Του Γιώργου Σταμάτη, Βουλευτή Επικρατείας της ΝΔ.

Σ’ έναν κόσμο που η ανάγκη για αποδοχή της διαφορετικότητας αποκτά ολοένα και μεγαλύτερο έρεισμα στη δημόσια συζήτηση, τα intersex (ίντερσεξ) πρόσωπα αποτελούν ένα τμήμα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας με πολύ περιορισμένη ορατότητα διεθνώς. Πρόκειται για άτομα που κατά τη γέννηση τους, τα βιολογικά χαρακτηριστικά φύλου, όπως χρωμοσώματα, ορμονικό προφίλ, αναπαραγωγικό σύστημα, δεν αντιστοιχούν απόλυτα σε κάποιο από τα φύλα αρσενικό – θηλυκό. Δεδομένου ότι υπάρχει μεγάλη ανομοιογένεια ως προς τα χαρακτηριστικά των intersex ατόμων, αυτό μπορεί να γίνει αντιληπτό κατά τη γέννηση, την παιδική ηλικία ή συνηθέστερα την εφηβεία, ή και πολύ αργότερα. Η συνθήκη να είναι κάποιος intersex, δε σχετίζεται με το σεξουαλικό προσανατολισμό του ατόμου, αλλά με τα χαρακτηριστικά φύλου του, ενώ η ταυτότητα φύλου μπορεί να είναι εκείνη που  του αποδόθηκε κατά τη γέννηση, αλλά μπορεί να είναι και διαφορετική.

Advertisement
Advertisement

Η οικοδόμηση της Ευρώπης διαπνέεται από τις αξίες της ισότητας, της αξιοπρέπειας, της αυτοδιάθεσης. Ωστόσο, το να είναι κάποιος intersex στην Ευρώπη σήμερα, εξακολουθεί να σημαίνει αυξημένο κίνδυνο βίας, παρενόχλησης και διακρίσεων που εγκλωβίζουν τις ζωές των ανθρώπων στο περιθώριο. Η πρόσφατη έκθεση του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ (FRA) καταδεικνύει ότι τα περιστατικά λεκτικής και σωματικής βίας και διακρίσεων που βιώνουν τα intersex άτομα έχουν επιδεινωθεί από το 2019 σε ποσοστά πολύ υψηλότερα από το μέσο όρο του πληθυσμού της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας. Τα στοιχεία είναι αποκαλυπτικά. Ένας στους τρεις intersex συμμετέχοντες (34%) δηλώνει ότι δέχθηκε τουλάχιστον μια σωματική ή σεξουαλική επίθεση τα τελευταία πέντε χρόνια, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό το 2019 ήταν 22%. Επίσης, ποσοστό 74% των ερωτηθέντων δέχθηκαν παρενόχληση με κίνητρο το μίσος τον τελευταίο χρόνο, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για το 2019 ήταν 42%. Το 61% των ερωτηθέντων ένιωσαν ότι υπέστησαν διακρίσεις το χρόνο πριν από την έρευνα, χωρίς μεταβολή του ποσοστού από το 2019. Ωστόσο, τα intersex άτομα αποτελούν τη μοναδική ομάδα του φάσματος της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, που δεν υπήρξε υποχώρηση στα ποσοστά διακρίσεων από την τελευταία έρευνα.  Περιστατικά σχολικού εκφοβισμού, προσβολές και ταπεινωτική μεταχείριση, δυσκολίες στη στέγαση και την εργασία, συνιστούν επίσης σημαντικά εμπόδια που τα intersex πρόσωπα συχνά αντιμετωπίζουν στην καθημερινότητα τους.

Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση του οργανισμού, πολλά intersex άτομα έχουν εξαναγκαστεί να υποβληθούν σε «θεραπείες μεταστροφής» ή σε ιατρικές επεμβάσεις χωρίς τη ρητή και ενημερωμένη συναίνεση τους, πρακτικές που συνιστούν κατάφωρη παραβίαση της σωματικής ακεραιότητας, της αξιοπρέπειας και της αυτοδιάθεσης του ατόμου και σε ορισμένες περιπτώσεις απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση. Πιο συγκεκριμένα, πάνω από τους μισούς intersex συμμετέχοντες (57%) απάντησαν ότι έχουν υποβληθεί σε χειρουργικές ή ορμονικές παρεμβάσεις «κανονικοποίησης φύλου», χωρίς να ζητηθεί η συναίνεση τους, συχνά σε πολύ μικρή ηλικία, χωρίς να υπάρχει ιατρική αναγκαιότητα. Αυτές οι παρεμβάσεις δε θεραπεύουν, αντίθετα, στιγματίζουν και τραυματίζουν και η έκθεση καλεί τα κράτη – μέλη να τις απαγορεύσει ιδίως στις μικρές ηλικίες, που δε μπορεί να υπάρξει ελεύθερη και ενημερωμένη συναίνεση. Επίσης, το 39% των intersex δηλώνουν ότι εξαναγκάστηκαν να υποστούν πρακτικές μεταστροφής, με σκοπό την αλλαγή του σεξουαλικού τους προσανατολισμού ή της ταυτότητας φύλου τους, ενώ το αντίστοιχό ποσοστό στον υπόλοιπο πληθυσμό των ΛΟΑΤΚΙ+ είναι 25%. Αυτές οι συνθήκες βίας και διακρίσεων έχουν προκαλέσει επιβάρυνση και στην ψυχική υγεία των συμμετεχόντων, δεδομένου ότι Το 53% των intersex ατόμων σκέφτηκε την αυτοκτονία τον τελευταίο χρόνο, ποσοστό σημαντικά μεγαλύτερο από το ήδη υψηλό 37% του συνόλου της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας. Η έκθεση αποκαλύπτει επίσης ότι τα intersex άτομα που είναι trans ή non-binary, καθώς και εκείνα που είναι άτομα με αναπηρία ή έχουν προσφυγικό ή μεταναστευτικό προφίλ, αντιμετωπίζουν ακόμη υψηλότερα επίπεδα βίας, παρενόχλησης και διακρίσεων.

Για την πρόληψη και καταπολέμηση των διακρίσεων, της κακοποίησης και των ανισοτήτων που βιώνουν τα intersex πρόσωπα, ο Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ διατυπώνει μια σειρά από συστάσεις, με στόχο μια Ευρώπη πιο ανοιχτή και συμπεριληπτική για όλους. Ειδικότερα, εστιάζει στην ανάγκη καταπολέμησης των διακρίσεων και της παρενόχλησης, παροτρύνοντας τα κράτη να εντάξουν στις εθνικές νομοθεσίες τα χαρακτηριστικά φύλου στους προστατευόμενους λόγους κατά των διακρίσεων, να κάνουν ρητή αναφορά στις διασταυρούμενες διακρίσεις, να ενισχύσουν τις Αρχές για την ισότητα και τη μη διάκριση, να καταπολεμήσουν το σχολικό εκφοβισμό κατά των intersex μαθητών μέσω επιμόρφωσης και εισαγωγής μαθήματος σεξουαλικής αγωγής που να εστιάζει στην αποδοχή της ποικιλομορφίας και τη συμπερίληψη. Επιπλέον, αναδεικνύεται η ανάγκη για ρητή ποινικοποίηση της ρητορικής και των εγκλημάτων μίσους, κατάργηση των μη αναγκαίων ιατρικών επεμβάσεων για την τροποποίηση των χαρακτηριστικών φύλου χωρίς προηγούμενη ενημερωμένη συναίνεση, απαγόρευση των λεγόμενων «θεραπειών μεταστροφής», εκπαίδευση των επαγγελματιών υγείας σχετικά με τις ανάγκες των intersex ατόμων και εξασφάλιση κατάλληλων τρόπων περίθαλψης που να εγγυώνται το σεβασμό των δικαιωμάτων τους.

Στην ίδια κατεύθυνση, κινείται και η Στρατηγική της ΕΕ 2026-2030 για την Ισότητα των ΛΟΑΤΚΙ+ καθώς και το προγενέστερο ψήφισμα του Συμβουλίου της Ευρώπης 2191/2017 “για την προώθηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων και την κατάργηση των διακρίσεων των intersex ανθρώπων”. Σε αυτό το πλαίσιο, στις 7 Οκτωβρίου του τρέχοντος έτους, το Συμβούλιο της Ευρώπης υιοθέτησε ομόφωνα τη Σύσταση CM/Rec(2025)7 της Επιτροπής Υπουργών για την ισότητα και την προστασία των δικαιωμάτων των intersex ατόμων.

Στο πεδίο προάσπισης των δικαιωμάτων των intersex συμπολιτών μας, η Ελλάδα έχει σημειώσει τα τελευταία χρόνια σημαντικότατη πρόοδο. Πιο συγκεκριμένα, στο αρ.82α του Π.Κ. θεσπίζεται αυξημένη ποινή για εγκλήματα που τελούνται με ρατσιστικά χαρακτηριστικά και μεταξύ των επιβαρυντικών παραγόντων συγκαταλέγεται και η επιλογή του θύματος και λόγω των χαρακτηριστικών φύλου του. Επιπλέον, το 2022 απαγορεύτηκαν οι ιατρικές επεμβάσεις σε intersex παιδιά καθώς και οι πρακτικές μεταστροφής σε ανηλίκους και ευάλωτα πρόσωπα.

Όπως καταδεικνύεται από τις  θεσμικές πρωτοβουλίες που αναλαμβάνονται, η Ευρώπη έχει αρχίσει να κατανοεί την επιτακτική ανάγκη θωράκισης και προστασίας των δικαιωμάτων των intersex πολιτών της. Καμία νομοθεσία όμως, όσο προοδευτική και αν είναι,  δεν αρκεί από μόνη της για να εκριζώσει τα στερεότυπα που έχουν παγιωθεί στις συμπεριφορές των ανθρώπων λόγω άγνοιας. Οι Intersex συμπολίτες μας πρέπει να γίνουν πιο ορατοί, να καταλάβουμε τις ανάγκες τους, να ακουστεί η φωνή τους. Είναι χρέος όλων μας να καλλιεργήσουμε κουλτούρα ενσυναίσθησης και αμοιβαίας αποδοχής, γιατί η ισότητα, η αξιοπρέπεια και η συμπερίληψη όλων των ανθρώπων αποτελούν δομικό θεμέλιο μιας κοινωνίας δικαιοσύνης και συνοχής.