Οι μέρες που διανύουμε είναι εξαιρετικά κρίσιμες για τα εθνικά θέματα. Ιδίως για τα ενεργειακά, τα οποία νομοτελειακά θα ξεδιπλώσουν τις κατακλυσμιαίες συνέπειές τους πιθανόν από τον προσεχή Σεπτέμβριο.
Έχει γίνει αντιληπτό ότι η ρίζα της «αλλαγής πίστας» που έλαβε χώρα τα τελευταία χρόνια στην περιοχή μας από την πλευρά της Τουρκίας ήταν η συνομολόγηση του παράνομου τουρκολιβυκού μνημονίου, το οποίο υπεγράφη στις 27 Νοεμβρίου του 2019. Λίγους μόνο μήνες μετά την εκλογή της κυβέρνησης Μητσοτάκη στην Ελλάδα, η ελληνική διπλωματία δεν κατάφερε εγκαίρως να αντιληφθεί το τι δρομολογούσε η Άγκυρα κάτω από τα ραντάρ.
Ακολούθησε ένας διπλωματικός «μαραθώνιος», με τον τότε υπουργό Εξωτερικών Νίκο Δένδια να επιδώκει να χτίσει «ανάχωμα» στις τουρκικές επιδιώξεις της «Γαλάζιας Πατρίδας», με κορωνίδα την υπογραφή δύο νόμιμων διμερών συμφωνιών οριοθέτησης ΑΟΖ με την Ιταλία και την Αίγυπτο (μερική οριοθέτηση). Παράλληλα, η Ελλάδα επεξέτεινε τα χωρικά της ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια στο Ιόνιο Πέλαγος.
Η χώρα μας προέβαλε τότε ως υπόδειγμα τις δύο ανωτέρω συμφωνίες, καθώς είχαν συναφθεί κατά το πνεύμα και το γράμμα της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS), αντιπαραβαλλόμενες απολύτως με την «πειρατική» συμφωνία της Τουρκίας με τη μη αναγνωρισμένη τότε κυβέρνηση της Τρίπολης. Μία συμφωνία κατά παράβαση της UNCLOS καθώς πρόκειται για χώρες που δεν έχουν αντικείμενες ακτές.
Όλα καλά μέχρι εδώ. Ας σημειωθεί/υπενθυμιστεί, ωστόσο, ότι η μεν Τουρκία ανήκει στις ελάχιστες χώρες του κόσμου που δεν έχουν υπογράψει τη σύμβαση για το δίκαιο της θάλασσας. Η δε Λιβύη την έχει υπογράψει, αλλά δεν την έχει κυρώσει με εσωτερικό νόμο.
Το γεγονός αυτό μαρτυρά την αξία που (δεν) έχει το διεθνές δίκαιο για τις συγκεκριμένες χώρες και ιδίως για τον εξ Ανατολών γείτονά μας. Το διεθνές δίκαιο είναι καλό για την Τουρκία, μόνον εφ’ όσον και καθ’ όσον εξυπηρετεί τα εθνικά της συμφέροντα. Αν δεν τα εξυπηρετεί, τότε τόσο το χειρότερο για το διεθνές δίκαιο!
Η νυν ηγεσία του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών, ωστόσο, στο πλαίσιο της καθηγητικής κομπορρημοσύνης που συχνά τη χαρακτηρίζει, μοιάζει να μην αντιλαμβάνεται ή να μη θέλει να αντιληφθεί πλήρως τα πραγματικά διακυβεύματα στο πλαίσιο των εξωτερικών σχέσεων.
Ακόμα και το 100% νόμιμο ελληνικό δικαίωμα χάραξης ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας με βάση τη μέση γραμμή στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου, η Ελλάδα οφείλει να είναι έτοιμη να το υπερασπιστεί στο πεδίο.
Περαιτέρω, όφειλε ήδη να έχει «δέσει» τα συμφέροντα αυτά με τα συμφέροντα τρίτων μεγάλων παικτών (βλ. ΗΠΑ) και όχι να «τρενάρει» αυτούς τους τρίτους επί μήνες, ασκώντας μία «αντι-πετρελαϊκή» πολιτική επί ημερών του προηγούμενου Περιβάλλοντος και πλέον μία μάλλον πιο «φιλο-πετρελαϊκή» .
Δεδομένης μάλιστα της καθ’ όλα συναλλακτικής πολιτικής που εφαρμόζει με όλους τους εταίρους του ο πρόεδρος Τραμπ, θα έπρεπε από μακρού χρόνου τα θέματα αυτά να είχαν βρει τη σωστή τους προτεραιοποίηση πρωτίστως στο ίδιο το Μέγαρο Μαξίμου.
Εν τέλει, η Ελλάδα με καθυστέρηση δημοσίευσε στις 12 Ιουνίου 2025 στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ενωσης την προκήρυξη διεθνούς διαγωνισμού που αφορά στην εκμετάλλευση υδρογονανθράκων σε τέσσερις θαλάσσιες περιοχές, δύο νοτίως της Κρήτης και δύο νοτίως της Πελοποννήσου -για τις οποίες εκδήλωσε ενδιαφέρον τον περασμένο Ιανουάριο η αμερικανική Chevron και η HΕLLENiQ Energy. Η προθεσμία εκπνέει στις 12 Σεπτεμβρίου 2025 και όλοι στην ελληνική πλευρά ελπίζουν (αν δεν προσεύχονται κάθε βράδυ) να εκδηλώσει το ενδιαφέρον της και η Chevron.
Πιθανή συμμετοχή του αμερικανικού κολοσσού Chevron στο διαγωνισμό θα σημάνει μία πολύ ισχυρή ψήφο εμπιστοσύνης στην Ελάδα, παράλληλα με την παρουσία των Αμερικανών στην αιγυπτιακή και την κυπριακή ΑΟΖ. Θα πρόκειται για μία δήλωση βούλησης από την πλευρά της υπερδύναμης σχετικά με τον ρόλο που επιθυμεί να διαδραματίσει την περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, με την πλευρά της ισχύος του δικαίου και όχι κατόπιν περιφερειακών διευθετήσεων στη βάση του δικαίου του ισχυρότερου.
Παρένθεση: Η Chevron ενδιαφέρεται για την εξόρυξη πετρελαίου ή/και φυσικού αερίου. Είθε να μην επικρατήσουν παιδικές «περιβαλλοντικές» ασθένειες στα υψηλά κλιμάκια της ελληνικής πολιτικής τάξης και σε περίπτωση ανεύρεσης πετρελαίου προβληθούν αντιστάσεις. Θα ήταν τραγικό!
Αξίζει να επισημανθεί εδώ ότι διόλου τυχαία ήταν η έντονη ανησυχία του υπουργού Περιβάλλοντος, κ. Σταύρου Παπασταύρου, η οποία εκδηλώθηκε και με την τηλεφωνική επικοινωνία που ο ίδιος είχε στις 15 Ιουλίου με την Αντιπρόεδρο Παγκόσμιας Εξερεύνησης της Chevron, κυρία Liz Schwarze. Το στέλεχος της Chevron φέρεται να επανέλαβε στον Έλληνα υπουργό το ενδιαφέρον της εταιρείας για έρευνες στην ελληνική υφαλοκρηπίδα. Είχε προηγηθεί, άλλωστε, η επίσκεψη του υπουργού στο Τέξας για συναντήσεις με σειρά στελεχών του αμερικανικού πετρελαϊκού χώρου, όχι όμως και με τον Αμερικανό υπουργό Ενέργειας, κ. Chris Wright.
Τούτων δοθέντων και με δεδομένα τα συχνά «τσαλαβουτήματα» της ελληνικής διπλωματίας, η κατάσταση προχωρά αργά αλλά σταθερά στο σημείο βρασμού.
Ευχής έργον για τη χώρα μας είναι το όποιο «μαγείρεμα» να έχει αίσιο αποτέλεσμα.
Σίγουρα -φαντάζομαι- κανένας δεν θα ήθελε να πνιγεί ψαρεύοντας καλόγριες σ’ ένα θαλάσσιο πάρκο 6 ναυτικών μιλίων…