Το Τικάλ είναι η διάσημη αρχαία πόλη των Μάγια στη βόρεια Γουατεμάλα, πολλές από τις δομές της οποίας παραμένουν ανεξερεύνητες με σκοπό τη διατήρηση τους. Ωστόσο, νέες έρευνες επιχειρούν να πιάσουν το νήμα της ιστορίας από την αρχή και να απαντήσουν στο ερώτημα, πώς αυτή η κάποτε πανίσχυρη πόλη των Μάγια αναδύθηκε, άκμασε και εξαφανίστηκε μυστηριωδώς.
Το Τικάλ στο κέντρο του πολιτιστικού δικτύου των Μάγια
Η πόλη, αποτελούμενη από μικρούς οικισμούς, οι οποίοι καταλάμβαναν μία έκταση 50 τετραγωνικών μιλίων, εικάζεται ότι ιδρύθηκε γύρω στο 600 π.Χ.
Από τις έρευνες, έχουν καταγραφεί 3.000 πέτρινες κατασκευές, ενώ ο πληθυσμός υπολογίζεται ότι κάποια στιγμή ξεπερνούσε τους 60.000 μόνιμους κατοίκους. Με την πάροδο των αιώνων, εξελίχθηκε σε μια από τις μεγαλύτερες και ισχυρότερες πόλεις του πολιτιστικού δικτύου των Μάγια.
Σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, τα ερείπια του Τικάλ χωρίζονται σε τέσσερα κύρια αρχιτεκτονικά συγκροτήματα, τα οποία είναι, η Μεγάλη Πλατεία, η Πλατεία των Επτά Ναών, η Βόρεια Ακρόπολη και το «Mundo Perdido», που στα ισπανικά σημαίνει «Χαμένος Κόσμος». Κάθε ένα από αυτά τα συγκροτήματα χτίστηκε κατά τη διάρκεια μιας διαφορετικής ιστορικής περιόδου της πόλης, επιδεικνύοντας ξεχωριστά αρχιτεκτονικά στυλ.

Το ψηλότερο οικοδόμημα της πόλης, γνωστό κι ως «Ναός IV», έχει ύψος περίπου 65 μέτρων, χωρίς να συμπεριλαμβάνεται η πλατφόρμα στήριξής του. Πρόκειται για το δεύτερο ψηλότερο προκολομβιανό οικοδόμημα στην αμερικανική ήπειρο, μετά τη Μεγάλη Πυραμίδα του Toniná στην Τσιάπας του Μεξικού.
Όπως και άλλες πυραμίδες που κατασκευάστηκαν από τους Μάγια, ο Ναός IV, αποτελείται από επτά επίπεδα συνδεδεμένα με ειδικές επιφάνειες ή αλλιώς «taluds», οι οποίες έχουν μία κλίση προς τα μέσα.
Τα παιχνίδια «pok-ta-pok» και το καινοτόμο σύστημα ύδρευσης
Στο Τικάλ υπάρχουν πέντε γήπεδα, αποτελούμενα από στενά δρομάκια που πλαισιώνονται από επικλινείς τοίχους. Πιθανότατα χρησιμοποιούνταν για παιχνίδια «pok-ta-pok», ένα από τα δημοφιλέστερα αθλήματα της Μεσοαμερικής. Οι παίκτες χρησιμοποιούσαν τους γοφούς, τους ώμους και πιθανώς τα πόδια τους για να μετακινήσουν τις λαστιχένιες μπάλες μέσα σε πέτρινα στεφάνια.
Παλαιότερες ανασκαφές έχουν φέρει στο φως ιερογλυφικές επιγραφές, οι οποίες αποκαλύπτουν ότι η πόλη και τα γύρω εδάφη της αρχικά ονομάζονταν «Yax Mutal» ή «Yax Mutul». Αν και η ακριβής σημασία αυτής της ονομασίας παραμένει ασαφής, οι ειδικοί πιστεύουν ότι «Yax» μπορεί να μεταφραστεί ως «πρώτος», ενώ «mutul» σημαίνει «μαλλιά» ή «δέσμη μαλλιών».
Η πόλη έχει αποκτήσει το προσωνύμιο «Yucatec Maya» ή αλλιώς «στην ποτίστρα», το οποίο παραπέμπει στο καινοτόμο σύστημα ύδρευσης και διαχείρισης του νερού. Περιελάμβανε φράγματα, δεξαμενές και μηχανισμούς φιλτραρίσματος άμμου οι οποίοι εξασφάλιζαν καθαρό και πόσιμο νερό για τον πληθυσμό της πόλης.

Οι επιγραφές αποκαλύπτουν επίσης ότι, για μεγάλο μέρος της ιστορίας του, το Τικάλ είχε μια ιδιαίτερη σχέση με το Τεοτιουακάν, μια άλλη ισχυρή πόλη των Μάγια στο κεντρικό Μεξικό. Αν και απείχαν μεταξύ τους περίπου 600 μίλια, τα κοινά καλλιτεχνικά μοτίβα, συμπεριλαμβανομένων σχεδόν πανομοιότυπων απεικονίσεων του θεού της βροχής Tlaloc, υποδηλώνουν ότι οι δύο οικισμοί συμμετείχαν σε σταθερές πολιτιστικές και οικονομικές ανταλλαγές.
Ενώ άλλοι οικισμοί των Μάγια, όπως η Τσίτσεν Ίτζα, παρέμεναν κατοικήσιμοι μέχρι και τον 12ο αιώνα μ.Χ., θεωρείται ότι οι κάτοικοι του Τικάλ το εγκατέλειψαν γύρω στο 900 μ.Χ. Μέχρι σήμερα, οι λόγοι για την πτώση της πόλης παραμένουν ασαφείς. Ορισμένοι αρχαιολόγοι υποψιάζονται ότι οφειλόταν σε μια ξηρασία, η οποία επιδεινώθηκε από την αποψίλωση των δασών.
Άλλοι υιοθετούν την εκδοχή βάσει της οποίας οι δεξαμενές νερού της πόλης μολύνθηκαν με υδράργυρο και φωσφορικά άλατα, όπως δείχνουν έρευνες που έγιναν στην περιοχή.
Με πληροφορίες από artnet