Η Επιτυχημένη Επανάσταση των Ελληνογλώσσων
Η Ελλάδα υπήρξε πάντα ένας λαός που σεβάστηκε τη γλώσσα του—συχνά μέχρι υπερβολής, αλλά δικαίως: Οι σύγχρονοι Έλληνες οφείλουν την ελευθερία τους στην Eπανάσταση των ελληνογλώσσων και ομοδόξων προγόνων τους στον Μωριά, τη Ρούμελη, την Μαγνησία, την Μακεδονία, την Κρήτη, και τα άλλα εμπόλεμα νησιά του Αρχιπελάγους.
Η Ελληνική Επανάσταστη επανασυνέδεσε τους Έλληνες όχι μόνον σε γενικό (περιγραφικό) επίπεδο με την μακραίωνη Ελληνική Ιστορία, αλλά και σε ειδικό (γλωσσικό) επίπεδο με την Ελληνική Γραμματεία. Με την κοσμογονική τους επανάσταση, οι Έλληνες και τα μετεπαναστατικά εκπαιδευτικά τους ιδρύματα εξελίχθηκαν σε θεράποντες της διαχρονικής Ελληνικής, η οποία αντηχεί ως αξεπέραστος λόγος στις αμμουδιές του Ομήρου και στα θέατρα των Μεγάλων Τραγικών, και ως επουράνιος Λόγος στα ιερά κείμενα των Ευαγγελιστών. Σε αυτό το πολιτισμικό πλαίσιο, ο Καποδίστριας, Εθνάρχης των εμπολέμων Ελλήνων, χαρακτήριζε την Ελληνική ως «τὴν εὐγενεστέραν γλῶσσαν τοῦ κόσμου» ».
Η Αποτυχημένη Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση
Όμως, από την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1976 έως τις αρχές της δεκαετίας του ’80, το Γένος γνώρισε μια γλωσσική μετάβαση που, αντί να εδραιώσει τον γλωσσικό εκσυγχρονισμό, οδήγησε σε ένα ιστορικών διαστάσεων κενό γλωσσικής παιδείας. Η επίσημη καθιέρωση μιας «τεχνητής» δημοτικής (όχι της αυθεντικής δημοτικής), ο τερματισμός της διδασκαλίας της καθαρεύουσας χωρίς συστηματική εκπαίδευση της νέας γλώσσας, και η ασυνεπής εφαρμογή της μεταρρύθμισης στα σχολεία, είχαν ως αποτέλεσμα να μείνει μια ολόκληρη γενιά—ή και δύο—χωρίς στιβαρό γλωσσικό υπόβαθρο στη Νέα Ελληνική και με σχεδόν μηδενική γνώση στην Αρχαία Ελληνική.
Όπως είχε προειδοποιήσει κατ’ επανάληψη ο επ. Καθηγητής και πρ. Πρύτανης ΕΚΠΑ Γεώργιος Μπαμπινιώτης από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, η «Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση» του 1976-1982 απειλούσε να καταστήσει τις νέες γενεές Ελλήνων όχι μόνον ανορθόγραφες αλλά και γλωσσικά αποκομμένες από την πολυχιλιετή και κοσμογονική Ελληνική Γραμματεία. Δυστυχώς, αυτή η δυστοπική πρόβλεψη του Εθνικού μας Γλωσσολόγου για μη ελληνικώς (κριτικώς) σκεπτόμενες νέες γενιές Ελλήνων επιβεβαιώθηκε σε σημαντικό βαθμό.
Διαδικτυακό Όργιο Ανορθογραφίας
Το αποτέλεσμα είναι απτό: Σήμερα, σε οποιαδήποτε ελληνόφωνη διαδικτυακή πλατφόρμα, τα σχόλια σε ελληνική γλώσσα είναι στη συντριπτική πλειονότητά τους ανορθόγραφα, αντιφατικά και συχνά δυσανάγνωστα. Αντιθέτως, στην αγγλική γλώσσα—όπου η εκμάθηση στηρίζεται σε πιο σταθερές γλωσσικές δομές και διεθνή ψηφιακά εργαλεία—τα περισσότερα ξενόγλωσσα διαδικτυακά σχόλια εμφανίζουν βασική ορθογραφική και γραμματική επάρκεια.
Συγκεκριμένα, αν και δεν υπάρχει επίσημη μέτρηση, ειδικοί σε γλωσσικά μοντέλα και αναλύσεις σχολίων εκτιμούν ανεπίσημα πως το 70% έως 90% των ελληνόγλωσσων σχολίων περιέχουν κάποιο ορθογραφικό, γραμματικό ή συντακτικό σφάλμα—όπως εξ άλλου μπορεί να το διαπιστώσει εμπειρικά, ιδίοις όμμασι, κάθε αναγνώστης—ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά στα αγγλικά είναι σημαντικά χαμηλότερα. Μια μελέτη του Stanford NLP Group (2015) για την ποιότητα της αγγλικής γλώσσας σε tweets βρήκε ότι περίπου 15–25% των αγγλόγλωσσων tweets περιείχαν τουλάχιστον ένα ορθογραφικό ή γραμματικό σφάλμα. Αντίστοιχα, μελέτες που αφορούν αγγλόγλωσσα reddit posts και YouTube comments έχουν δείξει ποσοστά λάθους γύρω στο 10%–20%, ανάλογα με την πλατφόρμα και το κοινό.
Νέα Γλωσσική Αναγέννηση
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο γλωσσικής σύγχυσης στη σύγχρονη Ελλάδα, η Τεχνητή Νοημοσύνη (ΤΝ)—λογισμικά συστήματα όπως το ChatGPTκαι το DeepSeek—εμφανίζονται ως ένας νέος, απρόσμενος Διδάσκαλος του Γένους. Χωρίς αυστηρότητα, χωρίς κόκκινο στυλό, χωρίς ταπεινώσεις και επιπλήξεις, η ΤΝ διορθώνει, υποδεικνύει, προτείνει και καθοδηγεί. Ο χρήστης γράφει, το σύστημα προτείνει τη σωστή μορφή. Το βλέμμα εκπαιδεύεται. Η σωστή λέξη επαναλαμβάνεται. Το λάθος φθίνει. Και τελικά, μαθαίνει κανείς βιωματικά, διά της επαναλήψεως, έστω μηχανιστικά, χωρίς ίσως να το συνειδητοποιεί ή να χρειάζεται να το συνειδητοποιεί.
Η ειρωνεία είναι διδακτική: Εκεί όπου απέτυχε η οργανωμένη δημόσια παιδεία—να κάνει τους Έλληνες να γράφουν σωστά και να σέβονται τη γλώσσα τους—το καταφέρνει σήμερα ένα μηχανικό σύστημα, φτιαγμένο από αλγορίθμους, βασισμένο σε στατιστική και δεδομένα. Με κάποιον τρόπο, η ΤΝ οδηγεί σιωπηρά σε μια νέα Γλωσσική Αναγέννηση.
Πολλοί μιλούν για την ΤΝ ως εργαλείο κινδύνου, τεχνολογικής εξάρτησης ή απειλής για τη δημιουργικότητα. Δεν έχουν άδικο. Όμως, στο πεδίο της γλωσσικής αποκατάστασης της νέας γενιάς, της γλωσσικής ανάταξης του έθνους, τα αποτελέσματα είναι ήδη ορατά. Μαθητές, φοιτητές και επαγγελματίες που απέφευγαν τη γραφή τώρα τολμούν, γιατί νιώθουν προστατευμένοι. Η ΤΝ δεν κατακρίνει, διορθώνει. Δεν ειρωνεύεται, υποδεικνύει. Δεν αποθαρρύνει, ενισχύει.
Η ψηφιακή καθημερινότητα απαιτεί όλο και περισσότερο γραπτό λόγο—emails, αναρτήσεις, παρουσιάσεις. Όσοι δεν γράφουν σωστά, αποκλείονται σιωπηλά από τη νέα επαγγελματική και κοινωνική δημόσια σφαίρα. Όμως, με τη βοήθεια εργαλείων ΤΝ, αυτό αλλάζει. Και αλλάζει όχι με πίεση, αλλά με φυσικότητα, με την απλή (εύχρηστη και ακαριαία) διαδικασία του copy-paste.
Ψηφιακός Διαφωτισμός
Πέρα όμως από την ορθογραφία, η Τεχνητή Νοημοσύνη γίνεται—κυριολεκτικά—δάσκαλος. Διδάσκει σύνταξη, ύφος, διατύπωση, επιχειρηματολογία. Ο νεοέλληνας χρήστης, που για χρόνια εξαρτιόταν από το copy-paste ή απλώς από την προφορικότητα, αρχίζει να εκφράζεται σωστά, σαφώς, ακόμη και όμορφα. Πρόκειται για έναν αθόρυβο ψηφιακό Διαφωτισμό, που επηρεάζει όλο το ελληνόγλωσσο έθνος—εν δυνάμει ακόμη και την Ομογένεια.
Ασφαλώς, η ΤΝ δεν είναι πανάκεια. Δεν αντικαθιστά την ανθρώπινη κρίση, δεν διδάσκει αισθητική, δεν εμπνέει βάθος. Όμως, προσφέρει κάτι πολύτιμο: μια δεύτερη ευκαιρία στη σχέση του νεοέλληνα με τη γλώσσα του. Και αυτή τη φορά, η «διδασκαλία» δεν είναι επιβολή, αλλά υπηρεσία· όχι διόρθωση μέσω ελέγχου, αλλά μέσω επανάληψης και οπτικής εκπαίδευσης.
Η γλώσσα είναι ο καθρέφτης του πολιτισμού μας. Αν η ΤΝ μάς βοηθήσει να τη γράφουμε σωστά, ίσως κάποτε μας ωθήσει να τη σκεφτόμαστε και πιο καθαρά. Και τότε, αυτός ο νέος, άυλος Διδάσκαλος, θα έχει κάνει κάτι σπουδαίο: όχι μόνο να διορθώσει την ορθογραφία μας, αλλά να επουλώσει μια παλιά παιδευτική πληγή. Ο ενίοτε φονοκτόνος γλωσσικός διχασμός του έθνους μεταξύ «καθαρευουσιάνων» και «δημοτικιστών» στο παρελθόν, και ο μετέπειτα ψυχοτραυματικός διχασμός μεταξύ «υψηλής νοημοσύνης» ορθογράφων και «χαμηλής νοημοσύνης ή δυσλεκτικών» ανορθογράφων στην Μεταπολίτευση, θα καταλήξουν αμφότεροι στο χρονοντούλαπο της ιστορίας στο ορατό μέλλον.
Ζητούμενο: Εκπαιδευτική Αναγέννηση
Ωστόσο, ακόμη κι αν η Τεχνητή Νοημοσύνη επιτύχει το φιλόδοξο έργο τής γλωσσικής αποκατάστασης των νεοελλήνων—δηλαδή ακόμη κι αν τους καταστήσει ορθογράφους, τους προστατέψει επαγγελματικά, επουλώσει την «παλιά παιδευτική πληγή»—δεν μπορεί να επιλύσει το βαθύτερο πρόβλημα της γλωσσικής μας παιδείας: την απευθείας, αντιληπτική και βιωματική πρόσβαση των Ελλήνων στις πηγές του Ελληνισμού, στην πρωτότυπη Ελληνική Γραμματεία.
Από τον Όμηρο και τον Ηράκλειτο έως τον Παπαδιαμάντη, τον Καβάφη, τον Σεφέρη και τον Ελύτη, η αδιάκοπη γραπτή παράδοση του Γένους απαιτεί όχι μόνο καλή ορθογραφία, αλλά βαθιά σχέση με τη γλώσσα ως φέρουσα νόημα, εμπειρία και κοσμοαντίληψη. Εκεί η ΤΝ αδυνατεί: δεν γεννά εσωτερική κατανόηση, δεν καλλιεργεί πολιτισμική μνήμη, δεν συνδέει το γλωσσικό σχήμα με το υπαρξιακό βίωμα.
Κατά συνέπεια η νέα διχοτόμηση που αναδύεται δεν είναι πια μεταξύ ορθογράφων και ανορθόγραφων, αλλά μεταξύ αγράμματων στη ζώσα παράδοση της Ελληνικής Γραμματείας και της Ελληνορθοδοξίας—που αριθμούν πλέον άνω του 90%—και μιας μικρής μειοψηφίας κοινωνών και θεραπόντων του Ελληνικού Λόγου, που έχουν πρόσβαση στο πρωτότυπο και όχι απλώς στη μετάφραση.
Ο κίνδυνος δηλαδή βρίσκεται μπροστά μας για ένα νέο εθνικό διχασμό, μεταξύ «μηχανιστικών ορθογράφων» της Νέας Ελληνικής, και συνειδητών φορέων του Ελληνικού Πολιτισμού. Οι πρώτοι, γλωσσικά «αυτοματοποιημένοι» νεοέλληνες· οι δεύτεροι, «πραγματικοί» Έλληνες, άξιοι της προγονικής τους κληρονομιάς. Και όσο η απόσταση αυτή διευρύνεται, τόσο πιο επιτακτική γίνεται η ανάγκη όχι μόνο για τεχνολογική υποστήριξη, αλλά για γνήσια παιδευτική αναγέννηση.
Ίσως, τελικά, η ΤΝ να είναι απλώς το πρώτο βήμα: ένας Διδάσκαλος που μας βοηθά να ξαναμάθουμε να γράφουμε. Το επόμενο βήμα όμως—να μάθουμε και να νοούμε—παραμένει ανθρώπινη υπόθεση.