Η αρχική κριτική του Ντ. Τραμπ, για το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και τους καθιερωμένους μηχανισμούς της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής μιλούσε για «βάλτο»: το κατεστημένο των επαγγελματιών της διπλωματίας, των λομπιστών, και των ΜΚΟ που μετερχόμενο συχνά πρακτικές περιστρεφόμενης πόρτας είχε σχεδόν αυτονομηθεί, καθηλώνοντας υποτίθεται τις επιλογές του στον μονόδρομο μιας και μόνο πολιτικής. Αυτά έλεγε ο Τραμπ· στην πραγματικότητα για τον «βάλτο» θα διαμαρτυρηθούν και προκάτοχοί του από την αντίθετη κατεύθυνση. Η πατρότητα της κριτικής για το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ανήκει σε σύμβουλο του… Ομπάμα που παραπονιόταν την εποχή όπου εκείνος αναλάμβανε για πρώτη φορά τα ηνία της αμερικανικής προεδρίας, για τους νεοσυντηρητικούς που είχαν καταφέρει να πλασαριστούν στους «αρμούς της εξουσίας» μέσα στην οκταετία του Μπους του νεώτερου.
Στα χέρια του τωρινού Αμερικανού προέδρου, όμως, αυτή η κριτική οπλοποιήθηκε. Απ’ ό,τι φαίνεται για τον ίδιον το πρόβλημα είναι ότι οι έλεγχοι και οι ισορροπίες (check and balances) καθώς και η διάκριση των εξουσιών αλλά και ο επιμερισμός τους στο εκτελεστικό σκέλος θέτουν προσκόμματα στην απολυταρχική διολίσθηση των προεδρικών εξουσιών. Κάτι που ο ίδιος επιθυμεί. Κι αυτό είναι ευρύτερο για την αμερικανική εξουσία, όχι μόνον για την εξωτερική πολιτική.
Ας εστιάσουμε όμως σε αυτήν: δυσανεξία του Τραμπ με το γεγονός ότι η εξωτερική πολιτική δεν ελέγχονταν απολύτως από τον ίδιον υφίστατο και κατά την πρώτη του θητεία. Τότε του είχαν βάλει χαλινό ο Υπ. Εξ. Μάικ Πομπέο, αλλά και η από κοινού δραστηριοποίηση Ρεπουμπλικανών και Δημοκρατικών.
Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Τουρκία. Ανακαλεί κανείς τις πρωτοβουλίες του Πομπέο, που έφτασε να παρακάμπτει την Τουρκία από την ατζέντα των επισκέψεών του στην ευρύτερη περιοχή, για να εξισορροπήσει την ‘ειδική σχέση’ Τραμπ – Ερντογάν. Ή την περίφημη τροποποίηση του National Defense Authorization Act (NDAA) που ανέκοπτε την πρόσβαση της Τουρκίας στο πρόγραμμα των F-35 και κυρώθηκε έπειτα από κοινή πρωτοβουλία Ρ. Μενέντεζ και Μ. Ρούμπιο (δεν είναι τυχαίο ως προς αυτό ότι αμφότεροι προέρχονται από την κοινότητα των Ισπανόφωνων αφ’ ενός, ότι ο Μ. Ρούμπιο είναι και νυν υπ. Εξ. αφετέρου).
Σημασία έχει το τι οι πρωτοβουλίες αυτές ήθελαν να εξισορροπήσουν: την προσωπική διπλωματία στην οποία επιδίδονταν από την πίσω πόρτα ο γαμπρός του Τραμπ, Τζάρεντ Κούσνερ που λειτουργούσε σε σύμπραξη με τους γαμπρούς του Ερντογάν, και μετέβαλαν σε εξαιρετικά επικερδή για τον Αμερικανό πρόεδρο την σχέση του με τον Πρόεδρο της Τουρκίας.
Προς την ενιαία εκτελεστική εξουσία
Αυτούς τους χαλινούς επιδιώκει ο Τραμπ να σπάσει στην 2η θητεία του. Εξ ου και «η διπλωματία των απεσταλμένων». Η κίνησή του όμως αυτήν, που αντικατοπτρίζει πλήρως την έφεσή του στην προσωποπαγή εξουσία έχει τεράστιο υπόβαθρο στο εσωτερικό και στο διεθνές στερέωμα. Ισοδυναμεί λίγο ως πολύ με ένα εγχείρημα μέσα από το οποίο οι ΗΠΑ –η αμερικανική εξουσία– θα αλλάξουν φυσιογνωμία, και συμπεριφορά στο διεθνές σύστημα. Και προφανώς μέσω αυτών, και καθώς ο αμερικανικός ογκόλιθος μετακινείται, η απόπειρα αυτή καταλήγει να αξιώνει μια αλλαγή στον ίδιο τον τρόπο που ασκείται η παγκόσμια πολιτική.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Η προσωποπαγής εξουσία, δεν είναι καπρίτσιο μιας ιδιόρρυθμης προεδρίας η οποία κατά τα άλλα επιθυμεί να παραμείνει «εντός πλαισίου». Είναι αιχμή μιας ιδεολογικής και πολιτικής τάσης που καλλιεργείται εντόνως στο περιβάλλον του Αμερικανού προέδρου. Το ρεύμα αυτό εμπνέεται από τις επιτυχίες της Κίνας και άλλων αυταρχικών ή ημι-αυταρχικών καθεστώτων στον ύστερο, υπερτεχνολογικό καπιταλισμό, και προπαγανδίζει την ανάγκη μετασχηματισμού της Αμερικής προς μια «ενιαία εκτελεστική εξουσία». Το βασικό επιχείρημα επικαλείται την αρχή της αποδοτικότητας, την αναγκαιότητα των υψηλών ρυθμών μεγέθυνσης του ΑΕΠ στον στίβο του νέου παγκόσμιου ανταγωνισμού, και βέβαια, την «τεχνολογική επιτάχυνση» (μια ακόμα αγαπημένη έννοια του περιβάλλοντος Τραμπ).
Σύμφωνα με αυτό η διάκριση των εξουσιών, η δημοκρατία, και η υπερβολική έμφαση στους ανθρωπιστικούς, κοινωνικούς, και περιβαλλοντικούς περιορισμούς θέτουν φραγμούς σε όλα αυτά. Τα νομοθετικά σώματα, η γραφείοκρατία, οι «βάλτοι» των εκάστοτε υπουργείων, τα συνταγματικά δικαστήρια, ο ελεγκτικός ρόλος των ΜΜΕ, είναι άχρηστος «θόρυβος», ο οποίος όχι μόνον ανακόπτει την ορμή της Αμερικής στον αγώνα για τεχνολογική ανωτερότητα, φυσικούς πόρους, εντατικοποίηση των ρυθμών ανάπτυξης.
Αλλά θέτει εμπόδιο και στις μεσσιανικές προσδοκίες που καλλιεργούν τμήματα των αμερικανικών ελίτ –ιδίως τους ολιγάρχες των υψηλών τεχνολογιών– για τον μετάνθρωπο. «Σκοτεινός Διαφωτισμός», είναι ένα ιδεολογικό ρεύμα το οποίο βρίσκεται πίσω από την στροφή των ελίτ αυτών προς τον Τραμπ, και την στήριξή τους στο εγχείρημα εγκαθίδρυσης της «ενιαίας εκτελεστικής εξουσίας». Η οποία θα κυβερνάει απευθείας από τον Λευκό Οίκο με διατάγματα και εντεταλμένους αυλικούς. Εξ ου και η παράκαμψη όλων των επίσημων και θεσμικών μηχανισμών της εξωτερικής πολιτικής, και η έφεση στην διπλωματία των ‘ειδικών απεσταλμένων’.
Έμποροι των Εθνών
Το «ρώσικο» σχέδιο των 28 σημείων, με βάση το οποίο ξεκίνησε ο τρέχων κύκλος της διπλωματικής πρωτοβουλίας Τραμπ για την λήξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, αποφασίστηκε μέσα από ένα πυκνό πλέγμα μυστικής διπλωματίας που ξεκινάει από την συνάντηση Πούτιν και Τραμπ στην Αλάσκα, τον Αύγουστο του 2025.
Οι κυριότεροι πρωταγωνιστές αυτού του παρασκηνίου είναι κυρίως επιχειρηματίες, «άνθρωποι των προέδρων» τους: ο Γουΐτκοφ, φίλος του Τραμπ από το 1980, παρέα του στο γκόλφ και κτηματομεσιτικός καπιταλιστής, ο Ντιμίτριεφ επικεφαλής του Ρωσικού Ταμείου Άμεσων Επενδύσεων, και ο Ουσάκωφ, πρώην πρέσβης της Ρωσίας στις ΗΠΑ και των ειδικών διπλωματικών αποστολών του Πούτιν. (Εδώ αξίζει να σχολιάσουμε την τεράστια διαφορά από άποψης διπλωματικής εμπειρίας, γνώσης των κρατικών υποθέσεων και της παγκόσμιας σκακιέρας, ανάμεσα στον «μεσίτη» Γουΐτκοφ και τους Ρώσους ομολόγους του).
Όπως αποκάλυψε η Wall Street Journal οι ειδικοί απεσταλμένοι αυτοί ενέπλεξαν στις διαπραγματεύσεις τους ένα τεράστιο πλέγμα συμφερόντων, από εκπροσώπους της Exxon Mobil και της Rosneft, μέχρι εκείνους της SpaceX του Ίλον Μασκ και της ρωσικής διαστημικής υπηρεσίας Roscosmos. Το «μενού» των συνομιλιών είχε πολλές «μπίζνες», ελάχιστα για το διεθνές δίκαιο, την παγκόσμια τάξη και τους κανόνες της. Το μενού περιλάμβανε την επαναφορά των Αμερικάνων στις εξορύξεις της Σαχαλίνης, το ‘άνοιγμα’ του πεδίου της Αρκτικής στην ρωσο-αμερικανική συνεργασία, ακόμα και κοινές διαστημικές αποστολές.
Για την Ουκρανία, μέσα σε αυτά τα 28 σημεία που πολυσυζητήθηκαν, μπορούμε να σταθούμε σε μια λιγότερο συζητημένη πτυχή τους: στο προβάδισμα που απέδιδαν στην Αμερική, ως προς την ανοικοδόμηση της χώρας μέσω της αξιοποίησης των κατασχεμένων ρωσικών κεφαλαίων που λιμνάζουν στην Ευρώπη. Και έχει σημασία να αναδείξουμε αυτήν την πλευρά πρώτον γιατί είναι στην ουσία η «ανταμοιβή» των Αμερικάνων για την αποδοχή των ρωσικών διεκδικήσεων · αλλά και γιατί μέσα από αυτό αντικατοπτρίζεται πλήρως ο χαρακτήρας της «ρωσο-αμερικανικής» συναντίληψης: ούτε η Ευρώπη ούτε και η Ουκρανία θα έχουν το «ελεύθερο» να μεταχειριστούν τα κεφάλαια αυτά, διότι εκείνοι θα ανοικοδομούσαν μια χώρα ανεξάρτητη, ευρωπαϊκά προσανατολισμένη, με ισχυρές ένοπλες δυνάμεις και αμυντική παραγωγική-τεχνολογική βάση.
Στην ρωσο-αμερικανική εκδοχή, αντίθετα, θα έχουμε μια χώρα διαμελισμένη μεταξύ της Ουάσιγκτον και της Μόσχας, με τις δύο να υλοποιούν τις σφαίρες επιρροής τους αποικιακά –όπως καταδεικνύει και το σημείο που ορίζει «εκλογές σε 100 μέρες» ή τις πρότερες συμφωνίες οικονομικής συνεργασίας που εκβιαστικά απέσπασε ο Τραμπ από τον Ζελένσκι σε αντάλλαγμα κάποιων (υποθετικών, δυστυχώς) εγγυήσεων ασφαλείας.
Και προφανώς δίπλα σε αυτά ισχύουν και όλα τα υπόλοιπα: ότι η Συμφωνία αυτή δίνοντας έμφαση στα παραπάνω επικροτεί την ρωσική εισβολή, απορρίπτει κάθε κανόνα στην παγκόσμια τάξη πραγμάτων, παραγκωνίζει και υπονομεύει την Ευρώπη –σε αυτό θα επανέλθουμε.
Κυρίως, ότι σηματοδοτεί μια μεγάλη αλλαγή στον τρόπο διεξαγωγής της παγκόσμιας πολιτικής καθώς περνάμε από τις πολυμερείς διασκέψεις, με τους εκπροσώπους κρατών, και την συμμετοχή των επίσημων διακρατικών οργανισμών, είτε είναι η ΕΕ, είτε το ΝΑΤΟ, στον συναλλακτισμό λιγότερο ή περισσότερο αυταρχικών ηγεσιών, και της διπλωματίας των ανακτοβουλίων τους, στις οποίες συνωστίζονται τα μεγάλα συμφέροντα –ενεργειακά, τεχνολογικά, κατασκευαστικά.
Προφανώς αυτή η εξέλιξη θυμίζει Ιερά Συμμαχία. Εξ άλλου όπως θα δηλώσει ο έτερος ‘ειδικός απεσταλμένος’ του για την Μέση Ανατολή, Τομ Μπάρακ, ο οποίος χρησιμοποιεί την Τουρκία για έδρα του και φροντίζει ώστε να κρατάει ζεστές τις σχέσεις του Τραμπ με τον Ερντογάν: «Ο λόγος που ο πρόεδρος Τραμπ μπορεί να έχει αυτή τη συνολική παγκόσμια θεώρηση είναι γιατί μελετάει την Ιστορία. Ο Δρόμος των Μπαχαρικών, ο Δρόμος του Μεταξιού συνέδεαν την Ανατολή με τη Δύση μέσα από τρεις ή τέσσερις διαφορετικές διαδρομές. Και πάνω σε αυτούς τους δρόμους ευημερίας αναπτύχθηκε μια ώσμωση πολιτισμών. Αυτό μπορεί να συμβεί ξανά, αλλά έχει αναχαιτιστεί από τη δημιουργία εθνών-κρατών μετά το 1919. Η ιδέα ότι κάθε χώρα, κάθε κράτος κυβερνάται με διαφορετικό τρόπο δεν έχει λειτουργήσει τόσο καλά».
Με λίγα λόγια, «ο Πρόεδρος» θέλει να μας επανασυστήσει τις ΗΠΑ ως μια αυτοκρατορία μόνη της –το ακριβώς αντίθετο από την Αυτοκρατορία που φαντασιωνόταν ο Τόνι Νέγκρι και η οποία υποτίθεται ότι δεν θα είχε «μέσα και έξω». Μια Αμερική η οποία υποκαθιστά την στρατηγική της σύμπραξη με την Ευρώπη, και επιδιώκει να έρθει σε συνεννόηση με την Ρωσία ώστε να την αποσπάσει από τον μονόπαντο –πια– προσανατολισμό της προς την Κίνα.
Κατά τα λοιπά, εξαγγελίες προσάρτησης της… Γροιλανδίας, επίθεση στον Καναδά, ασφυκτικό πρέσινγκ στην Βενεζουέλα για την αλλαγή καθεστώτος, και την επανένταξη του μεγαλύτερου αποθέματος βαρέως αργού πετρελαίου στον κόσμο. Ένας κλασικός, αρπακτικός ιμπεριαλισμός μιας αυτοκρατορίας η οποία προτίθεται να συνομιλήσει και να έρθει σε συνεννόηση μόνον με τους όμοιούς της. Που για την δική μας περίπτωση, της Ελλάδας, αυτό σημαίνει ότι στο παρασκήνιο εξυφαίνονται αντίστοιχες διαπραγματεύσεις: «Το συζητήσαμε και με τον πρόεδρο Τραμπ· αναρωτηθήκαμε αν μπορούμε να λειτουργήσουμε ως ‘κονίαμα’, σαν αυτό που ενώνει δύο τούβλα, για να έρθουν πιο κοντά με έναν νέο τρόπο, βήμα βήμα. Ηρθε η ώρα. [ ] Για να δημιουργήσουμε ένα νέο μοντέλο ευημερίας, σκεφτείτε το: έχουμε την Κασπία Θάλασσα με τεράστια αποθέματα ορυκτών καυσίμων, αποκλεισμένα από τη Μεσόγειο, όπου η Ελλάδα και η Τουρκία είναι η πύλη. Πώς γίνεται να είναι ανοιχτή αυτή η πύλη; Αν απαλλαγείς από τις πολιτικές επιπλοκές; Και από τις πολιτικές επιπλοκές απαλλάσσεσαι όταν υπάρχει ευημερία. Αυτή είναι η ελπίδα μας. [ ] Δεν μπορείς να έχεις ένα απόστημα στο κέντρο ενός κατά τα άλλα υγιούς σώματος. Κάθε μέρος αυτού του σώματος πρέπει να θεραπευτεί. Και η Κύπρος είναι κρίσιμο μέρος του. Η ελπίδα μας είναι ότι θα συμπεριληφθεί στη λύση». Επομένως, χρειάζεται μια υποσημείωση εδώ: πρέπει να δούμε τα όσα τραβάει σήμερα η πολύπαθη Ουκρανία από τον Τραμπ, σαν μια αλληγορία για το τι πρέπει να περιμένουμε από αυτόν στα ελληνοτουρικά.
Εάν δικαιούται κάπου να πανηγυρίζει η Ρωσία, –και η Τουρκία σε δεύτερο πλάνο–, δεν είναι γιατί όλα αυτά οπωσδήποτε θα πετύχουν. Ισχυρή αντίθεση καταγράφεται και στο εσωτερικό των ΗΠΑ, με διάφορους Ρεπουμπλικάνους των νομοθετικών σωμάτων, ενώ ακόμα και ο Ρούμπιο φαίνεται να παραμερίζεται επειδή διαφωνεί, τουλάχιστον ως προς την Ρωσία και την Τουρκία. Και φυσικά είναι και η Ευρώπη, η οποία αυτήν την στιγμή μπορεί να υπολείπεται, αλλά οι εξελίξεις τείνουν να προσλάβουν υπαρξιακή υφή για την ενότητα και την αυτοδυναμία της.
Ωστόσο εκείνο που έχουν ήδη καταφέρει, είναι η ιδεολογική μετατόπιση της Αμερικής επί το Ευρασιανικότερον, με την έννοια της συγκατάνευσης του Τραμπ και σε μια αντιδημοκρατική προοπτική στο εσωτερικό, και σε μια διεθνή τάξη πραγμάτων η οποία θα εγκαταλείπει ό,τι θετικό προέκυψε από τον 19ο αιώνα κι έπειτα –ως προς την αυτοδιάθεση των εθνών, και την αποαποικιοποίηση– για να επανασυστήσει μια ‘εποχή των Αυτοκρατοριών’.
Όταν ο επίδοξος περικυκλωτής, κινδυνεύει να περικυκλωθεί
Επισήμως η φιλορωσική στροφή των τραμπικών ΗΠΑ δικαιολογείται στη βάση του επιχειρήματος της περικύκλωσης της Κίνας. Αντιστοίχως θα χρησιμοποιηθεί το ίδιο άλλοθι και με τον Ερντογάν, όπου υποτίθεται ότι τα χατήρια του θα ικανοποιηθούν προκειμένου οι ΗΠΑ να στερήσουν από το Πεκίνο αυτό τον νευραλγικό κρίκο στον ‘δρόμο του Μεταξιού’.
Εδώ ακριβώς υπεισέρχεται και το κωμικοτραγικό του πράγματος, καθώς ο Τραμπ είναι και λίγο… Καμμένος.
Η σινο-ρωσική προσέγγιση, και η σινο-τουρκική σε ένα άλλο επίπεδο, δεν έχει αντικείμενό της μόνο τις business. Πρόκειται για συμπράξεις στρατηγικού και όχι οπορτουνιστικού χαρακτήρα.
Η Κίνα αποτελεί σήμερα τον δημοσιονομικό ισορροπιστή της ρωσικής «πολεμικής οικονομίας», και επίσης είναι στυλοβάτης της αμυντικής της βιομηχανίας, καθώς της παρέχει τεχνογνωσία, και κρίσιμα εξαρτήματα. Υπάρχει έντονη ανισότητα στην σχέση αυτήν, και εκεί είναι που οι Αμερικάνοι υπολογίζουν και προσφέρονται στην Μόσχα ως εξισορροπητική εναλλακτική. Η σχέση Κίνας και Ρωσίας, εντούτοις, δεν είναι απολύτως άνιση. Διότι και η Ρωσία διαθέτει κάτι που η Κίνα δεν μπορεί να αποκτήσει, έναν «πολιτικό πόρο»: την δυνατότητά της να διεξάγει πόλεμο μέσα στην Ευρώπη, με τρόπο που τινάζει στον αέρα ό,τι είχε απομείνει από την πρότερη δυτικοκεντρική τάξη πραγμάτων.
Αυτήν ακριβώς η πολεμική διαθεσιμότητα, που υπογραμμίζεται ακόμα περισσότερο καθώς οι Ρώσοι αξιωματούχοι αρέσκονται να εκβιάζουν με πυρηνικά την Ευρώπη, είναι το «asset» για το οποίο το Πεκίνο πληρώνει αφειδώς Γιατί δεν μπορεί προς το παρόν να κάνει μόνο του κάτι τέτοιο. Ο ρόλος της Κίνας μέσα στο παγκόσμιο σύστημα, ως η χώρα που παράγει και παρέχει τα προϊόντα της στον υπόλοιπο πλανήτη και ιδίως στην Δύση, την εξαναγκάζει να κινείται εμμέσως και υπογείως. Η Ρωσία, αντίθετα, λειτουργεί ως ο ένοπλος καταλύτης της πολυπολικότητας, κάτι που συμφέρει κυρίως την Κίνα.
Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο η τελευταία παρέχει την στήριξή της, χώρια από τα ευνοϊκά πλασαρίσματα που αποσπά στο εσωτερικό της Ρωσίας. Το Πεκίνο, εξ άλλου, δεν σκέφτεται με τον ίδιο τρόπο που σκέφτεται ο επιβητορικός Τραμπ. Και προτιμάει την πρόσβαση σε αυτόν τον έμμεσο αλλά υπερπολύτιμο γεωπολιτικό πόρο, παρά να επιδιώξει την άμεση λεηλασία της Ρωσίας, κάτι που θα τρόμαζε και τη Μόσχα. Ας μην ξεχνάμε, εξ άλλου, ότι η κινέζικη τέχνη του κουκλοθεάτρου είναι από τις αρχαιότερες στον κόσμο, αν όχι η αρχαιότερη.
Κατά συνέπεια το να πετύχει ο Τραμπ με τα όσα κάνει σήμερα την περικύκλωση της Κίνας είναι από απίθανο έως αμφίβολο (στην καλύτερη περίπτωση). Αντίθετα, εκείνο που απειλεί να επιτύχει είναι η υπονόμευση και η αποσύνθεση της Ευρώπης.
Γιατί η επιβράβευση της ρωσικής επιθετικότητας με τη διπλωματία του, ενθαρρύνει την Μόσχα ώστε να προχωρήσει στους σχεδιασμούς της και να επαναφέρει την επιρροή της στο ανατολικό σκέλος της ΕΕ –ενδεχόμενα μέσα από μια ακόμα ‘ειδική στρατιωτική επιχείρηση’, ίσως περισσότερο υβριδική, στην Εσθονία ή την Μολδαβία. Μια εξέλιξη που θα ήταν οπωσδήποτε σε βάρος της ευρωπαϊκής ενότητας. Και θα προκαλούσε φυγόκεντρες τάσεις, με χώρες να επιταχύνουν αντανακλαστικά την προσκόλληση στην τραμπική Αμερική (όπως θα ήθελαν οι σημερινοί ένοικοι του Λευκού Οίκου να συμβαίνει με την Ελλάδα), και άλλες να βυθίζονται σε μια άνευ προηγουμένου περιδίνηση.
Εξ άλλου για τον Τραμπ η Ενωμένη Ευρώπη είναι ανταγωνιστής των ΗΠΑ και εμπόδιο στο αμερικάνικο μεγαλείο –όπως ο ίδιος το θεωρεί αυτό· όχι εταίρος. Έτσι όμως, προβαίνει σε μια θανάσιμη αυτοϋπονόμευση. Γιατί η αποσύνθεση της ΕΕ –ενός αυτόνομου πόλου στην δυτική απόληξη της Ευρασίας– είναι εξέλιξη που υπηρετεί την ολοκλήρωση του ευρασιατικού μπλοκ. Όχι τις ΗΠΑ.