Η συζήτηση στη Βουλή για τον προϋπολογισμό είναι το ιδανικό πεδίο για να προβάλλει ο καθένας την εικόνα που θέλει στους πολίτες με το πιο πειστικό μέσο που υπάρχει: τους αριθμούς. Γιατί, «οι αριθμοί δε λένε ψέματα». Αρκεί όμως, να γίνει επιλεκτική χρήση τους, ώστε να παρουσιάζεται μια πτυχή της πραγματικότητας, εκείνη που υποστηρίζει το εκάστοτε πολιτικό αφήγημα. Στην πραγματικότητα, είναι ο πιο επιστημονικοφανής τρόπος να πει κάποιος ψέματα.
Αύξηση των δαπανών σε απόλυτους αριθμούς σε έναν τομέα, αλλά μείωσή τους ως ποσοστό του ΑΕΠ. Αύξηση του κατώτατου μισθού, αλλά μείωση της αγοραστικής δύναμης. Μείωση των φορολογικών συντελεστών, αλλά αύξηση των φόρων που πληρώνουν οι πολίτες λόγω ακρίβειας και μείωσης φοροδιαφυγής. Διαλέγεις τι από τα δύο σε συμφέρει για να υποστηρίξεις το αφήγημά σου. Και όταν δεν βρίσκονται αριθμοί για να υποστηρίξουν το αφήγημα, υπάρχουν πάντα τα κλασικά «έχουμε κάνει πρώτη προτεραιότητά μας την καταπολέμηση, φερ’ ειπείν, της ακρίβειας» ή όταν κι αυτά ακόμη δεν πείθουν, το τελευταίο καταφύγιο είναι ο κυματισμός της γαλανόλευκης, «της Πατρίδας που αποκτά πρωταγωνιστικό ρόλο στο ευρωπαϊκό ή και παγκόσμιο γίγνεσθαι», της Ελλάδας που «από μαύρο πρόβατο, γίνεται υπόδειγμα και για άλλους να το ακολουθήσουν», της «αναβαθμισμένης γεωπολιτικής ισχύος της Χώρας, του πυλώνα σταθερότητας σε ένα περιβάλλον διεθνούς αστάθειας» και τα συναφή.
Τι δε λέει ο προϋπολογισμός και οι προηγούμενοί του: τη ραγδαία αμερικανοποίηση της οικονομικής ζωής, όχι απλά της οικονομίας. Η αμερικανοποίηση, δεν έχει να κάνει μόνο με την τεράστια διείσδυση αμερικανικών συμφερόντων που έχει γίνει εδώ και χρόνια, αλλά μόνο τον τελευταίο καιρό είναι πλέον ορατή και στο τελευταίο πολίτη. Έχει να κάνει με την υιοθέτηση ενός μοντέλου στην οικονομική ζωή ότι ο καθένας είναι μόνος του. Στην πράξη έχουμε απορρύθμιση, με άλλα λόγια, απόσυρση του κράτους από το ρυθμιστικό του ρόλο. Στην ελληνική οικονομία, ο ανταγωνισμός δε λειτουργεί. Στα τρόφιμα, έχουν παρεισφρήσει μεσάζοντες που δρουν παρασιτικά ανεβάζοντας το κόστος για τους καταναλωτές και πνίγουν τους παραγωγούς. Κάθε πολίτης καλείται να τα βγάλει πέρα μόνος του απέναντι σε οργανωμένα καρτέλ που δρουν ανεξέλεγκτα σε ενέργεια, καύσιμα, ιδιωτικά νοσοκομεία, τράπεζες, σουπερμάρκετ, ασφάλειες, ακτοπλοΐα, δηλαδή σχεδόν σε ό,τι έχει να κάνει με βασικές υπηρεσίες και αγαθά. Το ίδιο το κράτος έχει συνειδητά επιλέξει να συμμετάσχει στη λεηλασία του εισοδήματος των πολιτών μέσω των έμμεσων φόρων και του ΦΠΑ λειτουργώντας και αυτό σαν επιχείρηση.
Έτσι φτάσαμε στο εξής οξύμωρο: Πλούσιο κράτος – φτωχοί πολίτες.
Τα κρατικά έσοδα πάνε περίφημα, η αγοραστική δύναμη των πολιτών είναι προτελευταία στην Ευρώπη. Και η απάντηση που δίνεται από την κυβέρνηση, είναι ότι η λύση στην ακρίβεια είναι η αύξηση των εισοδημάτων. Αν η λύση είναι η αύξηση των εισοδημάτων, τότε αυτός δεν είναι πάρα ένας ευγενικός τρόπος να πει κάποιος τεχνηέντως, ότι αν δε σας φτάνουν τα λεφτά, βγάλτε περισσότερα. Και ασφαλώς έμμεση παραδοχή της απροθυμίας – αδυναμίας της κυβέρνησης να λύσει το πρόβλημα.
Ζήσαμε μια εποχή κουπονιών: market pass, youth pass, fuel pass.
Και καλαθιών: νοικοκυριού, Χριστουγέννων, Πάσχα, νονού, σχολείου.
Όπου η ανεξέλεγκτη αισχροκέρδεια βαφτίστηκε εισαγόμενη ακρίβεια και όταν αποδείχτηκε ότι δεν ήταν εισαγόμενη, την εξωράισαν ονομάζοντάς τη πληθωρισμό της απληστίας. Εκπρόσωποι πολυεθνικών σε ανύποπτο χρόνο είχαν πει off the record, ότι θα αυξάνουν τις τιμές όσο εξακολουθεί ο Έλληνας να μπορεί να πληρώνει. Εκπρόσωποι σουπερμάρκετ προσφάτως βρήκαν την εύκολη δικαιολογία: είπαν ότι για την ακρίβεια ευθύνεται η κλιματική αλλαγή και η άνοδος στις τιμές ενέργειας. Αποσιώπησαν εντελώς το γεγονός ότι τα σουπερμάρκετ έχουν συστήσει ενδιάμεσες εταιρείες που αγοράζουν αυτές τα τρόφιμα και μετά τα πωλούν στα σουπερμάρκετ έτσι ώστε να φαίνεται ότι εκείνα ήδη αγοράζουν ακριβά και έχουν μικρό περιθώριο κέρδους, άρα δε μπορούν να κατηγορηθούν για αισχροκέρδεια.
Οι πολίτες όμως, δε θέλουν ελεημοσύνες εν είδει κουπονιών και καλαθιών.
Θέλουν θέσεις εργασίας με αξιοπρεπείς μισθούς.
Θέλουν αντιμετώπιση πολιτών, όχι πελατών.
Η λύση δεν είναι βγάλτε περισσότερα λεφτά και όποιος μπορέσει, θα αντεπεξέλθει στην αισχροκέρδεια και οι υπόλοιποι θα ζήσουν σα ζητιάνοι.
Η λύση είναι να πάψει το κράτος να συμπεριφέρεται ως επιχείρηση και να ανακτήσει το ρυθμιστικό ρόλο που εκουσίως απεμπόλησε, ώστε να σταματήσουν τα διάφορα καρτέλ και μεσάζοντες να λυμαίνονται τον Έλληνα πολίτη.