Ο Ροβήρος Μανθούλης θυμάται τον Ζωρζ Μπρασένς

Ο Ροβήρος Μανθούλης θυμάται τον Ζωρζ Μπρασένς
Lipnitzki via Getty Images

Αν ο σημερινός γαλλικός λαός σε κάτι θυμίζει τους «Αβράκωτους» της Επανάστασης του 1789, είναι η ασέβεια στους ατσαλάκωτους κατεστημένους. Ο Μπρασένς, η μεγάλη όσο και πρωτότυπη αυτή φιγούρα του γαλλικού τραγουδιού ήταν ίσως το πιο ασεβές και πιο δημοφιλές σύμβολο του γαλλικού παγανισμού. Η Πιαφ, ο Μπρελ τραγουδούσαν για το κοινό. Ο ποιητής Μπρασένς έμοιαζε να τραγουδάει για τον εαυτό του. Όπως όλοι οι ρεμπέτες. Σκυμμένος πάνω από την κιθάρα, δάγκωνε τους στίχους και τους άφηνε να κυλήσουν στη σκηνή. Οι στίχοι του Πρεβέρ τραγουδήθηκαν από πολλούς. Τον Μπρασένς κανείς δεν θα μπορούσε να τον τραγουδήσει «à la Brassens». Η Γαλλική Ακαδημία του απένειμε το Μέγα Βραβείο Ποίησης το 1967. Στη Γαλλία τα «άτακτα παιδιά» δικαιώνονται έγκαιρα. Του πρότειναν να γίνει ακαδημαϊκός, αλλά δεν δέχτηκε.

Με τον Φρανσουά Βιγιόν, που έβγαλε τη Γαλλία από τον Μεσαίωνα, τούς χωρίζουν πέντε αιώνες. Και με τον δικό μας τον Ιππώνακτα των Κλαζομενών, άλλους είκοσι. Αλλά τους ενώνουν όλα τ’ άλλα. Η γυναίκα, το κρασί, η περηφάνια, ο αντικομφορμισμός, ο ατίθασος χαρακτήρας, οι παρέες με τον υπόκοσμο, τα τραβήγματα με την εξουσία, η προσήλωση στη φιλία, η γνήσια ποιητική φλέβα, το εύστοχο ωμό λεξιλόγιο, το φιλότιμο, η σεμνότητα, η ανυπακοή στις κοινωνικές συμβάσεις και στις επισημότητες. Ο Βιγιόν και ο Ιππώναξ ζούσαν στις κακόφημες συνοικίες, όπως ο Βαμβακάρης. Όλοι τους θα έχουν κ′ ένα στίχο στο τραγούδι τους που σπάει κόκκαλα. Ο Ιππώναξ είχε τον χωλίαμβο (κάθε τρεις στίχους και έναν «κουτσό» που δεν ακολουθούσε του ιαμβικούς κανόνες). Κάτι ανάλογο θα κάνει ο Βιγιόν και ο Μπρασένς. Και ο δικός μας ο Τσιτσάνης, κάπως έτσι:

- Κι′ αν δεν έχουμε την σήμερον να φαμ,

και με πόνο τα ποτήρια μας ρουφάμ

σερσέ λα φαμ, σερσέ λα Femme!

Είναι κρίμα να μην ακούγεται αρκούντως στην Ελλάδα ο Μπρασένς.

BOTTI via Getty Images

Ποιητές επαναστάτες όπως ο Βιγιόν και ο Μπρασένς είχαν προετοιμάσει μεγάλες αλλαγές. Ο Βιγιόν την Αναγέννηση, ο Μπρασένς τον Μάη τον 68. Επαναστάτης ο Ζωρζ; Αν είχε ζήσει στα τέλη του προπερασμένου αιώνα, θα ήταν σίγουρα ένας από τους Κομμουνάριους. Από την εδραίωση της Γ′ Δημοκρατίας και ύστερα, οι μισοί τουλάχιστον Γάλλοι θα είναι αντικομφορμιστές, άθεοι ή τουλάχιστον αντικληρικοί, αντιμιλιταριστές. Ο Μπρασένς συνεργάστηκε για ένα φεγγάρι στο επίσημο όργανο του αναρχικού κινήματος (Le Libertaire) με τα ψευδώνυμα «Ζιλ Κοράκι» και «Πεπέν Πτώμα». Αργότερα τα παράτησε «γιατί εκεί μέσα κυκλοφορούσαν διάφορα πανεπιστημιακά ερπετά». Με τον Στάλιν δεν τα πήγαινε καλά. «Δεν υπάρχει χώρος – έλεγε - για δύο μουστάκια σ’ αυτόν τον πλανήτη». Ο βίος του θυμίζει τη διαδρομή ενός Ρεμπέτη. Γεννήθηκε επαρχιώτης, στην πόλη Σετ που είναι και λιμάνι στη Μεσόγειο, το 1921. Το σχολείο ήταν η τελευταία του έγνοια. Τριγυρνούσε με τα κορίτσια στα χωράφια στα οποία, όπως έλεγε, έχανε κάθε φορά από δύο ως τρία κιλά! Έκανε και λίγη φυλακή, για κάποια κλοπή οικογενειακών κοσμημάτων. Στην Κατοχή τον έστειλαν στη Γερμανία, με την Εργατική Επιστράτευση. Στην πρώτη του άδεια, κρύφτηκε κι έμεινε στη Γαλλία. Από τα πρώτα βιβλία που διάβασε ήταν «Οι κανόνες καλής συμπεριφοράς του υπόκοσμου» του Αλμπέρ Σιμονέν ο οποίος, αφού εξέτισε μια ποινή δωσιλόγου κατά την Γερμανική Κατοχή, έγινε μέγας υποκοσμικός σεναριογράφος αστυνομικών ταινιών, διάσημος για την ταινία καλτ Touchez pas au grisbi.

Το γαλλικό τραγούδι του 20ού αιώνα ήταν παράρτημα της αμερικάνικης μουσικής. Ο Ζωρζ ανήκε σε μια αρχαιότερη Γαλλία. Ο λαός αγάπησε τον ανδροπρεπή βάρδο που έμοιαζε με ποδοσφαιριστή. Η γλώσσα του ερχόταν από τα βάθη των αιώνων, μύριζε κρασί, κρεβάτι. Παράξενα λαϊκή, μια καινούρια αργκό, σοφή, ερωτική, έλεγε τα πράγματα με τ’ όνομά τους, ποτέ χυδαία. «Είχε την ικανότητα να υψώσει την πραγματικότητα την πιο ταπεινή και την πιο απαίσια σε επίπεδο κάλλους ποιητικού». Το σχόλιο γράφτηκε για τον Φρανσουά Βιγιόν, αλλά κολλάει απόλυτα στον Μπρασένς. Μια τέτοια γλώσσα βέβαια δεν μπορεί να μη συγκινεί τις λαϊκές τάξεις και ιδιαίτερα το περιθώριο. Το 1976 έλαβε την ακόλουθη επιστολή από τον Σύνδεσμο των Ιεροδούλων του Παρισιού: «Αγαπητέ Ζωρζ Μπρασένς, εμείς οι πόρνες σάς λέμε ευχαριστώ για τα τόσο ωραία τραγούδια σας, που μας βοηθάνε να ζήσουμε». Είναι ωραία και γιατί είναι αδύνατο να μεταφραστούν. Όπως τα ρεμπέτικα, όπως η Σαπφώ, που έγραφε κι αυτή σε τοπική διάλεκτο και συχνά στην αργκό του λιμανιού της Μυτιλήνης. Χώρια που ο Μπρασένς κατασκευάζει και λέξεις. Σ’ ένα από τα γνωστότερα τραγούδια του βγάζει το άχτι του για τις γυναίκες:

Μισογύνης δεν είμαι, αλλά,

εδώ που τα λέμε,

οι γυναίκες είναι τριών ειδών.

οι ψυχοβγάλτρες

οι ψυχοβγάλτισσες

και οι… ψυχοξεριζώστρες.

Θεέ μου, συχώρα

για τα πικρά λόγια που θα πω,

η δικιά μου είναι κι απ′ τα τρία !

(Ο Βιγιόν έλεγε: Αγάπη σκληρή που είναι σαν μασάς σίδερο!).

Ένα δείγμα από αυτό που έφερε ο άνθρωπος Μπρασένς στο γαλλικό τραγούδι είναι «Το Ρόδο, η Μποτίλια και η Χειραψία”. Το «Ρόδο» έπεσε από ένα γεροντάκι, παλαιό πολεμιστή, μπροστά στον Άγνωστο Στρατιώτη. Ο στιχουργός έσπευσε να το πάρει και δοκίμασε να το προσφέρει σε κυρίες που συνάντησε στον δρόμο, γιατί

Είναι από τις χειρότερες διαστροφές

να κρατάς ένα ρόδο για τον εαυτό σου.

Όμως όλες οι κυρίες άρχισαν να φωνάζουν ”Βοήθεια”!

Ούτε ένα άνθος δεν μπορείς να προσφέρεις

σε μια νόστιμη άγνωστη.

Πέσαμε πολύ χαμηλά…

Η «Μποτίλια» έπεσε από το ράσο ενός αβά την ώρα που έβγαινε από τη λειτουργία τύφλα στο μεθύσι. Ο στιχουργός έψαξε να βρει κάποιον για να τα πιουν μαζί, γιατί

Είναι από τις χειρότερες διαστροφές

ένα καλό κρασί

για πάρτη σου να το κρατάς

κανένανε να μην κερνάς

και μόνος σου να το πίνεις.

Η «Χειραψία» είναι αυτή που δεν ανταλλάξανε δυο φίλοι, την ώρα που χωρίσανε. Έπεσε κάτω γιατί μόλις είχαν τσακωθεί μέχρι θανάτου. Ο στιχουργός μάζεψε τη χειραψία και προσπάθησε να τη μεταφέρει παραπέρα.

Γιατί είναι η χειρότερη διαστροφή

να κρατάς μια χειραψία για τον εαυτούλη σου.

Αλλά μόνο βρισίδι άκουσε, μόνο που δεν τον δείρανε!

Οι επαναστάσεις αρχίζουν όταν οι άγνωστοι αρχίζουν να φιλιούνται στους δρόμους, μας λέει ο Μπρασένς.

Δημοφιλή