Βρυξέλλες: Δημοσθένης Γκαβέας
Ο κίνδυνος χιλιάδες αγρότες και κτηνοτρόφοι να μπουν στα φετινά Χριστούγεννα χωρίς τις πολυπόθητες χρηματικές ενισχύσεις είναι πλέον ορατός, καθώς η Ελλάδα βρίσκεται σε μία από τις δυσκολότερες μεταβατικές φάσεις του συστήματος πληρωμών εδώ και δεκαετίες. Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, η φετινή καθυστέρηση δεν συνδέεται με εσωτερικές επιλογές αλλά με τις αυξημένες απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και την ανάγκη να εφαρμοστεί ένα εντελώς νέο, πολύ αυστηρότερο μοντέλο ελέγχων. Πρόκειται, όπως σημειώνεται, για αλλαγές χωρίς περιθώρια αναβολής, εφόσον η μη συμμόρφωση μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε αναστολή κοινοτικών πληρωμών.
Κυβερνητικές πηγές προσπάθησαν να εξηγήσουν γιατί οι φετινές πληρωμές του ΟΠΕΚΕΠΕ, βασική ενίσχυση, οικολογικά σχήματα, βιολογικά και παλαιά προγράμματα καθυστερούν αισθητά σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.Όπως τόνιζαν, ο λόγος δεν είναι μια «εσωτερική επιλογή καθυστέρησης», αλλά η υποχρεωτική μετάβαση σε ένα εντελώς νέο μοντέλο ελέγχων, το οποίο έχει ζητηθεί ρητά από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και συνοδεύεται από ξεκάθαρες προειδοποιήσεις για τον κίνδυνο αναστολής των κοινοτικών πόρων, εάν η Ελλάδα δεν συμμορφωθεί πλήρως.
Δύο επιστολές της Κομισιόν, ένα σαφές μήνυμα
Κεντρικό σημείο της κυβερνητικής επιχειρηματολογίας είναι δύο επιστολές της Γενικής Διεύθυνσης Γεωργίας (DG AGRI), οι οποίες,όπως υπενθυμίζουν οι ίδιες πηγές, έχουν ήδη κατατεθεί στη Βουλή και δεν αποτελούν «μυστική» επικοινωνία.
Η πρώτη, με ημερομηνία 27 Μαρτίου 2025, στηρίζεται σε έλεγχο συμμόρφωσης που έγινε τον Σεπτέμβριο 2024 και καταγράφει «πιθανές σοβαρές ελλείψεις» στα συστήματα διακυβέρνησης του ΟΣΔΕ στην Ελλάδα. Επισημαίνεται ότι αυτές οι ελλείψεις είναι εν μέρει επαναλαμβανόμενες από την προηγούμενη προγραμματική περίοδο, γεγονός που, σε συνδυασμό με τη σοβαρότητά τους, «υποδηλώνει σοβαρό πρόβλημα» ως προς τη βεβαιότητα της Επιτροπής για την επιλεξιμότητα των τρεχουσών και μελλοντικών δαπανών της ΚΑΠ.
Η δεύτερη επιστολή, στις 4 Οκτωβρίου 2025, παραπέμπει στο άρθρο 42 του Κανονισμού (ΕΕ) 2021/2116 και υπενθυμίζει ότι, εάν ένα κράτος μέλος δεν υποβάλει και κυρίως δεν εφαρμόσει αξιόπιστο σχέδιο δράσης (Action Plan), η Επιτροπή μπορεί να προχωρήσει σε εκτελεστικές πράξεις αναστολής των μηνιαίων ή ενδιάμεσων πληρωμών. Με απλά λόγια, όπως το περιγράφουν κυβερνητικές πηγές, «αν δεν αλλάξει το μοντέλο των ελέγχων, τίθεται σε διακινδύνευση η ροή των ευρωπαϊκών πόρων».
Από το Action Plan 1 στο Action Plan 2
Στο πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα έχει συμφωνήσει με την Κομισιόν σε δύο διαδοχικά σχέδια δράσης.
Το πρώτο Action Plan επικεντρώθηκε σε διοικητικές αλλαγές μέσα στον ΟΠΕΚΕΠΕ: περαιτέρω ψηφιοποίηση διαδικασιών, ενίσχυση της στελέχωσης, αυστηροποίηση και τυποποίηση των ελέγχων, αλλά και κάλυψη δεκάδων «σημείων» που είχε επισημάνει η DG AGRI. Ήταν ουσιαστικά η διοικητική «νοικοκύρευση» του συστήματος.
Το δεύτερο Action Plan, το οποίο κατατέθηκε στις αρχές φθινοπώρου, περνά από τη διοίκηση στην ουσία των πληρωμών. Προβλέπει, αποτύπωση των επιδοτούμενων αγροτεμαχίων με πολύ υψηλής ανάλυσης δορυφορικές εικόνες, πέραν των κλασικών δεδομένων του Κοπέρνικου,
νέο τρόπο καταγραφής και ελέγχου του ζωικού κεφαλαίου, με συνδυασμό δηλωθέντων ζώων και οικονομικών στοιχείων (τιμολόγια γάλακτος, κρέατος, ζωοτροφών κ.ά.), λύσεις για παθογένειες, όπως τα «εικονικά βοσκοτόπια» και οι δηλώσεις βοσκοτόπων σε άλλους νομούς, που άνοιξαν δρόμο για καταχρήσεις.
Παράλληλα, έχει ζητηθεί από την Ελλάδα να κλείσει ζητήματα όπως η ταυτοποίηση των αγροτεμαχίων με ΑΤΑΚ ή, όπου αυτό είναι ανέφικτο για ιστορικούς λόγους, με εναλλακτικά στοιχεία (ΚΑΚ), ώστε να μην υπάρχουν πλέον «αόρατα» αγροτεμάχια που φέρνουν εισόδημα και επιδότηση χωρίς να εμφανίζονται πουθενά στο φορολογικό σύστημα.
Γιατί καθυστερούν οι πληρωμές – Έντιμοι και επιτήδειοι
Σύμφωνα με τις ίδιες κυβερνητικές πηγές, η μετάβαση σε αυτό το νέο πλαίσιο ελέγχων εξηγεί τις σημερινές καθυστερήσεις.
Για να διασφαλιστεί ότι ο διαχωρισμός ανάμεσα στους «επιτήδειους» και τους έντιμους παραγωγούς θα γίνει με όσο το δυνατόν πιο δίκαιο τρόπο, έχει τεθεί στόχος για χιλιάδες επιτόπιους ελέγχους μέχρι το τέλος του έτους σε ένα σύνολο περίπου 80.000 κτηνοτρόφων και 500.000 αγροτών.
Οι έλεγχοι αυτοί γίνονται με τριμελή κλιμάκια (ΟΠΕΚΕΠΕ, ΕΛΓΟ Δήμητρα, ΕΛΓΑ ή/και ΕΦΕΤ) και δεν μπορούν να ολοκληρωθούν «από τα γραφεία της Αθήνας», όπως λένε χαρακτηριστικά. Γι’ αυτό και υπήρξε επιλογή να παγώσουν ή να επιβραδυνθούν πληρωμές ακόμη και σε παλαιά προγράμματα (νέοι αγρότες, σπάνιες φυλές, χορτολιβαδικές εκτάσεις, νέα βιολογικά), προκειμένου να ενσωματωθεί από τώρα το νέο μοντέλο ελέγχων.
Κυβερνητικές πηγές αναγνωρίζουν ότι η καθυστέρηση επιβαρύνει τους έντιμους παραγωγούς, αλλά υπογραμμίζουν ότι η μη συμμόρφωση θα έθετε σε κίνδυνο τους ευρωπαϊκούς πόρους. Προσθέτουν ότι η «εκκαθάριση» του συστήματος θα σταματήσει πρακτικές πλασματικών δηλώσεων και θα επιτρέψει πιο δίκαιη κατανομή ενισχύσεων, ενώ η μετάβαση σε αυστηρότερο και διαφανές πλαίσιο ελέγχων θεωρείται αναγκαία για το μέλλον.
Η ευλογιά των ζώων: δύσκολη ισορροπία ανάμεσα σε υγεία και παραγωγή
Παράλληλα με την κρίση στις πληρωμές, η χώρα βρίσκεται αντιμέτωπη και με την εξαιρετικά απαιτητική διαχείριση της ευλογιάς των αιγοπροβάτων, μια νόσο ιδιαίτερα μεταδοτική και ανθεκτική, με τον ιό να επιβιώνει στο περιβάλλον για περισσότερο από έξι μήνες. Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, η Ελλάδα έχει ήδη προχωρήσει στη θανάτωση περίπου 400.000 ζώων, αριθμός που αν και χαμηλότερος από αντίστοιχα περιστατικά άλλων χωρών αποτελεί σοβαρό πλήγμα για την κτηνοτροφία.
Η αντιμετώπιση βασίζεται στο αυστηρό ευρωπαϊκό πρωτόκολλο (Κανονισμός 687/2021), το οποίο προβλέπει υποχρεωτική σφαγή και καταστροφή ολόκληρου του κοπαδιού όπου εντοπίζεται κρούσμα. Οι έλεγχοι βιοασφάλειας έχουν ενισχυθεί από Περιφέρειες, ΔΑΟΚ και αστυνομία, ενώ έχει συσταθεί Εθνική Επιστημονική Επιτροπή με καθηγητές κτηνιατρικών σχολών, η οποία αξιολογεί συνεχώς τα επιδημιολογικά δεδομένα και εισηγείται μέτρα περιορισμού.
Οι πηγές επισημαίνουν ότι η εφαρμογή των μέτρων συχνά δυσχεραίνεται από παραβατικές πρακτικές, όπως παράνομες μετακινήσεις ζώων ή μη εγκεκριμένους εμβολιασμούς, οι οποίοι ενεργοποιούν πειθαρχικούς και διοικητικούς ελέγχους.
Το ιορδανικό εμβόλιο και ο επιστημονικός διάλογος
Στο επίκεντρο βρίσκεται το ερώτημα του εμβολιασμού. Η Κομισιόν έχει προτείνει τη χρήση ιορδανικού εμβολίου με ζωντανό εξασθενημένο ιό, το οποίο είναι εγγεγραμμένο σε ευρωπαϊκό επίπεδο, χωρίς όμως να διαθέτει πλήρη άδεια κυκλοφορίας. Κυβερνητικές και επιστημονικές πηγές εμφανίζονται επιφυλακτικές, επισημαίνοντας τη δυσκολία διάκρισης εμβολιασμένων από φυσικά νοσήσαντα ζώα (μέθοδος DIVA),
τον κίνδυνο επαναπυροδότησης κρουσμάτων από το ίδιο το εμβόλιο,
τις επιπτώσεις που θα μπορούσε να έχει ένας γενικευμένος εμβολιασμός στο εξαγωγικό προφίλ της χώρας.
Παραδείγματα κρατών όπως η Βουλγαρία και η Ρουμανία, όπου η νόσος παραμένει ενδημική παρά τον μαζικό εμβολιασμό, ενισχύουν τον προβληματισμό. Οι τελικές εισηγήσεις της Εθνικής Επιστημονικής Επιτροπής αναμένονται τις επόμενες εβδομάδες.
Η επόμενη ΚΑΠ: ένταξη Ουκρανίας, πράσινες υποχρεώσεις και η μάχη για τους πόρους
Πέρα από τις άμεσες κρίσεις, στις Βρυξέλλες ωριμάζει η μεγάλη συζήτηση για τη νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική μετά το 2027, η οποία διαμορφώνεται σε ένα περιβάλλον έντονων δημοσιονομικών πιέσεων, γεωπολιτικής αστάθειας και αυξημένων απαιτήσεων για πράσινη μετάβαση.
Κυβερνητικές πηγές αναφέρουν ότι η Ελλάδα προσέρχεται σε αυτή τη συζήτηση με τρεις βασικές προτεραιότητες: τη διατήρηση επαρκών κοινοτικών πόρων, την προστασία των μικρομεσαίων εκμεταλλεύσεων και την εξασφάλιση ότι η νέα ΚΑΠ δεν θα οδηγήσει σε ένα ευρωπαϊκό αγροτικό τοπίο «δύο ταχυτήτων».
Η ένταξη της Ουκρανίας και ο κίνδυνος εξωτερικής σύγκλισης
Το ενδεχόμενο ένταξης της Ουκρανίας στην ΕΕ ανατρέπει τις ισορροπίες του ευρωπαϊκού αγροτικού χάρτη. Με περίπου 30 εκατ. εκτάρια καλλιεργήσιμης γης, η Ουκρανία θα μπορούσε να μεταβάλει δραστικά την κατανομή των άμεσων ενισχύσεων. Πολλά κράτη-μέλη πιέζουν για εξωτερική σύγκλιση , δηλαδή εξίσωση της αξίας των δικαιωμάτων ανά την ΕΕ κάτι που η Ελλάδα θεωρεί ότι θα οδηγούσε σε σημαντική μείωση των πόρων της.
Διεθνής ανταγωνισμός και εμπορικές συμφωνίες
Οι διαπραγματεύσεις για εμπορικές συμφωνίες με χώρες όπως οι Μερκοσούρ, η Ινδία και οι ΗΠΑ δημιουργούν πίεση στις ευρωπαϊκές αγορές. Πηγές σημειώνουν ότι η ΕΕ δεν μπορεί να ανταγωνιστεί σε επίπεδο κόστους χώρες με εντελώς διαφορετικά πρότυπα παραγωγής. Η ευρωπαϊκή στρατηγική και η ελληνική θέση ειδικότερα στηρίζεται σε προϊόντα ποιότητας, ιχνηλασιμότητας και προστιθέμενης αξίας αντί της «κούρσας προς τη φθηνότερη παραγωγή».
Επίσης, οι αυξανόμενες δημοσιονομικές πιέσεις , από την άμυνα μέχρι την ενεργειακή κρίση, επαναφέρουν στο τραπέζι το σενάριο μεγαλύτερης χρήσης εθνικών πόρων αντί κοινοτικών ενισχύσεων. Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, αυτό το ενδεχόμενο θα δημιουργούσε «κράτη-μέλη δύο ταχυτήτων», όπου οι ισχυρές οικονομίες θα μπορούσαν να ενισχύουν τους παραγωγούς τους πολύ περισσότερο από τις χώρες της περιφέρειας.
Την ίδια στιγμή, η κλιματική κρίση επιβάλλει πιο «πράσινες» πρακτικές, αλλά η εμπειρία του 2024–2025 – όταν αγροτικές κινητοποιήσεις οδήγησαν σε σημαντικές υποχωρήσεις της Επιτροπής δείχνει ότι απαιτείται νέα ισορροπία ανάμεσα σε περιβαλλοντικές υποχρεώσεις και βιωσιμότητα εισοδήματος.
Οι πηγές συνοψίζουν τη θέση της Ελλάδας ως εξής: διατήρηση ισχυρού κοινοτικού προϋπολογισμού, προστασία μικρών και μεσαίων εκμεταλλεύσεων, στήριξη της νησιωτικότητας και της ορεινότητας,
επένδυση σε ποιοτικά προϊόντα, και απόρριψη ενός μοντέλου όπου «ο πλούτος των κρατών-μελών θα καθορίζει το ύψος των ενισχύσεων».