Το πολιτικό σκηνικό των τελευταίων ημερών με έκανε να σκέφτομαι τη δύναμη της «αυτοεπιλογής.» Η αυτοεπιλογή (self-selection) είναι μία οικονομική έννοια που ορίζεται ως εξής. Συμβαίνει όταν άτομα με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά κάνουν μόνα τους μια οικονομική επιλογή ή διαλέγουν μία ομάδα, με αποτέλεσμα οι ομάδες να είναι ενδογενείς και τα οικονομικά αποτελέσματα να επηρεάζονται από μη τυχαίες διαφορές.
Η αυτοεπιλογή μπορεί να αντανακλά την ιδιωτική πληροφόρηση που έχει ένας άνθρωπος, ή να είναι και μηχανισμός αποκάλυψης προτιμήσεων. Τα παραδείγματα είναι πολλά. Αν κάνω μια δειγματοληψία για το αν οι άνθρωποι ταξιδεύουν, υπάρχει αυτοεπιλογή. Αυτοί που θα πάρουν το χρόνο να απαντήσουν είναι πιθανό να είναι άτομα που ήδη ενδιαφέρονται για ταξίδια, άρα δεν αντιπροσωπεύουν όλους. Στα ασφαλιστικά ή πιστωτικά προϊόντα, όσοι έχουν υψηλότερο κίνδυνο επιλέγουν προϊόντα που τους συμφέρουν περισσότερο. Έτσι, άτομα με υψηλό κίνδυνο υγείας επιλέγουν πιο συχνά εκτεταμένες ασφαλιστικές καλύψεις, με συνέπεια αυτό να επηρεάζει τα ασφάλιστρα. Οι κακοί οδηγοί επιλέγουν χαμηλότερα εκπιπτόμενα ποσά (δηλαδή τα ποσά που πληρώνουν από την τσέπη τους για μια ζημιά), συνεπώς τα ασφάλιστρα αυξάνονται εκθετικά. Οι απόφοιτοι Πανεπιστημίων συχνά αυτοεπιλέγουν ανάμεσα στο να επιδιώξουν μία θέση στο Δημόσιο, να δουλέψουν για ιδιωτικές εταιρίες ή να δουλέψουν για νεόφυτες επιχειρήσεις. Προσέξτε ότι το ρίσκο αλλά και οι απολαβές αυξάνουν από τη μία απασχόληση στην άλλη. Οι επιχειρήσεις εκμεταλλεύονται την αυτοεπιλογή σχεδιάζοντας προϊόντα με τέτοιο τρόπο ώστε οι πελάτες να αποκαλύπτουν ποιοί είναι και οι επιχειρήσεις να μεγιστοποιούν τα κέρδη με τιμολογιακές διακρίσεις. Ένα παράδειγμα είναι τα αεροπορικά εισιτήρια και οι επιλογές ανάμεσα σε οικονομικά εισιτήρια και premium.
Ας έρθουμε και σε ένα προσωπικό παράδειγμα. Γιατί αποφάσισα να γίνω Πανεπιστημιακός; Γιατί μου αρέσει να διδάσκω φοιτητές και να κάνω έρευνα, και είναι κάτι που μπορώ να κάνω. Έχω αυτό που λέμε «συγκριτικό πλεονέκτημα» στη συγκεκριμένη απασχόληση. Μπορώ να ετοιμάζω διαλέξεις και να κάνω έρευνα στηριζόμενος σε μαθηματικά μοντέλα με σχετικά χαμηλό «κόστος ευκαιρίας». Δηλαδή είμαι αποτελεσματικός αρκετά σε αυτή την απασχόληση ώστε να μπορώ να την κάνω χωρίς να χρειάζεται να δουλεύω ολημερίς και ολονυχτίς για να τα καταφέρω, εγκαταλείποντας άλλες σημαντικές δραστηριότητες. Εν αντιθέσει, δεν με ενδιαφέρει αρκετά και δεν θα μπορούσα να γίνω σχετικά εύκολα επαγγελματίας αθλητής, παρότι θα έκανα πιθανώς πολύ περισσότερα χρήματα.
Που θέλω να καταλήξω; Ποιος αυτοεπιλέγει να γίνει επαγγελματίας πολιτικός; Σκεφτείτε το ρίσκο, τη λάσπη, την τοξικότητα, την ανασφάλεια κ.λ.π. Ένας άνθρωπος με καλές σπουδές και επαγγελματική πορεία είναι δύσκολο να εγκαταλείψει την καριέρα του για να ασχοληθεί με την πολιτική, διότι το «κόστος ευκαιρίας» είναι μεγάλο. Εκτός και αν πραγματικά τον ενδιαφέρουν τα εθνικά θέματα ή έχει μία πολιτική, οικονομική ή κοινωνική ατζέντα να προωθήσει. Είναι όμως πιο πιθανόν η πολιτική να προσελκύσει έναν συγκεκριμένο τύπο ανθρώπου. Έναν τύπο μάλλον πιο τυχοδιωκτικό, ή από προ-υπάρχουσα πολιτική δυναστεία με οικονομική επιφάνεια ώστε το «κόστος ευκαιρίας» να είναι χαμηλό. Έτσι λοιπόν στην Ελλάδα σε σημαντικό δυστυχώς βαθμό κυριαρχεί η οικογενειοκρατία, τα πολιτικά τζάκια, οι πελατειακές σχέσεις, οι άνθρωποι που δεν έχουν αποδείξει τις ικανότητές τους, η «δικτατορία των μετρίων» που αντιστέκεται σε ότι καλύτερο. Έχουμε επαγγελματίες πολιτικούς που δεν έχουν δουλέψει ούτε μία μέρα στη ζωή τους εκτός πολιτικής. Και το χειρότερο, έχουμε πολλούς πολιτικούς ξεδιάντροπους, εθνοσωτήρες και μάγους βροχοποιούς, που δεν ζητούν ταπεινά και ειλικρινά συγγνώμη για αυτά που έχουν κάνει στο παρελθόν.
*
* Ο Φάνης Τσουλουχάς, tsoulouhas.eu, είναι Καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, Μερσέντ. Αυτό το άρθρο περιέχει αυστηρά προσωπικές απόψεις που δεν αντιπροσωπεύουν το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας.