Η Τουρκία εισέρχεται βαθύτερα στην πολιτική κρίση που ξέσπασε τον περασμένο Μάρτιο, όταν συνελήφθη και φυλακίστηκε ο δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου. Η επιδίωξη του Ερντογάν να καθαιρέσει μετά τον Ιμάμογλου και τον εκλεγμένο πρόεδρο του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP), Οζγκιούρ Οζέλ, αποτελεί ένα νέο βαθύ πλήγμα για τo πολιτικό σύστημα της Τουρκίας. Τόσο οι κατηγορίες με τις οποίες φυλακίστηκε ο δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης, όσο και εκείνες με τις οποίες επιδιώκεται αυτές τις ημέρες η καθαίρεση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης παραμένουν θολές. Στην πραγματικότητα αποτελούν μέρος της στρατηγικής του Ερντογάν για την εξουδετέρωση της δυναμικής του CHP, το οποίο στις δημοτικές εκλογές του Μαρτίου του 2024 κατέλαβε την πρώτη θέση και έσπρωξε το κυβερνητικό Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) σε ιστορικά χαμηλό ποσοστό (32%). Εξάλλου, ο φυλακισμένος εδώ και μισό χρόνο Εκρέμ Ιμάμογλου, νικητής τριών εκλογικών αναμετρήσεων στην Κωνσταντινούπολη, παραμένει η μεγαλύτερη πολιτική απειλή για τον πρόεδρο Ερντογάν, ενώ η φθίνουσα πορεία του ΑΚΡ αναδεικνύει την αδυναμία του Τούρκου προέδρου και του κόμματός του να διατηρήσουν τα υψηλά ποσοστά του παρελθόντος.
Αυτά τα δύο στοιχεία καθορίζουν τη νέα πολιτική πραγματικότητα στην Τουρκία. Εδώ και έναν χρόνο, απέναντι στη φθίνουσα δημοτικότητα του ιδίου και του κόμματός του και αντικρίζοντας την πολιτική άνοδο του δημοφιλούς Ιμάμογλου και του ανανεωμένου CHP υπό τον Οζέλ, ο πρόεδρος Ερντογάν έχει μετατοπίσει το βάρος της κρατικής καταστολής από τις κουρδικές πολιτικές δυνάμεις προς το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Το δεύτερο άνοιγμα του Ερντογάν προς τους Κούρδους στα τέλη του 2024 (μετά από το πρώτο αποτυχημένο του 2013), η φυλάκιση του Ιμάμογλου τον Μάρτιο του 2025 και στη συνέχεια η καθαίρεση υψηλόβαθμων στελεχών και άλλων δημάρχων του CHP με απώτερο στόχο τον ίδιο τον Οζέλ, στοχεύουν στην αποτροπή της αλλαγής των πολιτικών ισορροπιών και στον ακόμη πιο ασφυκτικό έλεγχο του πολιτικού συστήματος από τον Τούρκο πρόεδρο.
Η σημαντική ήττα του κόμματός του στις δημοτικές εκλογές του Μαρτίου 2024, μόλις δέκα μήνες μετά τη νίκη του στις διπλές προεδρικές και βουλευτικές εκλογές τον Μάιο του 2023, αποκάλυψε στον Ερντογάν τα όρια της πολιτικής στρατηγικής που είχε ακολουθήσει για μια δεκαετία και η οποία βασιζόταν στην καταστολή του φιλοκουρδικού HDP στο εσωτερικό και στις στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά των Κούρδων στη βόρεια Συρία. Η αλλαγή ηγεσίας στο CHP, με τον πολύ νεότερο Οζγκιούρ Οζέλ να αντικαθιστά τον άχρωμο Κεμάλ Κιλιντσάρογλου, που εξάλλου είχε ηττηθεί πολλές φορές από τον Ερντογάν, καθώς και η διαρκής άνοδος της δημοτικότητας του Εκρέμ Ιμάμογλου, ο οποίος έδειξε στην Κωνσταντινούπολη πως μπορούσε να είναι αποτελεσματικός παρά τα συνεχή εμπόδια που έβαζε η κυβέρνηση στα δημαρχιακά του καθήκοντα, διαμόρφωσαν μια διπλή δυναμική που λάμβανε διαστάσεις επικείμενης αλλαγής του πολιτικού τοπίου. Η σύλληψη και καθαίρεση του Ιμάμογλου τον περασμένο Μάρτιο σηματοδότησε την ειλημμένη απόφαση του Ερντογάν να διακόψει με αυταρχικές μεθόδους αυτήν τη δυναμική, ενώ η συνεχιζόμενη πίεση προς την εκλεγμένη ηγεσία του CHP αποτελεί για τον Τούρκο πρόεδρο ένα χτύπημα προς την αντιπολίτευση το οποίο, εκτιμά ο ίδιος, θα του δώσει τη δυνατότητα να διεκδικήσει μια τέταρτη προεδρική θητεία είτε μέσω πρόωρων εκλογών, είτε μέσω μιας συνταγματικής αναθεώρησης.
Η νέα πολιτική κρίση στην οποία έχει ωθήσει την Τουρκία ο Ερντογάν είναι αποτέλεσμα της πορείας του Τούρκου προέδρου προς τον αυταρχισμό, κυρίως κατά τα τελευταία δέκα έτη. Οι επιλογή του Ερντογάν να διαβρώσει το κράτος δικαίου, να ελέγξει τη δικαιοσύνη και τη συντριπτική πλειονότητα των ΜΜΕ, να στοχεύσει τους Κούρδους για τη δημιουργία ακραίας εσωτερικής πόλωσης, να περιθωριοποιήσει την αξιωματική αντιπολίτευση και να εξουδετερώσει τους πολιτικούς του αντιπάλους έχουν βυθίσει την ούτως ή άλλως αδύναμη τουρκική δημοκρατία των προηγούμενων δεκαετιών σε έναν όλο και πιο βαθύ αυταρχισμό.