Η σύνοδος του προέδρου των ΗΠΑ και των Ευρωπαίων ηγετών με τον πρόεδρο της Ουκρανίας στο Λευκό Οίκο δεν έβγαλε κάποια μεγάλη είδηση, καθώς δεν επήλθε ακόμα οριστική συμφωνία. Το θέμα παραπέμφθηκει σε ενδεχόμενες διμερείς συναντήσεις Πούτιν-Ζελένσκι και ίσως σε μία τριμερή με τη συμμετοχή και του Ντόναλντ Τραμπ. Οι συζητήσεις μάλλον επικεντρώθηκαν στο φλέγον ζήτημα των περίφημων «εγγυήσεων ασφαλείας». Όσο ακούγονται αυτά, όμως, κινδυνεύει να χαθεί η αλήθεια. Η ιστορική, πλέον, αλήθεια είναι ότι όλοι έχουν μπει σε έναν -επικίνδυνο- δρόμο. Αυτόν της de facto αναγνώρισης της καταπάτησης συνόρων ξένης χώρας. Κάτι που αφορά άμεσα την Ελλάδα και την Κύπρο.
Τη Δευτέρα 18 Αυγούστου 2025 άπαντες πήγαν στην Ουάσινγκτον για να καλοπιάσουν τον πρόεδρο των ΗΠΑ. Τον κοντινότερο και ισχυρότερο φίλο του Βλαντιμίρ Πούτιν αυτή τη στιγμή στον κόσμο. Οι συζητήσεις διήρκεσαν ώρες και σε πολύ καλό κλίμα.
Κάποια στιγμή ο κ. Τραμπ σήκωσε το τηλέφωνο και κάλεσε τον Ρώσο ομόλογό του, προφανώς για να του μεταφέρει όσα είχαν διαμειφθεί και πιθανότατα για να διερευνήσει την προοπτική διμερούς και τριμερούς συνάντησης. Η απάντηση από τη Μόσχα ήταν μάλλον θετική και αυτό χαροποίησε ιδιαιτέρως τον Αμερικανό πρόεδρο. Είναι χαρακτηριστικό ότι λίγο πριν αρχίσουν οι συζητήσεις με τους Ευρωπαίους η κάμερα «συνέλαβε» τον Ντόναλντ Τραμπ να ψιθυρίζει στον Εμμανουέλ Μακρόν αναφερόμενος στον Πούτιν: «Θέλει να κάνει μια συμφωνία για μένα – Όσο τρελό κι αν ακούγεται».
Όμως και τα ρωσικά σχόλια την επομένη ήταν σχεδόν πανηγυρικά για όσα συνέβησαν μέσα στο οβάλ γραφείο, όταν έκλεισαν οι πόρτες και έμειναν μόνοι τους οι Ευρωπαίοι ηγέτες με τον πλανητάρχη. Εξάλλου, μία ενδεχόμενη συνάντηση Ζελένσκι-Πούτιν σε «ασφαλές» για τον πρόεδρο της Ρωσίας ευρωπαϊκό έδαφος θα ανοίξει το δρόμο της τελικής διευθέτησης του ζητήματος της Ουκρανίας. Τουλάχιστον μέχρι τον επόμενο πόλεμο…
Είναι προφανές ότι η σύνοδος της Δευτέρας δεν κατόρθωσε να μπει στη δύσκολη συζήτηση της ανταλλαγής εδαφών. Εδώ που τα λέμε, για ποια «ανταλλαγή» μιλάμε; Επί της ουσίας, πρόκειται για συνθηκολόγηση της Ουκρανίας με όριο το πόσα εδάφη της θα παραχωρήσει στη Ρωσία για να τελειώσει ο πόλεμος. Τώρα το αν το υπολειπόμενο 25% του Ντονέτσκ που ελέγχει ακόμη ο ουκρανικός στρατός γίνει το σημείο συμφωνίας ή συνέχισης της σύρραξης, θα φανεί ίσως και εντός του Αυγούστου.
Ο Ντόναλντ Τραμπ θέλησε να αναδειχθεί σε κομβικό διαμεσολαβητή, πετώντας όμως το μπαλάκι στους Ευρωπαίους ως προς τις εγγυήσεις ασφαλείας για την προστασία της… ηττηθησομένης Ουκρανίας.
Ας θυμηθούμε όμως τη σειρά των, ιστορικών πλέον, γεγονότων.
Το πρελούδιο: Οι Ευρωπαίοι δεν έκαναν όσα μπορούσαν και όφειλαν να κάνουν για να αποτρέψουν την εισβολή και τον πόλεμο. Σε πρώτη φάση, αρνούνταν να δουν την πραγματικότητα. Οι αμερικανικές και οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες τούς προειδοποιούσαν ήδη από το Νοέμβριο του 2021 για κινήσεις ρωσικών στρατευμάτων στη ρωσο-ουκρανική μεθόριο και όσο ο καιρός περνούσε τούς ενημέρωναν λεπτομερώς για την επικείμενη εισβολή.
Η εισβολή: Τελικά, στις 24 Φεβρουαρίου 2022 οι Ρώσοι εισέβαλαν στην Ουκρανία και επεδίωξαν μία γρήγορη προέλαση προς το Κίεβο. Οι Ουκρανοί αντιστάθηκαν σθεναρά και το μεγαλεπήβολο αρχικό σχέδιο του Πούτιν απετράπη. Ωστόσο, ο πόλεμος συνεχίστηκε αγρίως και με πολλά εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας να λαμβάνουν χώρα.
Η πορεία του πολέμου: Οι Ουκρανοί σημείωσαν σημαντικές νίκες, λαμβάνοντας ακριβή δυτική βοήθεια (κυρίως αμερικανική, αλλά και ευρωπαϊκή). Δεν έλαβαν, όμως, ποτέ στρατηγικά επιθετικά όπλα. Δεν έλαβαν ποτέ τα όπλα εκείνα και την αντίστοιχη τεχνική υποστήριξη που θα τους βοηθούσαν καθοριστικά προκειμένου να εκδιώξουν τους εισβολείς ή να «παγώσουν» την προέλασή τους στις προσλβηθείσες περιοχές της ουκρανικής επικράτειας. Απώτερος στόχος μιας τέτοιας προσπάθειας θα ήταν τελικά η Ουκρανία να καθίσει σε ένα τραπέζι διαπραγματεύσεων με πολύ καλύτερους όρους από τους σημερινούς. Οι ουκρανικές σημαίες και οι φωτισμοί κτηρίων στα χρώματα της Ουκρανίας, δυστυχώς, δεν κερδίζουν πολέμους και αυτό σήμερα πια πρέπει να το έχουν αντιληφθεί όλοι.
Προϊόντος του χρόνου και ιδιαίτερα μετά την εκλογή Τραμπ και το δημόσιο μπούλινγκ που άσκησε σε ευρωπαϊκό έδαφος εναντίον της Ευρώπης ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζ. Ντ. Βανς, οι Ευρωπαίοι άρχισαν να αντιλαμβάνονται τις νέες γεωπολιτικές συνθήκες του κόσμου.
Ο επανεξοπλισμός, που επί τόσα χρόνια ευμάρειας και μακαριότητας ήταν άγνωστη λέξη, άρχισε να γίνεται πράξη. Η Γερμανία, για πρώτη φορά μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ανακοίνωσε πρόγραμμα επανεξοπλισμού ύψους 100 δισ. ευρώ. Το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία άρχισαν επίσης να εξοπλίζονται περαιτέρω, να συντονίζουν τις στρατιωτικές τους συνεργασίες και τώρα πλέον ακόμα και να προετοιμάζουν από κοινού μία ενδεχόμενη αποστολή ειρηνευτικών δυνάμεων στην Ουκρανία.
Ωστόσο, ακόμα και σήμερα, οι Ευρωπαίοι γνωρίζουν ότι η απόφαση στρατιωτικής εμπλοκής στην Ουκρανία ως συνέπεια μίας συμφωνίας με αντισυμβαλλόμενο τον Πούτιν είναι μία απόφαση εξαιρετικά δύσκολα ανακοινώσιμη απέναντι στις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Αντίπαλός τους είναι ένας άνθρωπος που δεν δίστασε στιγμή να στείλει στο θάνατο, όχι μόνο άμαχους Ουκρανούς, αλλά ένα εκατομμύριο Ρώσους στρατιώτες. Παράλληλα, ο ίδιος πλαισιώνεται από συμμάχους όπως η Βόρεια Κορέα και η Κίνα. Χώρες στις οποίες η ανθρώπινη ζωή έχει ανάλογη αξία με όση έχει στη Ρωσία.
Ας μην ξεχνάμε βεβαίως και την πάντα επιτήδεια Τουρκία, που φιλοξένησε πολλές συναντήσεις Ρώσων και Ουκρανών αντιπροσώπων, έχοντας αλλάξει στρατόπεδο αρκετές φορές τυπικά, αλλά όντας πάντα ουσιαστικά ψυχή τε και σώματι στο πλευρό της Ρωσίας. Άλλωστε, ήδη από το 2017 εκπρόσωποι της Ρωσίας, του Ιράν και της Τουρκίας είχαν συναντηθεί στην Αστάνα του Καζακστάν για να συζητήσουν για το μέλλον της Συρίας μετά τον εμφύλιο πόλεμο. Η νέα σύρραξη στην Ουκρανία και οι δυτικές κυρώσεις σε Ρωσία και Ιράν (για διαφορετικούς λόγους) προέκριναν ακόμα περισσότερο τη συνεργασία με την απολυταρχική Τουρκία του Ερντογάν. Τη χώρα που, αναζητώντας εναγωνίως οπλικά συστήματα και όντας, προς ώρας τουλάχιστον, αποκλεισμένη από τα F-35, στράφηκε στη Ρωσία.
Πέρα, όμως, από το οικονομικό συμφέρον, Ρωσία και Τουρκία ενώνονται και σε «αξιακό» επίπεδο. Πρόκειται για δύο χώρες που στο εσωτερικό τους διοικούνται ολοκληρωτικά και στο εξωτερικό έχουν εισβάλει και κατέχουν παράνομα εδάφη γειτονικών τους κρατών (Ουκρανία, Αμπχαζία, Νότια Οσετία, Βόρεια Συρία, Βόρεια Κύπρος κ.λπ). Δεν διστάζουν να συνάψουν παράνομες συμφωνίες με τρίτες χώρες και να χρησιμοποιήσουν μισθοφόρους εκτελεστές (βλ. Wagner και πρώην τζιχαντιστές, αντίστοιχα) για να πετύχουν τους σκοπούς τους στο πεδίο. Τέλος, μοιράζονται το μίσος τους κατά του Ισραήλ και των Εβραίων συνολικά.
Όλα τα παραπάνω καταδεικνύουν το πόσο αρνητική εξέλιξη θα αποτελέσει η επισημοποίηση της ήττας της Ουκρανίας και η παράδοση εδαφών της στη Ρωσία. Μία πράξη που δεν θα γίνει βεβαίως de jure (επισήμως) αποδεκτή από την Ευρώπη, αλλά θα αποτελέσει de facto μία «νέα Κύπρο», ανοίγοντας την όρεξη του Ερντογάν για να προωθήσει σχέδιο δύο κρατών στο νησί και τελικά τη μετατροπή του βόρειου τμήματός του σε τουρκική περιφέρεια.
Ας μην ξεχνάμε όμως και την αμφισβήτηση της κυριαρχίας ελληνικών νησιών και βραχονησίδων του Αιγαίου από την Τουρκία. Ας μην ξεχνάμε την αμιφβήτηση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο από την Τουρκία.
Ασφαλώς, όλα αυτά πρέπει να είναι απολύτως σαφή στο μυαλό της ελληνικής πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας και οι ελληνικές διπλωματικές προσπάθειες δεν πρέπει να περιορίζονται σε θεωρητικές διατυπώσεις, την ώρα που το διεθνές δίκαιο καταπατάται στην πράξη.
Αυτή είναι η πραγματικότητα και η αναλογία του πολέμου στην Ουκρανία με την Κύπρο και τα ελληνικά συμφέροντα. Όποιος, ακόμα και σήμερα, λοιπόν, αδυνατεί να δει τις παραπάνω πραγματικότητες στο σύνολό τους, είτε εθελοτυφλεί από αφέλεια είτε εξυπηρετεί άλλους σκοπούς.