνοντας με κάθε δυνατό τρόπο ένα από τα πιο σημαντικά αγαθά μας: την δημόσια παιδεία.

Αρκετοί Έλληνες έχουν την λανθασμένη εντύπωση πως η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα στην Ευρώπη όπου οι φοιτητές δεν πληρώνουν δίδακτρα. Μόνο που ξεχνούν οκτώ ακόμα χώρες, μεταξύ των οποίων την Σουηδία και την Αυστρία, καθώς και τις δεκάδες ακόμα όπου τα δίδακτρα είναι μικρότερα και από εκείνα των φροντιστηρίων ξένων γλωσσών στην χώρα μας. Την ίδια στιγμή, τα ξένα αυτά Πανεπιστήμια δεν έχουν σε τίποτα να ζηλέψουν την αίγλη των βρετανικών και αμερικανικών Πανεπιστημίων, ενώ δεν θυμίζουν σε τίποτα τα σχεδόν εγκαταλειμμένα δικά μας κτίρια.

Όταν πριν από μερικούς μήνες έφτασα στην Αυστρία για να συνεχίσω τις σπουδές μου στο Πανεπιστήμιο του Κλάγκενφουρτ είχα χαμηλές προσδοκίες. Ερχόμενη από την Αθήνα, έχοντας αποφοιτήσει πριν από τρία χρόνια από το Πάντειο –από όπου ακόμα περιμένω τον πάπυρο-, περίμενα να αντικρίσω ένα κάπως καλύτερο, μα μέτριο Πανεπιστήμιο, με τις ελλείψεις που αρμόζουν σε ένα δημόσιο εκπαιδευτικό Ίδρυμα. Προς έκπληξή μου όμως βρέθηκα σε έναν χώρο που δεν έχει σε τίποτα να ζηλέψει από τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια της Αμερικής.

Χώροι άθλησης, σύγχρονες βιβλιοθήκες, πλήρως εξοπλισμένες αίθουσες, διδακτικό προσωπικό προερχόμενο από όλα τα μήκη και πλάτη της Γης και υπάλληλοι που είναι πάντοτε διαθέσιμοι προς την εξυπηρέτηση των φοιτητών και των φοιτητριών. Τα βράδια, το Πανεπιστήμιο είναι ανοιχτό προς όλους τους σπουδαστές, οι οποίοι συγκεντρώνονται για τις εργασίες τους και το διάβασμά τους. Και παρόλο που δεν υπάρχει παρουσία φύλακα, οι βανδαλισμοί και οι κλοπές είναι πράγματα ανήκουστα. Φοιτητές και εκπαιδευτικοί νοιάζονται και αγαπούν το Πανεπιστήμιο. Πρόκειται κατά έναν τρόπο για το δεύτερό τους σπίτι.

Σύντομα διαπίστωσα πως αυτό που έκανε το δημόσιο Πανεπιστήμιο του Κλάγκενφουρτ να ξεχωρίζει δεν ήταν ο ακριβός εξοπλισμός και οι αχανείς του εκτάσεις. Ήταν ο σεβασμός με τον οποίο το αντιμετώπιζε η τοπική κοινότητα. Ήταν η αφοσίωση των ακαδημαϊκών, η αγάπη που έτρεφαν για αυτό οι φοιτητές του. Και εδώ έρχεται κατά νου η εξής απορία. Γιατί το αυστριακό δημόσιο Πανεπιστήμιο, όχι μόνο δεν «πέθανε», αλλά ξεπέρασε και τα ιδιωτικά; Τι μάθημα θα μπορούσαμε να πάρουμε από το δικό τους εκπαιδευτικό σύστημα;

Στις κακοφωτισμένες αίθουσες της Συγγρού, εκεί όπου ο προτζέκτορας άλλοτε δουλεύει, άλλοτε όχι, υπάρχουν καθηγητές που κάνουν την δουλειά τους με μεράκι και φοιτητές που έχουν όρεξη να επιμορφωθούν και να αλλάξουν τα κακώς κείμενα. Για κάποιες αλλαγές δεν χρειάζονται πολλά χρήματα, αλλά πίστη πως οι συνθήκες μπορούν να αλλάξουν. Χρειάζεται ακόμα πολύ δουλειά και επιμονή. Κάποιοι θα αντισταθούν σε αυτή την αλλαγή, έχουν συνηθίσει άλλωστε να ζουν σε στάσιμα νερά. «Πού να μπλέκεις τώρα; Καλά είμαστε», θα πουν. Εκείνοι όμως που επιθυμούν την αλλαγή δεν πρέπει να παραδοθούν στην ελληνική μιζέρια. Με κάθε τρόπο, εκπαιδευτικοί και σπουδαστές πρέπει να σώσουν ό,τι έχει απομείνει από το εκπαιδευτικό μας σύστημα και να βοηθήσουν το ελληνικό δημόσιο Πανεπιστήμιο να αναγεννηθεί.

sooc

Δημοφιλή