Θα μπορούσε να είναι η αρχή μιας δυστοπικής ταινίας ή ενός βιβλίου επιστημονικής φαντασίας. Ένας «πόλεμος των κόσμων» «θηρευτών» και συναλλαγών ισχύος, όπου οι παλιές σταθερές έχουν καταρρεύσει και καμία ασφάλεια δεν θεωρείται δεδομένη. Κάπως έτσι περιέγραψε η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν τη διεθνή πραγματικότητα, επιχειρώντας να αποδώσει τη βαρύτητα μιας Συνόδου Κορυφής που, όπως όλα δείχνουν, εξελίσσεται σε τεστ αντοχής για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στις Βρυξέλλες, οι ηγέτες καλούνται να αποφασίσουν αν μπορούν να χρηματοδοτήσουν την Ουκρανία αξιοποιώντας τα παγωμένα ρωσικά κρατικά περιουσιακά στοιχεία χωρίς να διαρραγεί η ευρωπαϊκή ενότητα και χωρίς να ενισχυθεί η αίσθηση ότι η Ευρώπη κινείται υπό εξωτερική πίεση, σε μια συγκυρία όπου η σκιά του Ντόναλντ Τραμπ πλανάται ξανά απειλητικά πάνω από τις διατλαντικές σχέσεις.
Τεστ Αντοχής
Οι ηγέτες των 27 κρατών μελών καλούνται να αποφασίσουν αν η Ευρώπη μπορεί να σταθεί στα πόδια της σε έναν «πόλεμο των κόσμων» και αν η περίφημη «ημέρα της ευρωπαϊκής ανεξαρτησίας» που επικαλέστηκε η πρόεδρος της Επιτροπής μπορεί να πάρει πολιτική μορφή.
Η φωνή της φον ντερ Λάιεν από το βήμα του Ευρωκοινοβουλίου ήταν ψύχραιμη, αλλά ωμή και άμεση:
«Η Σύνοδος Κορυφής αυτής της εβδομάδας αφορά την αντιμετώπιση της πραγματικότητας της στιγμής. Την πραγματικότητα ενός κόσμου που έχει γίνει επικίνδυνος και συναλλακτικός. Την πραγματικότητα ενός πολέμου των Κόσμων, ενός κόσμου θηρευτών. Η πραγματικότητα αυτού του κόσμου σημαίνει ότι εμείς, οι Ευρωπαίοι, πρέπει να υπερασπιστούμε τους εαυτούς μας. Και πρέπει να στηριχθούμε στους εαυτούς μας. Ζούμε σε αυτόν τον κόσμο εδώ και καιρό, ακόμη και πριν από το μεγαλύτερο ξύπνημα απ’ όλα: την παράνομη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022. Η χθεσινή ειρήνη έχει χαθεί».
Μιλώντας στην ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο, περιέγραψε μια Ευρώπη που καλείται να εγκαταλείψει τις βεβαιότητες του παρελθόντος και να αναλάβει την ευθύνη της ασφάλειάς της, σε έναν κόσμο όπου η σταθερότητα δεν θεωρείται πλέον δεδομένη.
Τα παγωμένα ρωσικά κεφάλαια η διχασμένη Ευρώπη και η Αμερική
Σε αυτό το πλαίσιο, η Σύνοδος Κορυφής εξελίσσεται σε τεστ αντοχής για την ευρωπαϊκή ενότητα και σε πεδίο πίεσης όπου διασταυρώνονται αμερικανικά συμφέροντα και εσωτερικοί ευρωπαϊκοί υπολογισμοί. Στο επίκεντρο βρίσκεται η αξιοποίηση των παγωμένων ρωσικών κρατικών περιουσιακών στοιχείων, ένα ζήτημα που συμπυκνώνει ταυτόχρονα τη γεωπολιτική αντιπαράθεση με τη Μόσχα, τους φόβους για νομικό και χρηματοπιστωτικό ρίσκο και το ερώτημα αν η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να λειτουργήσει στρατηγικά αυτόνομα.
Οι αντιδράσεις δεν είναι ομοιόμορφες. Στο Βέλγιο, όπου διακρατείται το μεγαλύτερο μέρος των παγωμένων ρωσικών κεφαλαίων μέσω της Euroclear, εκφράζονται έντονες ανησυχίες για τις νομικές και χρηματοπιστωτικές συνέπειες μιας τέτοιας κίνησης, φόβοι που ενισχύονται από τον κίνδυνο δικαστικών αντιποίνων από τη Μόσχα. Παράλληλα, και άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες εμφανίζονται επιφυλακτικές, στηρίζοντας δημοσίως τη χρηματοδότηση της Ουκρανίας αλλά αποφεύγοντας να εμπλακούν άμεσα στη χρήση των ρωσικών περιουσιακών στοιχείων, εντείνοντας την αίσθηση μιας εύθραυστης ισορροπίας ενόψει της Συνόδου.
Σε αυτό το κλίμα, διπλωματικές πηγές αναφέρουν ότι αρκετά κράτη-μέλη επιθυμούν να αποφευχθεί η προσφυγή σε ψηφοφορία με ειδική πλειοψηφία, φοβούμενα ότι μια τέτοια εξέλιξη θα δημιουργούσε επικίνδυνο προηγούμενο και θα άφηνε πολιτικά τραύματα σε ένα ζήτημα που άπτεται της ευρωπαϊκής ενότητας και της κοινής ασφάλειας.
Την ίδια στιγμή, σε ορισμένες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες εκφράζεται η ανησυχία ότι η Ουάσιγκτον επιδιώκει να αξιοποιήσει τα παγωμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία με τρόπο που μεταφέρει το πολιτικό και οικονομικό βάρος πρωτίστως στην Ευρώπη.
Απάντηση στις αμερικανικές εκτιμήσεις περί ευρωπαϊκής παρακμής
Η πρόεδρος της Επιτροπής απάντησε ευθέως στις εκτιμήσεις αμερικανικών στρατηγικών εκθέσεων που τα τελευταία χρόνια περιγράφουν την ΕΕ ως αδύναμη και προβλέπουν τη σταδιακή της περιθωριοποίηση ή ακόμη και τη διάλυσή της.
«Εμείς, οι Ευρωπαίοι, δεν μπορούμε να επιτρέψουμε οι κοσμοθεωρίες των άλλων να μας ορίζουν», δήλωσε, προσθέτοντας ότι «δεν θα ήταν η πρώτη φορά που οι παραδοχές για την Ευρώπη αποδεικνύονται ξεπερασμένες» και ότι «η μεταπολεμική παγκόσμια τάξη αλλάζει πέρα από κάθε αναγνώριση».
Στο ίδιο πνεύμα, επιχείρησε να αποδομήσει τη λογική ότι η ευρωπαϊκή “παρακμή” είναι μια μεμονωμένη ιστορία. Υπενθύμισε ότι το μερίδιο της ΕΕ στο παγκόσμιο ΑΕΠ έχει πράγματι μειωθεί από περίπου 25% το 1990 σε 14% σήμερα, αλλά σημείωσε ότι «αυτό που δεν γράφεται» είναι πως οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται στην ίδια πορεία, έχοντας υποχωρήσει από το 22% στο ίδιο επίπεδο. «Δεν πρόκειται για την ιστορία μιας οικονομίας στη μία ή στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού», τόνισε, «αλλά για τη μετατόπιση της παγκόσμιας οικονομίας». Όπως είπε, η άνοδος της Κίνας, με το μερίδιό της να αυξάνεται από 4% σε περίπου 20%, εξηγεί γιατί η Ουάσιγκτον έχει εδώ και καιρό αρχίσει να αναπροσαρμόζει τα στρατηγικά της συμφέροντα και τις προτεραιότητές της. Οι αμερικανικές στρατηγικές επιλογές, κατέληξε, δεν είναι η αιτία της αναστάτωσης που βιώνει η Ευρώπη, αλλά «σύμπτωμα της πραγματικότητας του σημερινού κόσμου».
Η Ρωσία άμεση απειλή για την εθνική και οικονομική ασφάλεια της Ευρώπης
Η φον ντερ Λάιεν συνέδεσε ευθέως αυτή τη μεταβαλλόμενη παγκόσμια πραγματικότητα με την ευρωπαϊκή ασφάλεια. «Η Ευρώπη πρέπει να είναι υπεύθυνη για τη δική της ασφάλεια. Αυτό δεν είναι πλέον επιλογή. Είναι αναγκαιότητα», δήλωσε, τονίζοντας ότι η Ένωση οφείλει να είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει έναν σύγχρονο υβριδικό πόλεμο. Αναφέρθηκε στις κινήσεις που έχουν ήδη γίνει για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας, φέρνοντας ως παράδειγμα το πρόγραμμα SAFE και τη μεγάλη ζήτηση από τα κράτη-μέλη, ως ένδειξη ότι η ΕΕ περνά από τη ρητορική στην πράξη.
Στο επίκεντρο αυτής της στρατηγικής τοποθέτησε τη στήριξη προς την Ουκρανία, χαρακτηρίζοντάς την «την πιο σημαντική πράξη ευρωπαϊκής άμυνας».
Προειδοποίησε ότι η Ρωσία δεν έχει μόνο την Ουκρανία στο στόχαστρο, αλλά κλιμακώνει τις επιχειρήσεις της και εντός της ΕΕ, έχοντας μεταβεί σε οικονομία πλήρους πολέμου. «Αυτό συνιστά άμεση απειλή για την εθνική και οικονομική ασφάλεια της Ευρώπης», είπε.
Μηνύματα σε Μόσχα και ΗΠΑ και το οικονομικό κόστος στήριξης της Ουκρανίας
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Επιτροπής και του ΔΝΤ, οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ουκρανίας για την περίοδο 2026–2027 υπερβαίνουν τα 137 δισ. ευρώ, με την Ευρώπη να καλείται να καλύψει τα δύο τρίτα. Όπως τόνισε η πρόεδρος της Επιτροπής, το ζήτημα δεν είναι μόνο αριθμητικό, αλλά αφορά τη δυνατότητα της Ουκρανίας να εξασφαλίσει «μια πραγματική ειρήνη δίκαιη, διαρκή και ασφαλή για την ίδια και για την Ευρώπη».
Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η απόφαση για τη διαρκή ακινητοποίηση των παγωμένων ρωσικών κρατικών περιουσιακών στοιχείων. «Πρόκειται για ένα αποφασιστικό βήμα που στέλνει ισχυρό πολιτικό μήνυμα», δήλωσε η φον ντερ Λάιεν, διευκρινίζοντας ότι τα ρωσικά κεφάλαια θα παραμείνουν ακινητοποιημένα έως ότου η Ρωσία σταματήσει τον πόλεμο και αποζημιώσει πλήρως την Ουκρανία. Με αυτόν τον τρόπο, πρόσθεσε, μπορούν να μετατραπούν σε «πραγματικό game changer για την Ουκρανία και για την Ευρώπη», αυξάνοντας ταυτόχρονα το κόστος του πολέμου για τη Μόσχα.
Κλείνοντας, η πρόεδρος της Επιτροπής μίλησε για την «ευρωπαϊκή ελευθερία» και τον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής μια έμμεση αλλά σαφή απάντηση σε αμερικανικές τοποθετήσεις που αμφισβητούν τη συνοχή και την ανθεκτικότητα της Ένωσης.
Σε έναν κόσμο που έχει γίνει «επικίνδυνος και συναλλακτικός», το ερώτημα που τίθεται στη Σύνοδο Κορυφής δεν είναι μόνο πώς θα χρηματοδοτηθεί η Ουκρανία, αλλά αν η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να αποδείξει ότι παραμένει πολιτικός και στρατηγικός δρων, ικανός να υπερασπιστεί τον εαυτό του και τον τρόπο ζωής του.