Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει αρχίσει να οργανώνει μια υπηρεσία πληροφοριών υπό την πρόεδρό της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, σε μια προσπάθεια να βελτιώσει τη χρήση των πληροφοριών που συγκεντρώνονται από τις εθνικές υπηρεσίες κατασκοπείας, αναφέρεται σε σημερινό δημοσίευμα των Financial Times.

Ο νέος οργανισμός, σύμφωνα με το δημοσίέυμα, το οποίο αναπαράγεται στις Βρυξέλλες και διεθνώς, θα προσλάβει αξιωματούχους απ’ όλη την κοινότητα των υπηρεσιών πληροφοριών της ΕΕ και θα αντιπαραβάλλει πληροφορίες για κοινούς σκοπούς,

Advertisement
Advertisement

Το βρετανικό δημοσίευμα εξηγεί ότι η πλήρης εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και οι προειδοποιήσεις του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ για μείωση της αμερικανικής υποστήριξης στην Ευρώπη σε θέματα ασφάλειας έχουν ωθήσει την ΕΕ να επανεξετάσει τις εσωτερικές της δυνατότητες ασφάλειας και να ξεκινήσει την μεγαλύτερη προσπάθεια επανεξοπλισμού από την εποχή του ψυχρού πολέμου.

Ένας από τους αξιωματούχους που επικαλούνται οι FT, χωρίς να κατονομάζουν, δήλωσε ότι: «Οι μυστικές υπηρεσίες των κρατών μελών της ΕΕ γνωρίζουν πολλά. Η Επιτροπή γνωρίζει πολλά. Χρειαζόμαστε έναν καλύτερο τρόπο για να συνθέσουμε όλα αυτά τα στοιχεία και να είμαστε αποτελεσματικοί και χρήσιμοι στους εταίρους μας. Στον τομέα των πληροφοριών, πρέπει να δώσεις κάτι για να πάρεις κάτι».

Ωστόσο, όπως επισημαίνει ο δημοσιογράφος Henry Foy, ο επικεφαλής του γραφείου των FT στις Βρυξέλλες, η κίνηση αυτή αντιμετωπίζει την αντίθεση ανώτερων αξιωματούχων της διπλωματικής υπηρεσίας της ΕΕ, η οποία εποπτεύει το Κέντρο Πληροφοριών και Κατάστασης (Intcen) της Ένωσης, καθώς φοβούνται ότι θα δημιουργήσει αλληλεπικάλυψη των ρόλων της μονάδας και θα απειλήσει το μέλλον της. Το σχέδιο δεν έχει κοινοποιηθεί επίσημα σε όλα τα 27 κράτη μέλη της ΕΕ, αλλά ο οργανισμός στοχεύει να προσλάβει αξιωματούχους από εθνικές υπηρεσίες πληροφοριών.

Ένας εκπρόσωπος της Επιτροπής δήλωσε στην FT ότι «εξετάζει τρόπους ενίσχυσης των δυνατοτήτων της στον τομέα της ασφάλειας και των πληροφοριών. Στο πλαίσιο αυτής της προσέγγισης, εξετάζεται το ενδεχόμενο δημιουργίας μιας ειδικής ομάδας εντός της Γενικής Γραμματείας της Κομισιόν.

«Η ιδέα βρίσκεται σε φάση ανάπτυξης και οι συζητήσεις συνεχίζονται. Δεν έχει καθοριστεί συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα», ανέφεραν οι ίδιες πηγές, προσθέτοντας ότι «θα βασιστεί στην υπάρχουσα εμπειρογνωμοσύνη εντός της Επιτροπής και… θα συνεργαστεί στενά με τις αντίστοιχες υπηρεσίες της ΕΥΕΔ [Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης]».

Η ανταλλαγή πληροφοριών αποτελεί από καιρό ένα ευαίσθητο θέμα για τα κράτη μέλη της ΕΕ. Μεγάλες χώρες όπως η Γαλλία, με εκτεταμένες δυνατότητες κατασκοπείας, είναι επιφυλακτικές όσον αφορά την ανταλλαγή ευαίσθητων πληροφοριών με τους εταίρους τους. Η εμφάνιση φιλορωσικών κυβερνήσεων σε χώρες όπως η Ουγγαρία έχει περιπλέξει ακόμη περισσότερο τη συνεργασία.

Advertisement

Επίσης, οι πρωτεύουσες της ΕΕ αναμένεται να αντισταθούν στις κινήσεις της Επιτροπής για τη δημιουργία νέων εξουσιών πληροφοριών για τις Βρυξέλλες, ανέφεραν δύο από τις πηγές που επικαλούνται οι FT.

Όμως πρόσθεσαν ότι εδώ και καιρό υπήρχαν ανησυχίες σχετικά με την αποτελεσματικότητα του Intcen, ιδίως καθώς η Ευρώπη ανταποκρίνεται στον υβριδικό πόλεμο της Ρωσίας.

«Η Επιτροπή δεν πρόκειται να αρχίσει να στέλνει πράκτορες στο πεδίο», τονίζουν.

Advertisement

Οι δηλώσεις του Τραμπ ότι οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να μειώσουν τη στήριξή τους προς την Ευρώπη  και η προσωρινή αναστολή της παροχής πληροφοριών προς την Ουκρανία, την άνοιξη, έχουν αναδείξει την εξάρτηση της ηπείρου από την Ουάσιγκτον σε διάφορους τομείς. Η νέα μονάδα που φέρεται ότι σχεδιάζεται είναι αποτέλεσμα της απόφασης της φον ντερ Λάιεν να ιδρύσει ένα ειδικό «κολέγιο ασφάλειας» για τους επιτρόπους της, προκειμένου να ενημερώνονται για θέματα ασφάλειας και πληροφοριών. Επίσης, προχώρησε στη χρηματοδότηση αγορών όπλων για την Ουκρανία και στην έναρξη του δορυφορικού προγράμματος Iris². Η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των υπηρεσιών πληροφοριών της ΕΕ χρονολογείται από τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στις ΗΠΑ, οι οποίες ώθησαν τις μυστικές υπηρεσίες της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας, των Κάτω Χωρών, της Ισπανίας, της Σουηδίας και του Ηνωμένου Βασιλείου να αρχίσουν να συγκεντρώνουν απόρρητες εκτιμήσεις ασφαλείας. Αυτό τελικά θεσμοθετήθηκε, επεκτάθηκε ώστε να συμπεριλάβει και άλλα κράτη μέλη και το 2011 εντάχθηκε στη διπλωματική υπηρεσία της ΕΕ.

Πηγή: Financial Times

Advertisement