Στη δεδομένη στιγμή η διεθνής κοινότητα βιώνει μία από τις μεγαλύτερες αντιφάσεις καθώς στην Ευρώπη καταδικάζονται παραδειγματικά τα περιστατικά Ισλαμοφοβίας, ενώ στην Ασία και στην Αφρική οι Μουσουλμάνοι καταπιέζουν πέρα από κάθε όριο τις θρησκευτικές μειονότητες που έχουν την ατυχία να συμβιώνουν κοντά τους.
Στις 9 Σεπτεμβρίου 2025, εννέα τζαμιά στην ευρύτερη περιοχή του Παρισιού βεβηλώθηκαν με την τοποθέτηση αποκεφαλισμένων κεφαλών χοίρων στις εισόδους τους, σε μια από τις πιο ακραίες εκδηλώσεις ισλαμοφοβίας των τελευταίων ετών στη Γαλλία. Η κυβέρνηση Μακρόν καταδίκασε το περιστατικό ως «απολύτως απαράδεκτο», τονίζοντας ότι τέτοιες πράξεις μίσους προσβάλλουν τις θεμελιώδεις αξίες της Δημοκρατίας και του σεβασμού στη θρησκευτική ελευθερία. Βέβαια παράλληλα οι διώξεις που βιώνουν οι Ινδουιστές στο Μπαγκλαντές και οι Χριστιανοί στο Σουδάν, θυμίζουν στην καλύτερη περίπτωση Μεσαίωνα. Η σύγκλιση αυτών των δύο περιπτώσεων-παρά τις σημαντικές διαφορές στο ιστορικό και πολιτικό πλαίσιο-αποκαλύπτει βασικά κοινά στοιχεία: την έλλειψη ουσιαστικής προστασίας των μειονοτήτων, τη στοχοποίηση μέσω περιουσιακών δικαιωμάτων και την ταυτόχρονη θρησκευτική και κοινωνική απομόνωση. Στο Μπαγκλαντές, το μοτίβο είναι η στοχοποίηση της ινδουιστικής μειονότητας με επιθέσεις σε γη, ιδιοκτησία και θρησκευτικούς χώρους. Στο Σουδάν, η θρησκευτική καταπίεση λαμβάνει χώρα μέσα σε ένα ένοπλο περιβάλλον.
Στο Μπαγκλαντές, η πρώην πρωθυπουργός Σέικ Χασίνα απομακρύνθηκε από την εξουσία στις 5 Αυγούστου 2024, καθώς θεωρήθηκε ότι υπέθαλπτε ένα καθεστώς ανομίας και διακρίσεων. Η εξουσία στη συνέχεια, πέρασε στον βραβευμένο με Νόμπελ οικονομολόγο, Μοχάμαντ Γιουνούς, ο οποίος υποσχέθηκε να φέρει σταθερότητα σε μια χώρα που αιμορραγεί. Δυστυχώς, η πραγματικότητα έως τώρα δείχνει ακριβώς το αντίθετο. Με την διακυβέρνηση του Μοχάμαντ Γιουνούς, η κατάσταση για τους δημοσιογράφους και τους πολιτικούς διαφωνούντες έχει επιδεινωθεί σημαντικά. Από τον Αύγουστο 2024 έως τον Ιούλιο 2025, καταγράφηκαν τουλάχιστον 878 επιθέσεις κατά εργαζομένων στα ΜΜΕ, ενώ τουλάχιστον 28 δημοσιογράφοι συνελήφθησαν, πολλοί χωρίς πλήρεις κατηγορίες ή δικαίωμα νομικής εκπροσώπησης. Στις 28 Αυγούστου 2025, ο δημοσιογράφος Μοντζουρούλ Αλάμ Πάνα συνελήφθη με βάση τον νόμο κατά της τρομοκρατίας κατά τη διάρκεια μιας δημοσιογραφικής εκδήλωσης στη δυτική Ντάκα.
Υπό την μεταβατική κυβέρνηση του Μοχάμαντ Γιουνούς, η επιρροή των ισλαμιστικών ομάδων έχει αυξηθεί επικίνδυνα. Διαδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν την Παρασκευή 30 Οκτωβρίου στη δυτική Ντάκα και το Καρτόγκραμ ζήτησαν πανεθνική απαγόρευση της Διεθνούς Εταιρείας για τον Κρίσνα (ISKCON). Οι διαμαρτυρίες, που ηγήθηκαν ριζοσπαστικές οργανώσεις όπως η Χεφαζάτ Ε Ισλάμ και η Ιντιφάντα Μπαγκλαντές, χαρακτήρισαν την ISKCON «ακραία οργάνωση Ινδουιστών», την ώρα που πραγματοποιούνται αυξανόμενες επιθέσεις κατά ναών των Ινδουιστών και των κέντρων της ISKCON μετά την πτώση της κυβέρνησης Χασίνα.
Οι πρόσφατες εξελίξεις στο Μπαγκλαντές δείχνουν ότι οι θρησκευτικές και εθνοτικές μειονότητες βρίσκονται σε κίνδυνο. Τον Σεπτέμβριο του 2025, εκδηλώθηκαν βίαια επεισόδια στις ορεινές περιοχές του Τσιτάγιονγκ. Όχλος επιτέθηκε στην εθνική κοινότητα των Τζούμα καίγοντας τα σπίτια τους με την ψευδή κατηγορία ότι οι Τζούμα είχαν σκοτώσει έναν Μπεγκάλι υπήκοο. Όταν μέλη της κοινότητας των Τζούμα διαμαρτυρήθηκαν, ο στρατός χρησιμοποίησε ζωντανά πυρά για να διαλύσει τη συγκέντρωση. Τουλάχιστον τέσσερα άτομα σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια της σύρραξης. Οι ανεξάρτητοι διεθνείς παρατηρητές ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δημοσιογράφοι συνεχίζουν να αποκλείονται από την περιοχή.
Τον Οκτώβριο του 2025, συνέβησαν αρκετές σημαντικές εξελίξεις στο Μπαγκλαντές σχετικά με υποθέσεις βασανιστηρίων, εξαναγκασμένων εξαφανίσεων και δικαστικής αυθαιρεσίας σε βάρος πολιτών. Σύμφωνα με έκθεση της Χιούμαν Ράιτς Γουότς στις 9 Οκτωβρίου, η κυβέρνηση κατέθεσε κατηγορίες κατά 28 ατόμων για “εξαναγκασμένες εξαφανίσεις,” μυστική κράτηση και βασανιστήρια—μια κίνηση που περιγράφεται ως “βήμα προς την δικαιοσύνη.” Στις 29 Οκτωβρίου, η Χασίνα, δίνοντας λόγο από την εξορία στην Ινδία όπου βρίσκεται, προειδοποίησε για έναν μαζικό μποϊκοτάζ κατά των Ινδουιστών στις επερχόμενες εθνικές εκλογές, αφού το κόμμα της Αγουάμι Λίγκ απαγορεύτηκε να συμμετάσχει, σε ένδειξη διαμαρτυρίας κατά της πολιτικής μετάβασης που προκάλεσε η κυβέρνηση του Μοχάμαντ Γιουνούς. Ταυτόχρονα, η νομοθεσία σχετικά με τα δικαιώματα αποζημίωσης και προστασίας των θυμάτων εκκρεμεί—για παράδειγμα, το πρόγραμμα για την πρόληψη, θεραπεία και προστασία από εξαφανίσεις έχει ήδη εγκριθεί από το Συμβούλιο Συμβούλων της κυβέρνησης, όπως δείχνει μια δημοσίευση ημερομηνίας 30 Οκτωβρίου αλλά δεν έχει τεθεί σε εφαρμογή.
Ταυτόχρονα, η RRAG (Ομάδα Ανάλυσης Δικαιωμάτων και Κινδύνων), μια δεξαμενή σκέψης σχετικά με παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τόνισε την μεροληψία των νόμων κατά των μειονοτήτων, αναφερόμενη στην περίπτωση του Σρινάθ Ρόι, ενός φοιτητή του BUET, στον οποίο απαγγέλθηκαν κατηγορίες στις 21 Οκτωβρίου 2025 για “προσβολή θρησκευτικών αισθημάτων” μέσω αναρτήσεων στο Ρέντιτ και συνελήφθη την επόμενη μέρα βάσει του Νόμου Κυβερνοασφάλειας του 2025. Η φυλάκισή του θεωρήθηκε από την RRAG ως “ενδεικτικό παράδειγμα της χρήσης του δικαστικού συστήματος ως όπλο κατά των φωνών των μειονοτήτων.”
Τους τελευταίους 17 μήνες από τον Αύγουστο του 2024, συνολικά 637 άτομα έχουν λιντσάριστεί μέχρι θανάτου και 281 άτομα τραυματίστηκαν σε βία που σχετίζεται με λιντσάρισμα στο Μπαγκλαντές. Αμέσως μετά την απομάκρυνση της Σέιχ Χασίνα, καταγράφηκαν 1090 επιθέσεις κατά θρησκευτικών μειονοτήτων μεταξύ 5 και 20 Αυγούστου 2024. Το μέγεθος των διωγμών κατά των θρησκευτικών μειονοτήτων έχει φθάσει σε επίπεδα άνευ προηγουμένου στο Μπαγκλαντές. Συνολικά 2485 επιθέσεις κατά θρησκευτικών μειονοτήτων, συμπεριλαμβανομένων των Ινδουιστών και των Χριστιανών, έχουν καταγραφεί από τον Αύγουστο του 2024.
Στη συνέχεια, η προσοχή στρέφεται στη μακρά ιστορική καταπίεση των χριστιανικών και άλλων θρησκευτικών μειονοτήτων στο Σουδάν, η οποία έχει βαθιές ρίζες από την περίοδο της προεδρίας του ισλαμιστή δικτάτορα Ομάρ αλ Μπάσιρ, ενώ οι πολιτικές της χώρας μετά την ανατροπή του το 2019 συνεχίζουν να ενισχύουν την επιρροή ισλαμιστικών ομάδων. Ο στρατηγός Αμπντέλ Φατάχ Αλ Μπούχραν , πρόεδρος του Μεταβατικού Κυρίαρχου Συμβουλίου και επικεφαλής των SAF, φαίνεται να ακολουθεί πολιτικές με ισλαμιστικό προσανατολισμό, όπως έκανε ο Μπασίρ.
Η κλιμάκωση της βίας είναι εμφανής σε πολλαπλά περιστατικά από τον Απρίλιο του 2023: επίθεση σε Πεντηκοστιανή εκκλησία στο Χαρτούμ, βομβιστικές επιθέσεις σε Χαρτούμ και Μπάχρι,, αεροπορικές επιθέσεις που σκότωσαν πιστούς στο Γουάντ Μαντάνικαι παρενοχλήσεις κοινοτήτων στη Σαμαλίγια. Οι Χριστιανοί πλέον αναγκάζονται να συγκεντρώνονται μυστικά, καθώς η κατάρρευση των συνταγματικών προστασιών αντιστρέφει τα κέρδη στη θρησκευτική ελευθερία μετά την πτώση του Μπασίρ.
Η επιδείνωση των θρησκευτικών δικαιωμάτων συνδέεται άμεσα με την ενίσχυση ισλαμιστικών παραστρατιωτικών ομάδων που συνεργάζονται με τις SAF, όπως η Αλ Μπάρα Ιμπν Μαλίκ Μπρίτζ και οι Σουντάν Σίλντ Φόρσις (SSF), οι οποίες προωθούν τζιχαντιστική ρητορική, επιτίθενται σε εκκλησίες, αμάχους και ανθρωπιστικούς οργανισμούς όπως το ICRC. Οι ηγέτες τους, συνδεδεμένοι με το διαλυθέν Νάσιοναλ Κόγκρες Πάρτυ και δίκτυα της Μούσλιμ Μπρόδερχουντ υπογραμμίζουν την επιστροφή των ισλαμιστών της εποχής Μπασίρ υπό την επίβλεψη του Μπουρχάν. Σε περιοχές όπως τα Νούμπα Μάουνταινς, αναφέρονται βιασμοί, απαγωγές ανηλίκων για στρατιωτική εκπαίδευση και τρομοκρατία των κοινοτήτων λόγω της χριστιανικής τους ταυτότητας, ενώ διεθνείς οργανώσεις προειδοποιούν ότι η ατιμωρησία και οι περικοπές στη βοήθεια υπονομεύουν περαιτέρω τις ειρηνευτικές προσπάθειες.
Στην πόλη Ελ Φάσερ, πρωτεύουσα της βόρειας επαρχίας Νταρφούρ στο Σουδάν, μαζικές σφαγές τελούνται από τις παραστρατιωτικές δυνάμεις Ράπιντ Σαπόρτ Φόρσις(RSF), υπό την ηγεσία του στρατηγού Μοχάμαντ Χάμνταν Νταγκάλο (γνωστού ως Χεμεντί). Οι επιθέσεις έχουν καταγραφεί σε βίντεο και κοινοποιηθεί ευρέως στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, καταδεικνύοντας τη σκληρότητα και την εκτεταμένη βία που εφαρμόζεται σε αμάχους, πολλοί από τους οποίους ανήκουν σε χριστιανικές και άλλες μειονοτικές κοινότητες.
Τα βίντεο που κυκλοφορούν δείχνουν σκηνές εκτελέσεων και βασανιστηρίων, όπως την εκτέλεση ενός ηλικιωμένου άνδρα και νεαρών αμάχων μέσα σε πρόχειρες κλινικές και ακαδημαϊκά κτίρια. Οι RSF χρησιμοποιούν στρατιωτικούς και νεαρούς παρατηρητές για να καταγράφουν τις σφαγές, γεγονός που ενισχύει το μήνυμα τρόμου και επιδεικνύει την ατιμωρησία τους. Η απόλυτη κυριαρχία των RSF στην περιοχή μετά την κατάληψη της πόλης στις 26 Οκτωβρίου 2025 έχει επιτρέψει την κλιμάκωση των μαζικών εκτελέσεων και των βασανιστηρίων σε βάρος αμάχων.
Η κατάσταση στο Μπαγκλαντές και το Σουδάν δεν είναι απλώς τοπική κρίση· αποτελεί καμπανάκι για τη διεθνή κοινότητα. Η ατιμωρησία και η ενίσχυση ισλαμιστικών οργανώσεων δείχνουν πόσο γρήγορα η καταπίεση μειονοτήτων μπορεί να γίνει συστημική απειλή για τη σταθερότητα και την ειρήνη. Όπως υπενθυμίζει ο Νέλσον Μαντέλα, «Όσο υπάρχει αδικία κάπου, η ειρήνη παντού απειλείται.» Επομένως είναι φλέγον ζήτημα να τεθεί προτεραιότητα στην υπεράσπιση των θρησκευτικών δικαιωμάτων των μειονοτήτων στην Ασία και την Αφρική και όχι στην πολιτική ορθότητα στη Δύση.