Του Νίκου Μαρκάτου, Ομότιμου Καθηγητή ΕΜΠ, π.Πρύτανη, Γ.Γ.Ευρωπαικής Ένωσης Ομότιμων Καθηγητών
Ο Μάνος Χατζιδάκις δεν υπήρξε απλώς ένας συνθέτης. Ήταν ένας ολόκληρος τρόπος σκέψης, ένας καθρέφτης της ευαισθησίας και της αξιοπρέπειας της ελληνικής ψυχής. Σήμερα (23 Οκτωβρίου) συμπληρώνονται εκατό χρόνια από τη γέννησή του ενός ανθρώπου που με τη μουσική, τον λόγο και τη στάση του σφράγισε τη νεότερη ελληνική ταυτότητα και μας δίδαξε ότι πολιτισμός σημαίνει ήθος.
Η γενιά μου μεγάλωσε με τον Μίκη Θεοδωράκη, που εξέφραζε τις αριστερές μας τάσεις και το επαναστατικό μας πνεύμα. Ήταν εποχές δύσκολες χούντα, Πολυτεχνείο, διώξεις, απογοητεύσεις. Μέσα σε εκείνη τη φόρτιση, πολλοί θεωρούσαμε τον Χατζιδάκι «δεξιό», κυρίως λόγω της φιλίας του με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Δεν γνωρίζαμε όμως τότε ότι, όταν τον πρωτοσυνάντησε, του είπε:
«Χαίρομαι που σας γνωρίζω, αλλά διαφωνώ με την πολιτική σας». Αυτός ήταν ο Χατζιδάκις.
Τον γνώρισα τις λίγες ημέρες που ερχόμουν στην Ελλάδα καλοκαίρι και του άρεσε να μπαίνει στο κόκκινο αυτοκίνητό μου, έξω από τον «Αυλό». Τον εκτίμησα απεριόριστα.
Ήταν ο άνθρωπος που, όταν ανέλαβε τη Διεύθυνση της ΕΡΤ, κατάργησε τις κάρτες εργασίας, θεωρώντας τους εργαζόμενους συνεργάτες και όχι υπαλλήλους.
«Οι συνεργάτες πρέπει να δουλεύουν ελεύθερα», έλεγε. Ήταν αυτός που διέκοψε συναυλία του στο Άλσος της Νέας Σμύρνης το 1983 για να καταγγείλει τη χυδαία συμπεριφορά των ΟΝΝΕΔιτών, αποκαλώντας τους «νεολαία αναψυκτηρίου».
Και την ίδια στιγμή, στο φεστιβάλ της ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος, χαρακτήριζε τους Ρηγάδες «πολιτισμένη, άφθαρτη νεολαία».
Αυτός ήταν ο «δεξιός» Χατζιδάκις — που άλλοι τον θεωρούσαν sui generis αναρχικό, γιατί απλώς σκεφτόταν και μιλούσε ελεύθερα.
Ήταν αυτός που, μαζί με τον Νίκο Γκάτσο, έγραψε τον «Κεμάλ», την ιστορία ενός νεαρού πρίγκιπα που νόμιζε ότι θα αλλάξει τον κόσμο. Ένα τραγούδι διαχρονικό, που ακούγεται σήμερα και μοιάζει να μιλά για το δράμα των ανθρώπων στην Παλαιστίνη και, κυρίως, των παιδιών που χάνονται καθημερινά.
«Ο Έλληνας δεν είναι όποιος μιλά ελληνικά, αλλά όποιος έχει ελληνική παιδεία», έλεγε, θυμίζοντάς μας πως η ταυτότητα είναι πνευματική, όχι εθνικιστική.
Και αναρωτιέμαι: αν ζούσε σήμερα, τι θα έλεγε ο Μάνος Χατζιδάκις;
Τι θα έλεγε για τους πολέμους, για τη φρίκη στη Γάζα και στην Ουκρανία, για την απαξίωση της νεολαίας, για την καταπάτηση κάθε μορφής ελεύθερης έκφρασης;
Τι θα έλεγε για τα Τέμπη και τα παιδιά που χάθηκαν, για τη δολοφονία του Αλέξη και του Ζακ;Για το μίσος απέναντι στους μετανάστες και για τον «ωχαδερφισμό» μας;
Για τον Τραμπ, τον Πούτιν, τον Νετανιάχου;
Σίγουρα, σιωπηλός δεν θα έμενε.
Μακάρι να είχαμε σήμερα τέτοιους «δεξιούς» σαν τον Μάνο Χατζιδάκι· ανθρώπους με ευαισθησία, πνεύμα, καλλιέργεια και ελευθερία σκέψης. Ίσως να μας βοηθούσαν να ξαναβρούμε τα χαμένα μας όνειρα.
Μας λείπει ο Μάνος γιατί μας λείπει η ευγένεια, το μέτρο και η ελευθερία που εκείνος δίδαξε με τη σιωπή και τις νότες του. Μας άφησε όμως τη μουσική του, αυτό το πολύτιμο φως που μας επιτρέπει ακόμη να ονειρευόμαστε έναν καλύτερο κόσμο.