Αιώνες τώρα ο άνθρωπος αναζητά το κίνητρο της ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου.

Ερωτήματα και σκέψεις, οι οποίες κάποτε απασχόλησαν και βασάνισαν την ανθρώπινη λογική και πίστη, σήμερα όμως δεν έχουν να πουν τίποτα στο σύγχρονο άνθρωπο.

Advertisement
Advertisement

Στον άνθρωπο, ο οποίος για πολλούς λόγους, ασχολείται με διάφορα πράγματα αφορώντα κυρίως την επιβίωσή του, με αποτέλεσμα να μην έχει ούτε το χρόνο, ούτε τη διάθεση, ούτε βεβαίως και κανένα κίνητρο να ασχοληθεί με τη σάρκωση του Χριστού. Απλώς εορτάζει τα Χριστούγεννα, αν τα εορτάζει, γιατί πρέπει να τα εορτάσει. Κυρίως από συνήθεια και ως μια ευκαιρία για winter holidayς. Παντού ο εορταστικός στολισμός δεν περιλαμβάνει οτιδήποτε έχει σχέση με τον Θεάνθρωπο Χριστό, επειδή η κάθε κρατική εξουσία υπακούει στα κελεύσματα της «πολιτικής ορθότητας.

 Όμως κάποιοι επιμένουν σε αυτό που λέγεται ενσάρκωση, στον σκοπό της σαρκώσεως που είναι: «έγινε ο Θεός άνθρωπος για να γίνει ο άνθρωπος Θεός». Και περιμένουν να γίνει ο άνθρωπος Θεός, δηλαδή να αγαπάει τους πάντες και τα πάντα, τον αδελφό του την κτίση, να μην καταπιέζει τον συνάνθρωπο και σε κοινωνικό επίπεδο να μην υπάρχουν ανισότητες, δούλοι, να μην υπάρχει βία, να μην υπάρχουν γενικά ισχυροί. Περιμένουν αυτό που πάντοτε ζητά ο άνθρωπος την καταλλαγή, την κατάργηση της εχθρότητας, της αποξενώσεως και την επαναφορά στην κατάσταση της ειρηνικής μακαριότητας, την ένωση των διεστώτων, την ένωση του ορισμένου και τη αοριστίας, του μέτρου και της αμετρίας, του πέρατος και της απειρίας, της στάσεως και της κινήσεως, του κτιστού και του ακτίστου και όλα αυτά στο πρόσωπο του Χριστοῦ, ο οποίος ένωσε με την τέλεια ενανθρώπιση του αδιαιρέτως και ασυγχύτως την ανθρώπινη και θεϊκή φύση. Ο Θεός Λόγος κοινώνησε με την ανθρώπινη φύση και με την κοινωνία αυτή παρέχεται η δυνατότητα στον άνθρωπο, χωρίς να καταργείται η ελευθερία του να γίνει Θεός.

Κάποιοι επιμένουν ότι η εορτή των Χριστουγέννων υπενθυμίζει ότι ό άνθρωπος μπορεί να γίνει Θεός μόνον όταν σκύψει το κεφάλι του, όταν ταπεινωθεί, όταν κατανοήσει ότι δεν πρέπει να επιζητεί τα δικά, την ικανοποίηση των δικών του επιθυμιών αλλά του ετέρου. Οι κοινωνίες αλλάζουν μόνον όταν αλλάξουν αυτοί που απαρτίζουν την κοινωνία, οι κοινωνίες δεν αλλάζουν στα κυβερνητικά παλάτια, αλλά στις ταπεινές φάτνες.

Κάποιοι επιμένουν να γιορτάζουν ότι ο Χριστός γεννήθηκε στην φάτνη για να γίνουμε εμείς Θεοί. Αλλά ο άνθρωπος δεν είναι μηχανή, είναι ελεύθερος και ελεύθερα πρέπει να αποδεχτεί τη θεία αυτή προσφορά. Ή μοναξιά της φάτνης είναι ο κατά προτίμηση χώρος γιά την επίσκεψη του Αγίου Πνεύματος. Έτσι όπως διακηρύσσει ο Συμεών ο Νέος Θεολόγος: «Ελθέ Πνεύμα Άγιον! Ελθέ μόνον, εις εμέ τόν μόνον!».

Κάποιοι επιμένουν ότι: «Εις τούτο γαρ ημάς και πεποίηκεν, ίνα γενώμεθα θείας κοινωνοί φύσεως, και της αυτού αιδιότητος μέτοχοι και φανώμεν αυτώ όμοιοι κατά την εκ χάριτος θέωσιν, δι΄ ήν πάσα τε των όντων η σύστασις εστι και η διαμονή, και η των μη όντων παραγωγή και γένεσις (Μάξιμος ο Ομολογητής).

Κάποιοι επιμένουν ότι ο Χριστός, ενάντια στην μοναρχία κάθε αυτοκράτορος, δημιουργεί την Εκκλησία, στην οικουμένη ως αντίγραφο της Αγίας Τριάδος ως κοινωνία, κοινωνία ανδρών και γυναικών, πλουσίων κα φτωχών χωρίς προνόμια και χωρίς υποβαθμίσεις, την μια κοινωνία όπου ο άνθρωποι καθορίζονται από τις μεταξύ τους σχέσεις και τα μεταξύ τους χαρίσματα και διακονήματα, μια κοινωνία όπου πρόσωπο και κτιση εναρμονίζονται χωρίς να καταργεί ο έναν τον άλλον, μια κοινωνία όπου γίνονται πάσι τα πάντα. Μια κοινωνία που συνάζεται τώρα πάντοτε και στην αιωνιότητα για να συμμετάσχει μαζί με τον Χριστό στην Γέννηση του, στον Σταυρικό του θάνατο και στη Ανάσταση Του, μια κοινωνία που μεταποιεί την κόλαση σε οικουμενική φάτνη καταλλαγής, μία κοινωνία που μεταμορφώνει την κόλαση σε ερωτική αιώνια συνάντηση.