Η εικόνα είναι δελεαστική: ένα πολυσέλιδο «ειρηνευτικό σχέδιο», υποτιθέμενα προϊόν σκληρής διπλωματικής δουλειάς μεταξύ Ουάσιγκτον και Μόσχας, έρχεται να βάλει τέλος σε έναν πόλεμο που έχει ρημάξει την Ουκρανία, έχει εξαντλήσει τις ευρωπαϊκές κοινωνίες και έχει ανατρέψει την παγκόσμια οικονομία. Ο Ντόναλντ Τραμπ πιέζει το Κίεβο να υπογράψει, παρουσιάζοντας τον εαυτό του ως τον άνθρωπο που «φέρνει τους πολέμους στο τέλος τους».

Όμως πίσω από τη σκηνοθεσία της «ιστορικής συμφωνίας» κρύβεται μια πολύ πιο άβολη πραγματικότητα: αυτό που παρουσιάζεται ως ειρήνη μοιάζει περισσότερο με ένα κακογραμμένο, εσωτερικά αντιφατικό και σε μεγάλο βαθμό φιλορωσικό προσχέδιο, το οποίο ζητά από την Ουκρανία να πληρώσει το τίμημα της σταθερότητας με την ίδια της την κυριαρχία. Και από την Ευρώπη, να βάλει την υπογραφή της σε έναν μηχανισμό που παγιώνει τη λογική των σφαιρών επιρροής.

Advertisement
Advertisement

Το πρόβλημα δεν είναι ότι ο πόλεμος «πρέπει να τελειώσει». Αυτό είναι αυτονόητο. Το πρόβλημα είναι πώς τελειώνει – και σε ποιον λογαριασμό.Ένα σχέδιο με θολή πατρότητα και ακόμη πιο θολή στρατηγική

Ακόμη και η προέλευση του σχεδίου αποκαλύπτει το βαθμό προχειρότητας. Μετά τη διαρροή, η Ουάσιγκτον αρχικά το επιβεβαιώνει ως αυθεντικό. Στη συνέχεια, υπό την πίεση γερουσιαστών, διαρρέει ότι πρόκειται για ρωσική πρόταση. Αργότερα, ο Λευκός Οίκος διαψεύδει τις διαψεύσεις, και ο ΥΠΕΞ Μάρκο Ρούμπιο καταλήγει να παραδέχεται ότι το κείμενο είναι «πραγματικό» αλλά «ζωντανό και εξελισσόμενο».

Μέσα σε αυτή τη θεσμική σύγχυση, ένα πράγμα γίνεται σαφές: το σχέδιο συντάχθηκε χωρίς σοβαρή ουκρανική, νατοϊκή ή ευρωπαϊκή συμβολή. Αναθέτει ρόλους στο ΝΑΤΟ, στην «Ευρώπη», στην Παγκόσμια Τράπεζα και στην –αναστημένη– G8, χωρίς οι ίδιοι οι οργανισμοί να έχουν συμφωνήσει. Χρησιμοποιεί ασαφή γλώσσα, γεμάτη αντιφάσεις για το ποιος κάνει τι, πότε και υπό ποιους όρους.

Είναι περισσότερο ένα πολιτικό αφήγημα του Τραμπ, παρά μια πραγματική ειρηνευτική συμφωνία: ένα κείμενο που του επιτρέπει να πει στο εσωτερικό ακροατήριο ότι «έχει σχέδιο», χωρίς να έχει προηγηθεί η αναγκαία διπλωματική και τεχνική επεξεργασία.

Η πιο μεγάλη παγίδα: η αναγνώριση της ρωσικής λείας

Η πιο επώδυνη πτυχή του σχεδίου είναι η εδαφική αρχιτεκτονική που προτείνει. Η Ουκρανία καλείται να αποδεχθεί ότι:

  • Η Κριμαία, το Λουγκάνσκ και ολόκληρη η περιφέρεια του Ντονέτσκ, ακόμα και τμήματα που σήμερα παραμένουν υπό ουκρανικό έλεγχο, αναγνωρίζονται ως de facto ρωσικά.
  • Οι γραμμές του μετώπου στη Χερσώνα και στη Ζαπορίζια παγώνουν, παγιώνοντας και τον έλεγχο της Ρωσίας επί μεγάλου τμήματος ουκρανικού εδάφους.
  • Δημιουργείται μια αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη, η οποία «θεωρείται» ότι ανήκει στη Ρωσική Ομοσπονδία, χωρίς σαφή μηχανισμό επιτήρησης.

Με άλλα λόγια, ο επιτιθέμενος που παραβίασε κατάφωρα το διεθνές δίκαιο επιβραβεύεται με μια μονιμοποίηση των κερδών του. Το μόνο που ζητείται από τη Μόσχα είναι να δεσμευτεί πως «δεν θα πάει παραπέρα».

Advertisement

Για την Ουκρανία, αυτό δεν είναι απλώς μια επώδυνη υποχώρηση. Είναι κάτι πολύ βαθύτερο: μια de facto κατάργηση του δικαιώματος ενός κράτους να υπερασπίζεται την εδαφική του ακεραιότητα, υπό την απειλή ότι θα χάσει τις όποιες «εγγυήσεις ασφάλειας» προβλέπει το κείμενο, εάν προσπαθήσει να ανακτήσει τα εδάφη της με τη βία.

Η Ευρώπη γνωρίζει πολύ καλά τι σημαίνει να νομιμοποιείς αναδρομικά την αλλαγή συνόρων δια της ισχύος. Το έχει ζήσει στον 20ό αιώνα και πληρώσει το τίμημα. Το σχέδιο Τραμπ κινδυνεύει να γίνει η πιο επικίνδυνη αναβίωση αυτής της λογικής στον 21ο.

Εγγυήσεις ασφάλειας ή εγγυήσεις αβεβαιότητας;

Το δεύτερο μεγάλο αγκάθι αφορά τις εγγυήσεις ασφάλειας. Στα χαρτιά, η Ουκρανία «θα λάβει αξιόπιστες εγγυήσεις». Στην πράξη, δεν διευκρινίζεται:

Advertisement
  • ποιος τις παρέχει,
  • με ποιον μηχανισμό,
  • με ποια στρατιωτικά και πολιτικά μέσα.

Η πρόβλεψη ότι η Ουκρανία παραμένει εκτός ΝΑΤΟ, κατοχυρώνοντας μάλιστα τη δέσμευση αυτή στο Σύνταγμά της, ακυρώνει τον μόνο γνωστό και αποδεδειγμένο μηχανισμό συλλογικής άμυνας που θα μπορούσε να αποτρέψει νέα επίθεση.

Την ίδια στιγμή, η υποτιθέμενη «αμερικανική εγγύηση» είναι γεμάτη από αιρέσεις: αν η Ουκρανία θεωρηθεί ότι «επιτίθεται» στη Ρωσία, τυπικά χάνει την προστασία. Αντίθετα, αν η Ρωσία παραβιάσει τη συμφωνία, η απάντηση μένει σε γενικόλογες αναφορές σε «συντονισμένη στρατιωτική αντίδραση» και επαναφορά κυρώσεων.

Το μήνυμα προς το Κίεβο είναι κυνικό:
Παραχώρησε γη, περιόρισε τα εργαλεία άμυνάς σου, παραιτήσου από μελλοντική ένταξη στο ΝΑΤΟ – και σε αντάλλαγμα θα πάρεις ασαφείς υποσχέσεις, που μπορούν να ανακληθούν αν κρίνουμε ότι «υπερβάλλεις».

Advertisement

Για μια χώρα που είδε τις εγγυήσεις του Μνημονίου της Βουδαπέστης να καταρρέουν σαν χάρτινος πύργος, το να στηρίξει το μέλλον της σε τόσο εύθραυστα χαρτιά δεν είναι απλώς δύσκολο. Είναι αυτοκτονικό.

Οικονομικά πακέτα, παγωμένα κεφάλαια και η φαντασίωση της «μεγάλης μπίζνας»

Εκεί όπου το σχέδιο γίνεται σχεδόν σουρεαλιστικό είναι στην οικονομική του διάσταση. Προβλέπει, μεταξύ άλλων:

  • την εκκαθάριση παγωμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων,
  • τη διοχέτευση 100 δισ. δολαρίων υπό αμερικανική ηγεσία στην ανοικοδόμηση της Ουκρανίας,
  • έναν ξεχωριστό αμερικανορωσικό επενδυτικό μηχανισμό για μεγάλα projects, με τις ΗΠΑ να καρπώνονται το 50% των κερδών.

Στα χαρτιά μοιάζει σαν ένα μεγάλο deal «win–win». Στην πράξη, φαντάζει πολιτικά και νομικά ανεφάρμοστο:
– Πώς θα συναινέσουν οι Ευρωπαίοι σε μια τόσο επιθετική αμερικανική διεκδίκηση επί των ρωσικών κεφαλαίων, όταν οι ίδιοι έχουν δεσμευτεί –πολιτικά και νομικά– ότι αυτά πρέπει να υπηρετήσουν την αποζημίωση της Ουκρανίας;
– Γιατί να δεχθεί η Μόσχα να μετατρέψει τα παγωμένα της περιουσιακά στοιχεία σε εργαλείο για τη δική της πολιτική περιθωριοποίηση;

Advertisement

Πίσω από τις περίτεχνες φόρμουλες, αυτό που αναδύεται είναι περισσότερο η εμμονή του Τραμπ με την «αποζημίωση» της Αμερικής, παρά μια σοβαρή στρατηγική αποκατάστασης της Ουκρανίας.

Advertisement

Η ευρωπαϊκή αντιπρόταση –που ακυρώνει τον αμερικανικό έλεγχο επί των κεφαλαίων και συνδέει την αποδέσμευσή τους με την πραγματική αποζημίωση από τη Ρωσία– δείχνει ξεκάθαρα την απόσταση ανάμεσα στη λογική του «business first» και στη λογική του διεθνούς δικαίου.

Αμνηστία για εγκλήματα πολέμου; Η ηθική γραμμή που δεν πρέπει να περαστεί

Ένα από τα πιο σκοτεινά σημεία του σχεδίου είναι η πρόβλεψη για «πλήρη αμνηστία» σε όλα τα εμπλεκόμενα μέρη για πράξεις που διέπραξαν κατά τη διάρκεια του πολέμου. Σε μια σύγκρουση όπου έχουν τεκμηριωθεί:

  • εκτελέσεις αμάχων,
  • βασανιστήρια,
  • απαγωγές παιδιών,
  • επιθέσεις σε ενεργειακές και πολιτικές υποδομές,

η γενική αμνηστία δεν είναι τεχνική λεπτομέρεια. Είναι πολιτική επιλογή.

Advertisement

Ουσιαστικά, το σχέδιο λέει: ξεχάστε ότι υπήρξε Μπούτσα, Μαριούπολη, Ζαπορίζια, επιθέσεις σε πολυκατοικίες και σχολεία, μαζικές απελάσεις παιδιών. Χωρίς ευθύνη, χωρίς λογοδοσία, χωρίς δικαιοσύνη.

Η ευρωπαϊκή αντιπρόταση απομακρύνεται από αυτή τη λογική, μιλώντας αόριστα για «ανακούφιση των θυμάτων». Όμως η συζήτηση είναι ακόμη στην αρχή. Αν η Ευρώπη αποδεχθεί μια συμφωνία που ξεπλένει ουσιαστικά εγκλήματα πολέμου, θα έχει αποποιηθεί όχι μόνο τον ρόλο της ως «ήπιας δύναμης», αλλά και τις ίδιες τις αξίες στις οποίες στηρίζεται η ύπαρξη της Ένωσης.

Η Ευρώπη ανάμεσα σε δύο πειρασμούς

Μέσα σε αυτό το περίπλοκο σκηνικό, η Ευρώπη βρίσκεται παγιδευμένη ανάμεσα σε δύο ισχυρούς πειρασμούς:

  1. Τον πειρασμό της κούρασης.
    Μετά από χρόνια πολέμου, οικονομικής πίεσης, ενεργειακής κρίσης και εσωτερικών πολιτικών εντάσεων, η υπόσχεση ενός «τέλους» –οποιοδήποτε τέλος– έχει τεράστια γοητεία.
  2. Τον πειρασμό της ανάθεσης.
    Η ιδέα ότι «θα τα βρουν οι Αμερικανοί με τους Ρώσους» και η Ευρώπη θα παρακολουθεί από απόσταση, απαλλάσσοντας τις ίδιες τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες από δύσκολες αποφάσεις, είναι βολική.

Όμως και οι δύο πειρασμοί οδηγούν στο ίδιο στρατηγικό αδιέξοδο: σε μια Ευρώπη η οποία δέχεται να ζήσει σε ένα περιβάλλον όπου μεγάλα, πυρηνικά οπλισμένα κράτη μπορούν να αλλάζουν σύνορα με τη βία, να αμείβονται με νέες σφαίρες επιρροής και να διαπραγματεύονται το μέλλον μικρότερων γειτόνων της πάνω από τα κεφάλια τους.

Ποια «ειρήνη»; Ποια «ασφάλεια»;

Ο αληθινός πυρήνας του προβλήματος είναι ο εξής:
Το σχέδιο Τραμπ αντιμετωπίζει τον πόλεμο στην Ουκρανία κυρίως ως διαφορά ανάμεσα σε δύο μεγάλες δυνάμεις –ΗΠΑ και Ρωσία– με την Ευρώπη και την Ουκρανία σε ρόλους δευτερεύοντες.

Η «ειρήνη» σε αυτό το πλαίσιο σημαίνει:

  • Μια Ρωσία που ενσωματώνει de facto εδάφη γειτονικού κράτους.
  • Μια Ουκρανία ακρωτηριασμένη, με περιορισμένη κυριαρχία και ασαφείς εγγυήσεις.
  • Μια Ευρώπη που καλείται να πληρώσει μεγάλο μέρος του λογαριασμού της ανοικοδόμησης και να αποδεχθεί ότι η ασφάλειά της θα ρυθμίζεται, εν πολλοίς, από μια συμφωνία Τραμπ–Πούτιν.

Το ερώτημα, λοιπόν, δεν είναι αν η Ευρώπη θέλει ειρήνη. Το ερώτημα είναι αν είναι διατεθειμένη να νομιμοποιήσει ένα μοντέλο «ειρήνης» που, στην ουσία, μεταφράζεται σε παγωμένο πόλεμο, θεσμοποιημένη αδικία και ενθάρρυνση για παρόμοιες επιθετικές ενέργειες στο μέλλον.

Τι θα σήμαινε μια πραγματικά βιώσιμη συμφωνία

Καμία βιώσιμη ειρήνη δεν θα μοιάζει με ουκρανική στρατιωτική νίκη τύπου «επιστρέφουμε στα σύνορα του 1991» από τη μια μέρα στην άλλη. Η πραγματικότητα είναι πιο σκληρή και πιο σύνθετη. Αλλά υπάρχουν ορισμένες κόκκινες γραμμές που η Ευρώπη οφείλει να υπερασπιστεί, αν θέλει να μιλά για ειρήνη και όχι για συνθηκολόγηση:

  • Μη αναγνώριση της αλλαγής συνόρων δια της βίας. Ακόμα κι αν υπάρξουν προσωρινές πρακτικές ρυθμίσεις, δεν μπορεί να δοθεί πολιτική και νομική νομιμοποίηση στην προσάρτηση ουκρανικών εδαφών.
  • Εγγυήσεις ασφάλειας με πραγματικό περιεχόμενο. Είτε μέσα από ένα ενδιάμεσο σχήμα ασφαλείας είτε μέσω μιας σαφούς πορείας προς το ΝΑΤΟ, η Ουκρανία πρέπει να αποκτήσει μηχανισμούς αποτροπής, όχι μόνο υποσχέσεις.
  • Χρήση ρωσικών κρατικών περιουσιακών στοιχείων για αποζημίωση, με διαφάνεια και διεθνή νομική βάση. Όχι κατ’ ιδίαν «μπίζνες» που μετατρέπουν την ανοικοδόμηση σε εμπορικό παζάρι.
  • Καμία γενική αμνηστία για εγκλήματα πολέμου. Η λογοδοσία δεν είναι πολυτέλεια. Είναι η βάση για να μην επαναληφθούν τα ίδια εγκλήματα.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι ευρωπαϊκές αντιπροτάσεις με 24 και 28 σημεία δείχνουν ότι στις πρωτεύουσες της ΕΕ έχει αρχίσει να αναπτύσσεται ένα αντίβαρο στο «σχέδιο Τραμπ». Δεν είναι τέλειες. Αλλά κινούνται σε μια κατεύθυνση λιγότερο φιλορωσική, πιο συμβατή με το διεθνές δίκαιο και με τα ουκρανικά «κόκκινα όρια».

Η πραγματική επιλογή της Ευρώπης

Στο τέλος της ημέρας, η συζήτηση για το σχέδιο Τραμπ δεν είναι μόνο για την Ουκρανία. Είναι ένα τεστ για το τι είδους διεθνή τάξη είναι διατεθειμένη να δεχθεί η Ευρώπη στον 21ο αιώνα.

Θα αποδεχθεί μια «ειρήνη» που επιβραβεύει την επιθετικότητα, ακυρώνει την έννοια των συνόρων, περιστέλλει την κυριαρχία μικρότερων κρατών και μετατρέπει την ασφάλεια σε αντικείμενο συναλλαγής μεταξύ μεγάλων δυνάμεων;

Ή θα επιμείνει σε μια πιο δύσκολη, αργή και επίπονη πορεία προς μια συμφωνία που, έστω και με επώδυνους συμβιβασμούς, θα στηρίζεται σε αρχές και όχι σε τετελεσμένα;

Το δίλημμα δεν θα λυθεί μέχρι την Ημέρα των Ευχαριστιών, ούτε με μια βιαστική υπογραφή στο τέλος ενός μνημονίου. Θα λυθεί από το πόσο διατεθειμένη είναι η Ευρώπη –και μαζί της η Ουκρανία– να αρνηθεί την εύκολη ειρήνη της λήθης και να διεκδικήσει τη δύσκολη ειρήνη της δικαιοσύνης.