Η χώρα μας βρίσκεται για άλλη μια φορά απέναντι σε ένα νέο μεταναστευτικό ρεύμα, αυτή τη φορά από τη Λιβύη. Οι εικόνες των υπερφορτωμένων σαπιοκάραβων και των εξαντλημένων ανθρώπων που αγναντεύουν για πρώτη φορά τον ορίζοντα της Ευρώπης προκαλούν θλίψη και για άλλη μια φορά πεδίο ιδεολογικής αντιπαράθεσης. Συγχρόνως επαναφέρουν πάλι στον δημόσιο διάλογο ποια στάση πρέπει να κρατήσει η χώρα σε σχέση με την τύχη αυτών των ανθρώπων.

Από την μια ή κυβέρνηση υιοθετεί μια πιο αυστηρή πολιτική με κρατήσεις σε κλειστές δομές μέχρι τον επαναπατρισμό τους και από την άλλη, η αριστερά, ο ΣΥΡΙΖΑ, λιγότερο το ΠΑΣΟΚ και περισσότερο οι συλλογικότητες εκφράζουν την αντίθεσή τους, με λάβαρο την ανθρωπιά και την αλληλεγγύη τους στους πρόσφυγες.

Advertisement
Advertisement

Και κάπου εδώ, στην ένταση αυτών της αντιφάσεων επανέρχεται το ουσιαστικό ερώτημα: Τι σημαίνει εθνικό συμφέρον και τι αληθινή αλληλεγγύη.

Πρέπει να ξέρουμε ότι άλλο είναι η πολιτική άποψη και άλλο η θέση απέναντι στον ανθρώπινο πόνο.

Είναι άλλο να εκφράζεις την αντίθεσή σου για κάποιο γεγονός και άλλο η αλληλεγγύη σου στην δυστυχία που προκαλεί. 

Ξέρω ανθρώπους που η πολιτική τους θέση απέναντι στο προσφυγικό έρχεται σε πλήρη σύγκρουση με την προσφορά τους απέναντι στους πρόσφυγες.

Άνθρωποι που αν και πιστεύουν ότι πρέπει να παραμείνουν στην χώρα μόνο όσοι δικαιούνται πολιτικό άσυλο και οι πολεμικοί πρόσφυγες και αυτοί με την προοπτική να επιστρέψουν στην πατρίδα τους όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν και παρ’ όλα αυτά συμπάσχουν με το δράμα τους.

Που αν και θεωρούν ότι η χώρα δεν μπορεί να αντέξει κανέναν από τους υπόλοιπους όπως και αν τους αναφέρει κανείς, δεν μένουν απαθείς στην δυστυχία τους

Advertisement

Αυτή η πολιτική τους άποψη δεν τους εμποδίζει να συντρέχουν εμπράκτως αυτούς τους ανθρώπους.

Όπως επίσης ξέρω και κάποιους άλλους, που η πολιτική τους θέση όχι μόνο δεν συμβαδίζει με τις ευαισθησίες που υποτίθεται ότι έχουν γι’ αυτούς τους ανθρώπους, αλλά αντίθετα, εκμεταλλεύονται για ίδιον όφελος την δυστυχία τους κάνοντας μπίζνες στις πλάτες τους.

Κάποιοι μέσω των «αμαρτωλών» ΜΚΟ που χρησιμοποιούν τους πρόσφυγες σαν πιόνια για τους ανθελληνικούς σκοπούς τους  και κάποιοι άλλοι σαν κυνικοί ιδιοκτήτες σε ένα άθλιο παιχνίδι real estate.

Advertisement

Είναι τρομερό πως ο κόσμος των ματιών αδυνατεί να συμβαδίσει με τον κόσμο της συνείδησης.

Πολλοί δεν θέλουν να δουν. Ή βλέπουν μόνο ότι τους βολεύει.

Βλέπουν τις «ευκαιρίες» πίσω από τη δυστυχία. 

Advertisement

Μία ΜΚΟ που γίνεται εργαλείο χειραγώγησης, μία άδεια αποθήκη που γίνεται δομή φιλοξενίας με κατά κεφαλή χρέωση, μια κλειστή πανσιόν που γεμίζει πρόσφυγες για τις επιδοτήσεις, ερείπια που μέσω καταλήψεων γίνονται ξαφνικά χώροι διαμονής με αντίτιμο.

Ξέρετε, είναι εύκολο να κραυγάζεις συνθήματα αλληλεγγύης στους δρόμους και μέσα από τις ψηφιακές σου φούσκες, όταν οι πραγματικοί αλληλέγγυοι είναι οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας.

Το δύσκολο είναι να σκύψεις πάνω από την πληγή του άλλου χωρίς να κρατάς πανό.

Advertisement

Γιατί εκεί, στο πεδίο, φαίνεται ποιος πραγματικά νοιάζεται και ποιος απλώς επενδύει σε μια ψεύτικη εικόνα.

Advertisement

Γιατί οι πραγματικοί αλληλέγγυοι δεν κάνουν ποτέ θόρυβο. 

Δεν θα τους δεις στα πάνελ, ούτε θα τους διαβάσεις στα status. 

Θα τους δεις να μαγειρεύουν ένα πιάτο φαγητό, να προσφέρουν ένα μπουκάλι γάλα όπως οι «τρείς γιαγιάδες της Μυτιλήνης», να χαμογελούν σε ένα παιδί που δεν μιλά τη γλώσσα τους αλλά καταλαβαίνει την αγάπη τους.

Advertisement

Είδαμε πολλές φορές από το πρώτο μεταναστευτικό κύμα μέχρι σήμερα, τον ανθρώπινο πόνο να μετατρέπεται σε προϊόν.  Σε χρηματοδοτικό εργαλείο. Σε πάτημα για πολιτική επιρροή από εκείνους που υποτίθεται ότι υπερασπίζονταν το δράμα τους αλλά απουσιάζουν από το πεδίο.

Κάπως έτσι, η προσφυγιά παύει να είναι τραγωδία και γίνεται επένδυση. Όχι μόνο οικονομική, αλλά και ιδεολογική.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο «Μίστερ Ακίνητα» ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρης Παπαδηµούλης που έκανε συλλογή ακινήτων αγοράζοντας µαζικά διαµερίσµατα σε υποβαθµισµένες συνοικίες της Αθήνας και τα εκµεταλλευόταν µε προσοδοφόρες µισθώσεις, τις οποίες σύναπτε είτε µε ΜΚΟ είτε απευθείας µε µετανάστες και πρόσφυγες.

Πρέπει να καταλάβουν κάποιοι ότι είναι άλλο πράγμα η αλληλεγγύη και άλλο η υπεράσπιση του εθνικού συμφέροντος.

Είναι άλλο η ευαισθησία για τον ανθρώπινο πόνο και άλλο να υπερασπίζεσαι τις αντοχές μιας κοινωνίας. Και πολύ περισσότερο ότι η συμπόνια, δεν είναι μονοπώλιο ενός ιδεολογικού χώρου γιατί αυτό θέλουν να μας «πουλήσουν». Λες και η ανθρωπιά χωρά σε κομματικά κουτάκια.

Μόνο που η πραγματικότητα είναι πιο σύνθετη.

Όσο κι αν μας συγκινεί η ανθρώπινη τραγωδία, δεν πρέπει να χάνουμε το μέτρο.

Γιατί το συναίσθημα δεν μπορεί να υποκαταστήσει την πολιτική, ούτε να ακυρώνει την ανάγκη προστασίας του τόπου.

Να συμπονέσουμε ναι, να προσφέρουμε επίσης. Αλλά πάντα με όρους, με όρια, με σχεδιασμό. Γιατί η χώρα έχει συγκεκριμένες αντοχές.

Δεν μπορεί να μετατραπεί σε αποθήκη ψυχών επειδή κάποιοι, στο όνομα μιας ασαφούς «ανθρωπιάς», απαιτούν να ακυρωθούν τα σύνορα.

Η αλληλεγγύη έχει νόημα όταν δεν απειλεί τον κοινωνικό ιστό.

Όταν δεν υπονομεύει την ασφάλεια, τη σταθερότητα, τη δημόσια τάξη.

Αλλιώς, γίνεται επικίνδυνη αυταπάτη.

Γιατί η πραγματική ευθύνη απέναντι στον πρόσφυγα δεν είναι να τον εγκαταστήσεις άκριτα εδώ, αλλά να τον βοηθήσεις όταν περάσει ο κίνδυνος, να επιστρέψει στην πατρίδα του και να ξαναχτίσει τη ζωή του.

Γιατί η Ελλάδα που θέλουμε είναι μια χώρα με καρδιά, αλλά και με νου.

Με ευαισθησία, αλλά και με όρια.

Με ανθρωπιά, αλλά πάνω απ’ όλα με συνείδηση του εθνικού της καθήκοντος.