Μια εντυπωσιακή ανακάλυψη από Ιρλανδούς χημικούς υπόσχεται να αλλάξει ό,τι γνωρίζαμε έως τώρα για την εγκληματολογική ανάλυση. Ερευνητές του Πανεπιστημίου Maynooth κατάφεραν να «ξυπνήσουν» αποτυπώματα από ορειχάλκινους κάλυκες ακόμη και όταν είχαν εκτεθεί σε ακραίες θερμοκρασίες, είχαν παραμείνει αποθηκευμένοι για πάνω από έναν χρόνο και θεωρούνταν εντελώς αδύνατο να ανακτηθούν.
Σε ελεγχόμενες δοκιμές, οι επιστήμονες ανέσυραν λεπτομέρειες όπως γραμμώσεις και πόρους, χαρακτηριστικά επιπέδου που οι κλασικές τεχνικές αδυνατούν να εντοπίσουν. Και όλα αυτά, με μια διαδικασία τόσο ήπια που αφήνει ανέπαφο το πειστήριο.
Πώς «επέστρεψαν» τα αποτυπώματα
Το μυστικό της ομάδας βρίσκεται σε μια έξυπνη εφαρμογή ηλεκτροχημείας. Με μια ελάχιστη ηλεκτρική τάση και ένα απαλό χημικό διάλυμα, οι επιστήμονες άφησαν το ίδιο το αποτύπωμα να λειτουργήσει ως «στένσιλ».
Αντί να τρίψουν ή να χαράξουν την επιφάνεια, όπως συμβαίνει σε πιο επιθετικές μεθόδους, χρησιμοποίησαν την τεχνική της ηλεκτροαπόθεσης: το αποτύπωμα, αποτελούμενο από ίχνη λιπών και ιδρώτα, μπλοκάρει το σημείο όπου μπορεί να εναποτεθεί το υλικό. Έτσι, η χρωστική ουσία σχηματίζει ένα καθαρό, ευδιάκριτο περίγραμμα των ridge lines, ακόμη και σε κάλυκες που είχαν θερμανθεί έως και στους 700°C.
Το χρωμοφόρο που χρησιμοποιήθηκε είναι συγγενές των ενώσεων φαινοθειαζίνης – μορίων που μεταφέρουν εύκολα ηλεκτρόνια, προσφέροντας εξαιρετική καθαρότητα και αντίθεση.
Αποτελέσματα πέρα από κάθε προσδοκία
Στο εργαστήριο, η τεχνική αποκάλυψε αποτυπώματα βαθμού 3 σε ορείχαλκο, με εξαιρετικά λεπτομερείς δομές επιπέδου 3, ακόμη και μετά από 16 μήνες αποθήκευσης ή μετά από ακραία θερμική καταπόνηση.
Αυτό σημαίνει πως οι ειδικοί είδαν ακόμη και τους μικροσκοπικούς πόρους μεταξύ των ραβδώσεων — λεπτομέρειες που μπορούν να ενισχύσουν σημαντικά μια ταυτοποίηση σε δύσκολες υποθέσεις.
Παράλληλα, η μέθοδος αποδείχθηκε αρκετά ευέλικτη για εφαρμογή σε καμπύλες επιφάνειες όπως αυτές των καλύκων, όπου οι παραμορφώσεις και οι ανωμαλίες συνήθως δυσκολεύουν την ανάκτηση.
Τι σημαίνει αυτό για την εγκληματολογία
Μέχρι σήμερα, ένας κάλυκας συσχετίζεται κυρίως με ένα όπλο μέσω εργοστασιακών και μηχανικών σημαδιών. Η δυνατότητα να εξαχθεί και δακτυλικό αποτύπωμα από τον ίδιο κάλυκα θα μπορούσε να αποδειχθεί επαναστατική: θα επιτρέπει στους ερευνητές να ανιχνεύουν όχι μόνο το όπλο, αλλά πιθανώς και το άτομο που φόρτωσε ή χειρίστηκε το πυρομαχικό.
Το νέο σύστημα έχει ακόμη ένα πλεονέκτημα: είναι μη τοξικό, οικονομικό και δεν καταστρέφει το εύρημα, αφήνοντας περιθώριο για περαιτέρω αναλύσεις.
Η συνέχεια
Η μελέτη βρίσκεται στο Phase 1, δηλαδή στο στάδιο του πιλοτικού ελέγχου, όπως ορίζουν τα διεθνή πρότυπα της IFRG. Οι ερευνητές σχεδιάζουν πιο εκτενείς δοκιμές, συγκρίσεις με τις κλασικές τεχνικές και μεγαλύτερες τυφλές μελέτες.
Τα πραγματικά εγκληματολογικά δείγματα είναι πάντα πιο δύσκολα: διαφορετική χημεία δέρματος, υπολείμματα καύσης, μερικά ή μπερδεμένα αποτυπώματα. Όμως οι πρώτες ενδείξεις δείχνουν πως η νέα τεχνολογία μπορεί να προσφέρει ένα πολύτιμο νέο εργαλείο σε εργαστήρια με βαριά φόρτο εργασίας.
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο Forensic Chemistry.