Ο πληθωρισμός δείχνει να αποκλιμακώνεται στα επίσημα δελτία τύπου, αλλά στο ράφι του σούπερ μάρκετ η αλήθεια είναι πολύ διαφορετική. Τα τρόφιμα –τα απολύτως βασικά, εκείνα που γεμίζουν το ψυγείο και το τραπέζι κάθε εβδομάδα– παραμένουν εξοργιστικά ακριβά. Και παρόλο που οι αριθμοί δείχνουν ότι «το πρόβλημα έχει περιοριστεί», η πραγματικότητα για τη μεσαία τάξη είναι ότι πλέον δεν μπορεί να καλύψει βασικές ανάγκες χωρίς να κόψει από κάπου αλλού.
Η ακρίβεια δεν είναι πια έκτακτο φαινόμενο. Έγινε κανονικότητα. Και η μεσαία τάξη, αυτή που δεν δικαιούται επιδόματα, αλλά ούτε και βγάζει αρκετά για να αντέξει, είναι ο μεγάλος χαμένος αυτής της νέας «σταθερότητας».
Τυρί, λάδι, ψωμί, γάλα, κρέας, φρούτα… τα προϊόντα αυτά έχουν αυξηθεί από 20% έως και 60% σε σχέση με το 2021. Όχι λόγω κρίσεων, αλλά με άλλοθι τις κρίσεις και επειδή οι μεγάλες αλυσίδες λιανεμπορίου εφάρμοσαν μόνιμες ανατιμήσεις, επικαλούμενες αυξημένες διεθνείς τιμές και κόστη που εδώ και καιρό έχουν επιστρέψει σε προ πανδημίας επίπεδα. Η αισχροκέρδεια βαφτίζεται «προσαρμογή στην αγορά», και οι πολιτικοί μένουν να μιλούν για «καλάθια» και ελέγχους που κανείς δεν βλέπει.
Ο πληθωρισμός στα τρόφιμα λειτουργεί πλέον ως μηχανισμός αναδιανομής εισοδήματος προς τα πάνω. Οι χαμηλότερες τάξεις περιορίζουν την κατανάλωση. Οι εύποροι δεν επηρεάζονται. Αλλά η μεσαία τάξη πληρώνει περισσότερα για τα ίδια πράγματα, χωρίς να έχει τη δυνατότητα ούτε να τα αποφύγει, ούτε να τα υποκαταστήσει. Και επιπλέον, νιώθει ένοχη όταν δεν «τα καταφέρνει»… σαν να φταίει εκείνη που οι τιμές ξέφυγαν.
Στην πράξη “νομιμοποιείται” η ακριβή τιμή ως νέα βάση. Όσο για τον ανταγωνισμό; Οι μικρές επιχειρήσεις δεν μπορούν να ανταγωνιστούν ούτε στο ράφι, ούτε στα logistics, ούτε στην τιμή.
Το αποτέλεσμα είναι ότι η μεσαία τάξη φτωχοποιείται σιωπηρά. Δεν έχει φωνή, δεν έχει στήριξη, δεν έχει διέξοδο. Μόνο αποδοχή και σταδιακή προσαρμογή. Στα νέα, πιο ακριβά δεδομένα. Σε μια νέα οικονομία όπου για να φας αξιοπρεπώς, πρέπει να κάνεις θυσίες αλλού, στη θέρμανση, στις διακοπές, στη μόρφωση των παιδιών.
Πώς μπορεί να στηριχθεί η μεσαία τάξη;
Η στήριξη της μεσαίας τάξης απαιτεί στοχευμένες παρεμβάσεις που έχουν μετρήσιμο αντίκτυπο στο καλάθι της νοικοκυράς.
Πρώτον, η μείωση του ΦΠΑ στα βασικά τρόφιμα παραμένει ένα αναγκαίο εργαλείο. Το επιχείρημα ότι «δεν φτάνει στον καταναλωτή» αν δεν συνοδευτεί από μηχανισμό ελέγχου, δεν αποτελεί λόγο αδράνειας — αλλά άλλοθι για αδυναμία ρύθμισης της αγοράς. Αν η πολιτεία δεν μπορεί να εξασφαλίσει ότι μια φορολογική ελάφρυνση φτάνει στον πολίτη, τότε ποιος είναι ο ρόλος της;
Δεύτερον, χρειάζεται ενίσχυση του υγιούς ανταγωνισμού, μέσω φορολογικών κινήτρων για μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο λιανεμπόριο τροφίμων.
Τρίτον, να θεσμοθετηθούν φορολογικά μπόνους ή ελαφρύνσεις για επιχειρήσεις που δεσμεύονται σε διαφανή τιμολογιακή πολιτική και συγκράτηση τιμών σε βασικά είδη.
Ίσως τέλος, αυτό που χρειάζεται δεν είναι άλλη μία “συζήτηση” αλλά μια πραγματική νέα “συμφωνία κυρίων”, όπου η Πολιτεία βάζει κανόνες, η αγορά παίζει τίμια και το επιχειρηματικό κέρδος δεν γεννιέται από την εξάντληση της μεσαίας τάξης, αλλά από την ενίσχυση της αγοραστικής της δύναμης!