Με ένα πρωτογενές πλεόνασμα 12,7 δισ. ευρώ στο διάστημα Ιανουαρίου – Νοεμβρίου, ο κρατικός προϋπολογισμός καταγράφει μία από τις ισχυρότερες επιδόσεις των τελευταίων ετών. Το αποτέλεσμα αυτό ξεπερνά κατά πολύ τον αρχικό στόχο και δείχνει ότι τα δημόσια ταμεία βρίσκονται σε σαφώς καλύτερη κατάσταση από ό,τι είχε προβλεφθεί στην αρχή της χρονιάς.
Με απλά λόγια, το κράτος εισέπραξε περισσότερα απ’ όσα χρειάστηκε για τις καθημερινές του υποχρεώσεις, χωρίς να υπολογίζονται οι τόκοι του χρέους. Αυτό είναι το πρωτογενές πλεόνασμα: ένας βασικός δείκτης δημοσιονομικής υγείας που ενισχύει την αξιοπιστία της χώρας, περιορίζει την ανάγκη νέου δανεισμού και δημιουργεί δημοσιονομικό χώρο για το μέλλον.
Το κρίσιμο ερώτημα, ωστόσο, δεν είναι μόνο το μέγεθος του πλεονάσματος, αλλά πώς προέκυψε.
Η απάντηση βρίσκεται κυρίως στα αυξημένα φορολογικά έσοδα. Τα καθαρά έσοδα του προϋπολογισμού ανήλθαν σε 68,8 δισ. ευρώ, περίπου 2,3 δισ. ευρώ πάνω από τον στόχο, με τους φόρους να αποτελούν τον βασικό μοχλό της υπεραπόδοσης.
Ο ΦΠΑ πρωταγωνίστησε και φέτος, αποφέροντας 2,372 δισ. ευρώ, δηλαδή 98 εκατ. ευρώ περισσότερα από όσα είχαν προβλεφθεί. Είναι ο φόρος που γεμίζει σταθερά τα κρατικά ταμεία, αλλά ταυτόχρονα εκείνος που επιβαρύνει περισσότερο την καθημερινότητα των πολιτών, ειδικά σε μια περίοδο παρατεταμένης ακρίβειας.
Ακολούθησαν οι φόροι εισοδήματος, με εισπράξεις 2,123 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 112 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον στόχο. Η υπέρβαση προήλθε κυρίως από τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων, αντανακλώντας τόσο υψηλότερα ονομαστικά εισοδήματα όσο και τη διατήρηση της φορολογικής πίεσης σε μισθωτούς και ελεύθερους επαγγελματίες.
Τα έσοδα από φόρους ακίνητης περιουσίας κινήθηκαν επίσης πάνω από τον στόχο, κατά 14 εκατ. ευρώ, επιβεβαιώνοντας ότι τα ακίνητα παραμένουν σταθερή πηγή εσόδων για το Δημόσιο. Αντίθετα, οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης εμφάνισαν μικρή υστέρηση, περίπου 36 εκατ. ευρώ, κυρίως λόγω μειωμένης κατανάλωσης σε καύσιμα και ενεργειακά προϊόντα.
Η συνολική εικόνα είναι ξεκάθαρη με το κράτος τα έχει πάει καλύτερα από ό,τι περίμενε, αλλά αυτό συνέβη σε μια χρονιά κατά την οποία πολλά νοικοκυριά δοκιμάστηκαν. Η υπεραπόδοση βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στην κατανάλωση και στο εισόδημα των πολιτών, την ώρα που το κόστος ζωής παραμένει υψηλό.
Μπορεί να “φτάσει” κάτι στους πολίτες…
Το πλεόνασμα ανοίγει ένα μικρό έστω παράθυρο για παροχές την επόμενη χρονιά. Έναν δημοσιονομικό χώρο για μελλοντικές κινήσεις, όπως έκτακτες ενισχύσεις σε ευάλωτες ομάδες, στοχευμένες παροχές ή ακόμη και περιορισμένες φοροελαφρύνσεις. Όμως δεν πρόκειται για «ελεύθερο χρήμα». Ένα μέρος λειτουργεί ως μαξιλάρι ασφαλείας απέναντι σε απρόβλεπτες κρίσεις, ενώ ένα άλλο κατευθύνεται στη μείωση του δημόσιου χρέους, σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές δεσμεύσεις.