Ο νέος Πολυετής Προϋπολογισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την περίοδο 2028–2034, ύψους σχεδόν 2 τρισεκατομμυρίων ευρώ (2,3 τρις δολαρίων), μοιάζει περισσότερο με γεωπολιτική δήλωση ισχύος, παρά με κοινωνικό συμβόλαιο. Το σχέδιο που έχει υποβληθεί ενεργοποιεί μια σύνθετη διαδικασία διαβούλευσης με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ενώ οι αρχηγοί κρατών της ΕΕ καλούνται να το εγκρίνουν ομόφωνα έως το τέλος του 2027.
Το προτεινόμενο ποσό των 1,98 τρισεκατομμυρίων ευρώ συνιστά σημαντικό άλμα σε σύγκριση με τον προηγούμενο μακροπρόθεσμο προϋπολογισμό (2021–2027), ο οποίος ανερχόταν στα 1,2 τρις ευρώ και αντιστοιχούσε στο 1% της συνολικής παραγωγής της Ένωσης.
Ακόμη και με μια πρώτη ματιά, είναι σαφές ότι ο νέος προϋπολογισμός χαρακτηρίζεται από μια σαφή μετατόπιση στρατηγικής.
Α) Αναβαθμίσεις σε ανταγωνιστικότητα και άμυνα:
Ενισχύεται σημαντικά, με χρηματοδότηση ύψους 589,6 δισ. ευρώ, ένα νέο Ταμείο Ανταγωνιστικότητας και Ασφάλειας, εκ των οποίων τα 450,5 δισ. κατευθύνονται αποκλειστικά στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας. Στον τομέα της άμυνας, η Επιτροπή προτείνει 131 δισ. ευρώ για την αναβάθμιση των στρατιωτικών ικανοτήτων – ποσό πενταπλάσιο σε σχέση με τον αντίστοιχο προϋπολογισμό της τρέχουσας περιόδου.
Παράλληλα, η Ένωση επιδιώκει την αναβάθμιση των ψηφιακών και ενεργειακών της υποδομών. Τα κονδύλια για τις ψηφιακές τεχνολογίες αναμένεται να φτάσουν τα 54,8 δισ. ευρώ, ενώ ο Μηχανισμός «Συνδέοντας την Ευρώπη» ενισχύεται με 30 δισ. ευρώ για τον εκσυγχρονισμό των ηλεκτρικών δικτύων και τη μείωση των τιμών ενέργειας.
Β) Υποχώρηση σε παραδοσιακούς κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς τομείς:
Σημαντικοί τομείς βλέπουν δραστικές περικοπές. Η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) μειώνεται από 386,6 δισ. ευρώ σε 300 δισ., σημειώνοντας πτώση σχεδόν 20%. Επιπλέον, εντάσσεται πλέον στο γενικότερο πλαίσιο των «εθνικών και περιφερειακών σχεδίων εταιρικής σχέσης», άρα περνά στην ευθύνη των εθνικών κυβερνήσεων. Η απώλεια της αυτόνομης γραμμής στον προϋπολογισμό θεωρείται από πολλούς αγρότες ως ευθεία υποβάθμιση του ρόλου τους στην ευρωπαϊκή οικονομία.
Η φύση και η βιοποικιλότητα, επίσης, παύουν να διαθέτουν ξεχωριστό χρηματοδοτικό εργαλείο. Αντί αυτού, ενσωματώνονται σε έναν ευρύτερο προϋπολογισμό για το «κλίμα και το περιβάλλον», ο οποίος αγγίζει τα 700 δισ. ευρώ. Προηγουμένως, είχε τεθεί στόχος για διάθεση του 7,5% των ετήσιων δαπανών στη βιοποικιλότητα το 2024, με προοδευτική αύξηση στο 10% το 2026 και το 2027. Πλέον, η χρηματοδότηση θα διασπαρεί στους έξι περιβαλλοντικούς στόχους της ΕΕ – από το κλίμα και τη βιοποικιλότητα, έως την κυκλική οικονομία και την πρόληψη της ρύπανσης. Το πρόγραμμα LIFE, που αφορούσε ειδικά το περιβάλλον, ενσωματώνεται επίσης στα Εθνικά Σχέδια και στο Ταμείο Ανταγωνιστικότητας.
Η πολιτική συνοχής, δηλαδή η στήριξη των λιγότερο ανεπτυγμένων περιοχών, δεν διατηρεί πλέον την αυτονομία της. Αν και προβλέπονται 218 δισ. ευρώ για τις φτωχότερες περιφέρειες της ΕΕ, απουσιάζουν αντίστοιχες εγγυήσεις για την υπόλοιπη Ένωση, γεγονός που γεννά ανησυχία σε τοπικές κυβερνήσεις και περιφερειακούς θεσμούς.
Το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2028–2034 δεν είναι απλώς μια λογιστική εξίσωση. Είναι μια καθαρή πολιτική δήλωση. Μια Ευρώπη που θέτει πλέον ως προτεραιότητες την ανταγωνιστικότητα, την άμυνα, την τεχνολογία και τη γεωστρατηγική της θέση, αναδιαμορφώνει το όραμά της για κοινωνική πρόνοια, παιδεία, υγεία, μείωση των ανισοτήτων και βιώσιμη ανάπτυξη.
Το ερώτημα που τίθεται πλέον είναι κατά πόσο αυτή η νέα στρατηγική μπορεί να διατηρήσει την κοινωνική συνοχή και την ενότητα της Ένωσης — ή αν κινδυνεύει να εμβαθύνει τις ήδη υπάρχουσες ανισότητες μεταξύ των ισχυρότερων και των πιο ευάλωτων κρατών-μελών.
Δύσκολη εξίσωση και μεγάλο το ρίσκο…