Ο άντρας με την τραγιάσκα κρατάει από τη μέση τη γυναίκα του που στέκεται βουβά δυνατή στην περιπέτεια της ξενιτιάς. Αυτό το σύμπλεγμα του ελληνικού ανδρόγυνου εκείνης της εποχής είναι ένα μάθημα για τη δική μας γενιά. Σφιχτοδεμένοι στον αγώνα για ένα καλύτερο αύριο. Και το μικρό κοριτσάκι απορημένο ακουμπάει στις δικές τους πλάτες. Περίπου ξέγνοιαστο, περίπου πονεμένο, περίπου γελαστό, χαμένο στις καινούριες εικόνες, που θα πλάσουν το πλαίσιο της ζωής της.
Οι αιχμάλωτοι μεταφέρονται στις φυλακές Αβέρωφ. Ο Κώστας Περρίκος αμέσως παραδέχεται την ενοχή του. Το ίδιο και η Ιουλία Μπίμπα που στο σπίτι της βρέθηκαν τα εκρηκτικά. Ο Περρίκος ως το τέλος προσπαθεί να πείσει τους Γερμανούς πως μόνος του έκανε την ανατίναξη. Η Ιουλία μεταφέρεται στο Εμπειρίκειο Άσυλο στην πλατεία Μαβίλη, που έχει μετατραπεί σε γυναικεία φυλακή. Ανακρίσεις, βασανιστήρια, απομόνωση. Η Ιουλία δεν θα μιλήσει. Δεν θα αποκαλύψει ονόματα. Έχει τεράστια δύναμη ψυχής. Κανείς από τους συλληφθέντες δεν μίλησε.