Τους τελευταίους μήνες η ελληνική διπλωματία έχει βρεθεί αντιμέτωπη με αρκετές προκλήσεις σε περιφερειακό επίπεδο. Τόσο οι κινήσεις της Τουρκίας που αποσκοπούν στην επέκταση της σφαίρας επιρροής της στην Ανατολική Μεσόγειο, όσο και η φαινομενική δεκτικότητα της Αιγύπτου και της ανατολικής Λιβύης να αναθερμάνουν τις σχέσεις τους με την Άγκυρα, έχουν δημιουργήσει μια προβληματική κατάσταση για την Ελλάδα.
Η Αίγυπτος, η οποία αυτή τη στιγμή αποτελεί σημαντικό εταίρο της Ελλάδας, σε περίπτωση που αναθερμάνει τις σχέσεις της με την Τουρκία, θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την ελληνική στρατηγική γύρω από την υπονόμευση των τουρκικών διεκδικήσεων στην περιοχή ως προς το ζήτημα της οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών. Η επίδειξη από την αιγυπτιακή πλευρά, έστω και ανοχής απέναντι στη συζήτηση που διεξάγεται στην ανατολική Λιβύη για πιθανή αναγνώριση του τουρκολιβυκού μνημονίου, θα μπορούσε να δημιουργήσει επιπλοκές για την Ελλάδα και να ενθαρρύνει την Άγκυρα να προχωρήσει σε περαιτέρω κλιμάκωση των κινήσεών της.
Η Αθήνα, το επόμενο διάστημα θα πρέπει να αναλάβει σημαντικές πρωτοβουλίες και να κάνει στοχευμένες κινήσεις στην περιοχή, προκειμένου από την μια να αναθερμάνει τις σχέσεις της με την Αίγυπτο και την ανατολική Λιβύη και από την άλλη, να αποδυναμώσει τα δίκτυα επιρροής της Τουρκίας, χρησιμοποιώντας αρκετά εργαλεία που έχει στα χέρια της.
Καταρχάς, η Ελλάδα θα πρέπει να πείσει την Αίγυπτο ότι η στρατηγική συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών έχει αναντικατάστατη αξία και οφέλη για το Κάιρο. Για να το πετύχει αυτό η Ελλάδα, οφείλει να δώσει έμφαση σε αρκετά ζητήματα που έχουν μεγάλη σημασία για την Αίγυπτο. Όσον αφορά στον τομέα της ενέργειας, η Αθήνα θα πρέπει να υποστηρίξει την επιτάχυνση της υλοποίησης του σχεδίου ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας-Αιγύπτου. Ένα σχέδιο το οποίο θα καταστήσει την Αίγυπτο σημαντική πάροχο ενέργειας για την Ευρωπαϊκή Ένωση και θα αναβαθμίσει τον στρατηγικό χαρακτήρα της σχέσης των δύο χωρών.
Επιπλέον, η Ελλάδα θα πρέπει να εμβαθύνει τις οικονομικές σχέσεις με την Αίγυπτο. Η δημιουργία ενός ελληνοαιγυπτιακού οικονομικού ή επενδυτικού φόρουμ σε συνδυασμό με επενδύσεις ελληνικών εταιριών στην Αίγυπτο και ιδιαίτερα στην Οικονομική Ζώνη της Διώρυγας του Σουέζ και στην νέα διοικητική πρωτεύουσα της χώρας, θα είχαν σημαντικό αντίκτυπο στην οικονομική σύνδεση των δύο χωρών. Επιπρόσθετα, το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι μέλος της ΕΕ, είναι ένα σημαντικό χαρτί για την Αθήνα. Πιο συγκεκριμένα, η εξασφάλιση κρίσιμης ευρωπαϊκής οικονομικής και πολιτικής υποστήριξης προς την Αίγυπτο με μακροπρόθεσμο ορίζοντα, θα μπορούσε να μετατρέψει την Ελλάδα στον πλέον σημαντικό υποστηρικτή της Αιγύπτου εντός της Ένωσης.
Ακόμη, η αύξηση του συντονισμού με την Αίγυπτο για την αντιμετώπιση ζητημάτων ασφαλείας που απασχολούν ιδιαίτερα το Κάιρο, όπως είναι οι κρίσεις στη Γάζα και το Σουδάν, αλλά και το ζήτημα του υδροηλεκτρικού φράγματος της Αιθιοπίας, θα εμβάθυναν τον στρατηγικό χαρακτήρα της διμερούς συνεργασίας. Σε αυτό το πλαίσιο, η εμβάθυνση της αμυντικής συνεργασίας τόσο στον τομέα της εκπαίδευσης, όσο και σε επίπεδο τακτικών διαβουλεύσεων με τη δημιουργία ενός μόνιμου συμβουλίου στρατιωτικής συνεργασίας, θα έδινε τη δυνατότητα στην Ελλάδα να είναι πάντα ενήμερη για τα ζητήματα ασφαλείας που την αφορούν, μειώνοντας τον κίνδυνο αιφνιδιασμού από πιθανές αλλαγές στην αιγυπτιακή εξωτερική πολιτική.
Ταυτόχρονα, η Ελλάδα οφείλει να στρέψει την προσοχή της και στην ανατολική Λιβύη. Η περίπτωση αυτή απαιτεί πιο προσεκτικούς χειρισμούς, καθώς η Αθήνα είχε στο πρόσφατο παρελθόν καλλιεργήσει προσδοκίες για στενότερη συνεργασία με την πλευρά του στρατηγού Χαλίφα Χάφταρ, χωρίς όμως στη συνέχεια να μετατρέψει τα λόγια υποστήριξης σε πράξεις. Η ελληνική αδράνεια προκάλεσε τη δυσαρέσκεια των αρχών της ανατολικής Λιβύης και η Τουρκία, εκμεταλλευόμενη αυτή την κατάσταση, έσπευσε να ανοίξει διαύλους επικοινωνίας με τον Χαλίφα Χάφταρ, προκειμένου να επεκτείνει την επιρροή της στην περιοχή.
Ωστόσο, η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να διορθώσει τα λάθη του παρελθόντος. Ενδεχομένως, το πιο επείγον ζήτημα που αντιμετωπίζει η λιβυκή πλευρά είναι το οικονομικό. Η Ελλάδα, δύναται να αποτελέσει σημαντικό δρώντα όσον αφορά στις επενδύσεις στον κατασκευαστικό κλάδο για την ανοικοδόμηση των απαρχαιωμένων υποδομών της περιοχής. Επιπλέον, στον τομέα της ενέργειας, η Ελλάδα μπορεί να προτείνει την ηλεκτρική διασύνδεση με την ανατολική Λιβύη μέσω υποθαλάσσιου καλωδίου και να προχωρήσει σε επενδύσεις στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην περιοχή.
Στον τομέα της ασφάλειας, η μεταναστευτική κρίση που ξέσπασε κατά τη διάρκεια του θέρους νότια της Κρήτης, αποτελεί υπενθύμιση στην Ελλάδα ότι οι αρχές της ανατολικής Λιβύης χρειάζονται επιπρόσθετα εργαλεία στα χέρια τους όπως σκάφη, χρηματοδότηση, αλλά και καλά εκπαιδευμένο προσωπικό προκειμένου να περιπολούν αποτελεσματικότερα τις ακτές τους.
Τέλος, σε επίπεδο προβολής ήπιας ισχύος, η Ελλάδα μπορεί να προχωρήσει στη χρηματοδότηση πολιτισμικών και εκπαιδευτικών προγραμμάτων, αξιοποιώντας και την παρουσία της ελληνικής κοινότητας που έχει σημαντική παρουσία στην περιοχή, αλλά και να παρέχει υποτροφίες σε λίβυους φοιτητές, προκειμένου αυτοί να φοιτήσουν σε ελληνικά πανεπιστήμια.
Συμπερασματικά, ο προβληματισμός που έχει καλλιεργηθεί στην Αθήνα για την μακροπρόθεσμη στάση της Αιγύπτου και της ανατολικής Λιβύης σε σχέση με την Τουρκία και τις διεκδικήσεις της στην περιοχή, οφείλει να παρακινήσει την ελληνική διπλωματία να αναλάβει σημαντικές πρωτοβουλίες στην ανατολική Μεσόγειο. Η Ελλάδα, έχει την δυνατότητα να φέρει εγγύτερα της το Κάιρο και τη Βεγγάζη και να μειώσει τον κίνδυνο αιφνιδιασμού. Καθίσταται απαραίτητο η Ελλάδα να αποφύγει το ρόλο του παθητικού παρατηρητή των εξελίξεων και να υπερκεράσει τους διπλωματικούς ελιγμούς της Άγκυρας.