«Η Τουρκία ενσαρκώνει όλα όσα κατηγορεί το Ισραήλ ότι είναι. Οι ψυχολόγοι το αποκαλούν “προβολή”: όταν ο Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κατηγορεί το Ισραήλ ότι καταπατά το έδαφος των γειτόνων του σε μια προσπάθεια να ιδρύσει το “Μεγάλο Ισραήλ”, αντανακλά τη δική του επιθυμία να αναβιώσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία, η οποία κάποτε κυβερνούσε τις ίδιες περιοχές. Όταν ισχυρίζεται ότι το Ισραήλ “έχει βάλει στο στόχαστρο” την Τουρκία, αγνοεί τις δικές του προσευχές στον Αλλάχ για την καταστροφή του Ισραήλ. Ενώ ισχυρίζεται ότι το Ισραήλ διαπράττει γενοκτονία εναντίον των Παλαιστινίων, αρνείται τη γενοκτονία που διέπραξε η χώρα του εναντίον των Αρμενίων. Όταν κατηγορεί το Ισραήλ ότι προσπαθεί να μετατρέψει το τζαμί Αλ Ακσά στην Ιερουσαλήμ σε εβραϊκό ναό, αγνοεί ότι ο ίδιος μετέτρεψε την Αγία Σοφία στην Κωνσταντινούπολη από εκκλησία σε τζαμί, παρά τις διεθνείς διαμαρτυρίες», αναφέρει ένας από τους επιδραστικότερους δημοσιογράφους του Ισραήλ σε άρθρο γνώμης του στη Wall Street Journal.
O Amit Segal τονίζει εξάλλου: «Η Τουρκία ήταν κάποτε ο “άρρωστος της Ευρώπης”. Τώρα, όπως και το Κατάρ, είναι ένας επικίνδυνος μουσουλμανικός αδελφός της Μέσης Ανατολής».
Σύμφωνα με αναφορές, που επικαλείται η WSJ, η Άγκυρα έχει βοηθήσει το Πακιστάν έναντι της Ινδίας, φέρεται να κατασκευάζει στρατιωτικές βάσεις στη Σρι Λάνκα και, κυρίως, να φιλοξενεί και να προστατεύει στελέχη της Χαμάς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτέλεσε η απόφαση της τουρκικής πρεσβείας στο Τελ Αβίβ να κατεβάσει τη σημαία μεσίστια, μετά τον θάνατο του ηγέτη της Χαμάς Ισμαήλ Χανίγια, ενός εκ των οργανωτών της επίθεσης της 7ης Οκτωβρίου.
Το Ισραήλ έχει εκφράσει την έντονη αντίθεσή του στην ενσωμάτωση Τούρκων στρατιωτών σε πολυεθνική δύναμη στη Λωρίδα της Γάζας. Την ίδια στάση, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, συμμερίζονται κατ’ ιδίαν και η Σαουδική Αραβία με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Η εκτίμηση που διατυπώνεται είναι ότι, εφόσον η Άγκυρα στηρίζει τη Χαμάς στην Κωνσταντινούπολη, θα μπορούσε να πράξει το ίδιο και στη Γάζα.
Ιδιαίτερη ανησυχία, δε, προκαλεί το ενδεχόμενο πώλησης μαχητικών F-35 στην Τουρκία. Ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Άγκυρα, Τομ Μπάρακ, ανέφερε πρόσφατα ότι οι σχετικές συνομιλίες ήταν «παραγωγικές», ενώ Ισραηλινός αξιωματούχος εκτίμησε στις 12 Δεκεμβρίου ότι η πιθανότητα έγκρισης της πώλησης αγγίζει το 40%.
Το ερώτημα που τίθεται είναι γιατί μια ήδη ισχυρή στρατιωτικά χώρα χρειάζεται ένα τόσο προηγμένο οπλικό σύστημα, όταν ο ίδιος ο Ερντογάν μιλά ανοιχτά για την καταστροφή του «σιωνιστικού Ισραήλ».
Σύμφωνα με αναφορές, η τουρκική κυβέρνηση έχει εντάξει φέτος το Ισραήλ στο λεγόμενο «Κόκκινο Βιβλίο», το βασικό έγγραφο εθνικής ασφάλειας της χώρας, χαρακτηρίζοντάς το υπαρξιακή απειλή, με το επιχείρημα ότι επιδιώκει την κατάκτηση της Ανατολίας. Την ίδια στιγμή, πάνω από το ένα τρίτο των Τούρκων πολιτών θεωρούν το Ισραήλ τη μεγαλύτερη απειλή για τη χώρα τους, με τις ΗΠΑ να ακολουθούν.
Αναλυτές προειδοποιούν ότι η πώληση των F-35 θα μπορούσε να διαταράξει την ισορροπία δυνάμεων στη Μέση Ανατολή και να υπονομεύσει το στρατιωτικό πλεονέκτημα των ισραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων (IDF). Ο Μάικλ Ντόραν, ειδικός στη Μέση Ανατολή στο Hudson Institute, έχει υποστηρίξει ότι η Ουάσινγκτον οφείλει να κρατά Ισραήλ και Τουρκία όσο το δυνατόν πιο μακριά, αν θέλει να αποφύγει μια μελλοντική σύγκρουση ακόμη και μεταξύ μαχητικών F-35.
Ο ιστορικός Μπέρναρντ Λιούις είχε προειδοποιήσει ήδη από το 2011 ότι η Τουρκία θα μπορούσε να μετατραπεί σε μια απειλητική ισλαμική δύναμη, την ώρα που το Ιράν θα ακολουθούσε αντίστροφη πορεία. Με δεδομένο ότι ισραηλινά, αμερικανικής κατασκευής αεροσκάφη κατέστρεψαν πρόσφατα παρωχημένα ιρανικά F-14, η άποψη που διατυπώνεται είναι ότι θα ήταν σοβαρό λάθος να εξοπλιστεί μια ολοένα και πιο επιθετική Τουρκία, με ακόμη πιο προηγμένα αμερικανικά όπλα.