Η πρόσφατη παρέμβαση-παραίτηση από βουλευτή, του Αλέξη Τσίπρα ήρθε να σηματοδοτήσει και το τέλος του αριστερού – δεξιού δίπολου στην ελληνική πολιτική σκηνή. Ενός δίπολου που στη συνείδηση των πολιτών, στην κοινωνία, έχει τελειώσει προ πολλού. Όχι τυχαία λοιπόν, η εμφάνισή του στο σχετικό βίντεο έγινε σε ουδέτερο χρωματικά φόντο ακριβώς για να ταιριάζει με την παρατήρησή του ότι η Βουλή είναι δημοκρατικά απογυμνωμένη και αδυνατεί να επιτελέσει το ρόλο που το Σύνταγμα επιτάσσει και οι πολίτες απαιτούν. Με άλλα λόγια, ότι η αντιπροσωπευτική μας δημοκρατία πάσχει σοβαρά.
Πράγματι, δεν υπάρχει αληθινός εκφραστής της κοινής γνώμης σε κοινοβουλευτικό επίπεδο για αυτό και τα επίπεδα αποχής του κόσμου από τις εκλογές είναι τόσο υψηλά.
Στη θέση του παλιού δίπολου όμως, ένα νέο δίπολο αναδύεται.
Εμείς και αυτοί.
Αυτοί που ζητούν δικαιοσύνη έναντι αυτών που τη εμποδίζουν και την ποδηγετούν. Αυτοί που υφίστανται την ακρίβεια, (απλός κόσμος κάθε κομματικής προέλευσης και κομματικά ανένταχτοι) έναντι εκείνων που την επιβάλλουν (κυβέρνηση, καρτέλ σε ενέργεια, τράπεζες, ακτοπλοΐα, τρόφιμα, καύσιμα, υγεία, ιδιωτική ασφάλιση).
Αυτοί που θέλουν την ανατροπή – απλός κόσμος-, έναντι εκείνων που διαιωνίζουν την υφιστάμενη κατάσταση – πολιτικό κατεστημένο σε κυβέρνηση και αντιπολίτευση – και κρατικοδίαιτοι επιχειρηματίες που αμφότεροι ενδιαφέρονται μόνο για την επιβίωσή τους.
Το πλούσιο κράτος και οι φτωχοί πολίτες
Η κυβέρνηση έκανε σωστή ανάγνωση μόνο της μισής πραγματικότητας, σχετικά με το τέλος του αριστερού-δεξιού διπόλου. Για αυτό και στη σύνθεσή της μπολιάστηκε με πολλά στελέχη εκτός κομματικής παράταξης, προερχόμενα κυρίως, από το χώρο του ΠΑΣΟΚ. Απέτυχε όμως να συλλάβει τη δημιουργία του νέου δίπολου. Έμεινε προσκολλημένη στην κοινοτυπία του συνθήματος «είναι η οικονομία ανόητε» και επικεντρώθηκε σε οικονομικές παρεμβάσεις τύπου ΔΕΘ για να ανακτήσει το χαμένο έδαφος. Αντιμετώπισε υποτιμητικά τον κόσμο ως μία απολιτίκ μάζα που νοιάζεται μόνο για την τσέπη της.
Δεν είναι όμως τυχαίο ότι το κύμα ακρίβειας/αισχροκέρδειας και η δραματική πτώση της αγοραστικής δύναμης των πολιτών τα τελευταία χρόνια, ζητήματα δηλαδή που αγγίζουν και πληγώνουν προσωπικά τον καθένα στην καθημερινότητά του, δεν ήταν αρκετά για να βγάλουν τον κόσμο μαζικά στο δρόμο.
Αντιθέτως, η μεγαλύτερη διαδήλωση των τελευταίων δεκαετιών και πολλές άλλες σε διάφορες πόλεις της Χώρας, έγιναν για θέματα Δικαιοσύνης και κατ’ επέκταση, Δημοκρατίας. Στην οποία σημειωτέον, συμμετείχαν απλοί πολίτες κάθε κομματικής προέλευσης και κομματικά ανένταχτοι, αλλά σε κάθε περίπτωση ενεργοί πολίτες.
Επίσης, το τεράστιο κύμα συμπαράστασης – από τον απλό κόσμο μέχρι τον Αρχιεπίσκοπο – για τον μέχρι πρότινος απεργό πείνας Πάνο Ρούτσι, δεν ήταν απλώς ένα ακόμη ζήτημα δικαιοσύνης, αλλά κάτι πολύ σπουδαιότερο: ένα βαθύτατα ανθρώπινο, ηθικό ζήτημα που αγγίζει τον πυρήνα κάθε ανθρώπινης ύπαρξης.
Ναι λοιπόν, ζητείται Ελπίς.
Ο κ. Τσίπρας με την παρέμβασή του δεν απευθύνθηκε σε δεξιό ή αριστερό ακροατήριο. Αλλά σε αυτούς που χρόνια απέχουν απογοητευμένοι από το πολιτικό σύστημα, για αυτούς κατεστημένο. Σε αυτούς που το 2015 ήταν ακόμα παιδιά και δεν έχουν προσλαμβάνουσες. Ίσως και στο 15% περίπου των ψηφοφόρων της ΝΔ που σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις την έχουν εγκαταλείψει κρατώντας προς το παρόν ουδέτερη στάση. Αλλά και σε όσους από τον χώρο από όπου προήλθε θελήσουν να τον ακολουθήσουν, γνωρίζοντας όμως πολύ καλά ότι οποιαδήποτε προσπάθεια ανασύστασης του χώρου της λεγόμενης κεντροαριστεράς είναι θνησιγενής, ατελέσφορη και ανεπίκαιρη.
Το αν θα καταφέρει να ενσαρκώσει τις ελπίδες και τις προσδοκίες των ανένταχτων κομματικά πολιτών που θα κάνουν τη διαφορά, εκείνων που στις δημοσκοπήσεις εμφανίζονται ως «αναποφάσιστοι» – στην πραγματικότητα αποφασισμένοι να απέχουν – εξαρτάται από το αν θα καταφέρει να πείσει ότι είναι άλλος από αυτόν που ξέραμε.
Αν δηλαδή, με άλλα λόγια, πετύχει το rebranding. Και για να γίνει αυτό θα πρέπει η ανάγκη του κόσμου να ελπίσει, να αποδειχτεί ισχυρότερη από τη μνήμη του.