Δυστυχώς. Πιο δυστυχώς δε γίνεται. Για μια ακόμη φορά η Τουρκία δεν κάνει ένα βήμα, αλλά κάνει πολλά άλματα στη θάλασσα πολλαπλών επιρροών που λέγεται Μεσόγειος. Μια θάλασσα που ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, με τις λιβυκές του συμμαχίες, έχει σχεδόν «καπελώσει», δημιουργώντας τεράστια ζητήματα στην Εξωτερική και Ενεργειακή πολιτική της Ελλάδας.

Η ατζέντα στη συνάντηση Κορυφής Τουρκίας – Ιταλίας – Λιβύης, με τη συμμετοχή Ερντογάν, Μελόνι και του Πρωθυπουργού της Τρίπολης Α. Ντμπεϊμπά, που πραγματοποιείται σήμερα στην Κωνσταντινούπολη, δεν είναι καθόλου θολή, όπως θέλουν κάποιοι να πιστεύουν. Είναι πεντακάθαρη σαν κρύσταλλο. Ο Ερντογάν έχει βάλει στο βρακί του (για να το πω πολύ λαϊκά έστω κι αν ακούγεται χυδαία) και τα δύο κομμάτια της Λιβύης, αλλά εν πολλοίς και την Ιταλίδα πρωθυπουργό. Από την μιά το τουρκολιβυκό μνημόνιο που η Λιβύη το έχει κάνει σημαία με χάρτες και ρηματικές στον ΟΗΕ, αλλά και την ανακοίνωση για σύμπραξη της με την Άγκυρα για έρευνες ενεργειακών κοιτασμάτων στα υποθαλάσσια εδάφη της και από την άλλη να μην ξεχνάμε τις δώδεκα συμφωνίες συνεργασίας που υπέγραψαν πρόσφατα Ερντογάν – Μελόνι. Μεταξύ αυτών και αμυντικές, με την πρωθυπουργό της Ιταλίας να ανοίγει επί της ουσίας την πόρτα στην Τουρκία για τα εξοπλιστικά της ΕΕ. Όπως και συμφωνίες που προωθούν για το εμπόριο, τις βιομηχανικές επενδύσεις, τις μεταφορές, ακόμη και στο διάστημα.

Advertisement
Advertisement

Να προσθέσω, επίσης, για να μη ξεχνάμε και τους ευρύτερους ρόλους που παίζει η Τουρκία και την συμφωνία που υπέγραψε το Ιράκ για έναν υποθαλάσσιο αγωγό για πετρελαϊκές εξαγωγές 2,4 εκατομμυρίων βαρελιών την ημέρα, μέσω των νότιων λιμανιών του. Έργο που θα υλοποιηθεί σε συνεργασία με την ιταλική εταιρία υπεράκτιων κατασκευών Micoperi και την τουρκική Esta.

Άρα, πρέπει να είναι απολύτως αντιληπτό ότι η σημερινή συνάντηση στην Κωσταντινούπολη οφείλει εκ των πραγμάτων να απασχολεί την ελληνική κυβέρνηση και πόσο μάλλον μετά τα δύο ταξίδια που έκανε ο υπουργός εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης σε Βεγγάζη και Τρίπολη, που μέχρι στιγμής μοιάζουν να ήταν επισκέψεις χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα. Δηλώσεις, ευχολόγια, οι ελάχιστες φωτογραφίες και βίντεο, όσες δηλαδή επέτρεψαν οι λίβυοι Ανατολής και Δύσης, την ώρα που ο γιαλαντζί σουλτάνος μετατρέπει σε σώου την σημερινή τριμερή του. Μάστορας σε αυτά.

Ακόμα και το θέμα το μεταναστευτικό που έχει μπει στην σημερινή ατζέντα της Κωνσταντινούπολης, είναι και αυτό ένα όπλο εκβιασμού του Ερντογάν, ο οποίος για να ακούσει την όποια επίκληση της Μελόνι, είναι σίγουρο ότι κάτι θα διαπραγματευθεί με την Ιταλία. Και αν η επίκληση έχει ευρωπαϊκό χαρακτήρα, που κατά πάσα βεβαιότητα έχει, τότε το περιεχόμενο την πραγμάτευσης λογικά θα πρέπει να αφορά Βρυξέλλες και Ε.Ε. Ας μην είμαστε αφελείς με τα όσα ζούμε τις τελευταίες δεκαετίες. Η Τουρκία και ειδικά ο Ερντογάν, τίποτα δεν δίνει, αν δεν εξασφαλίσει για τα συμφέροντα του, όχι απλώς τα ισοδύναμα, αλλά πάντα τα πολλαπλάσια. Που αριθμητικά εξαρτώνται από την κάθε περίπτωση.

Συμπερασματικά επανέρχομαι στην πρώτη λέξη της σημερινής παρεμβάσεις. ΔΥΣΤΥΧΩΣ. Δυστυχώς γινόμαστε θεατές, έξω από το παιχνίδι γεγονότων που μας αφορούν και που δεν μπορούμε να το χειριστούμε με πιο εμφανή και παραγωγικό τρόπο. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης τον περασμένο μήνα είχε συναντηθεί με την Τζώρτζια Μελόνι. Και το θεωρώ απίθανο η Μελόνι να μην ήξερε τότε ότι ετοιμαζόταν η τριεθνής με Λιβύη και Τουρκία, έτσι ώστε να κάνει μία ενημέρωση ή κάποια νύξη στον έλληνα πρωθυπουργό. Οι τριεθνείς δεν γίνονται στο πόδι από τη μια μερα στην άλλη. Και αν η Μελόνι δεν είπε τίποτα στον Μητσοτάκη, τότε θα πρέπει να σηκώσει το τηλέφωνο το Μέγαρο Μαξίμου και να καλέσει το Palazzo Chigi. Αλλά, πέρα απ’αυτό που αμφιβάλλω αν θα γίνει, το ζήτημα δεν είναι η Μελόνι. Το ζήτημα είναι ότι έχει χαθεί η μπάλα στην ελληνική εξωτερική πολιτική, στο κορυφαίο πρόβλημα που είναι η Τουρκία και στο πολύ σοβαρό παρεμπίπτον θέμα που είναι τώρα η Λιβύη. Αφήνω προς το παρόν στο πλάι τη Συρία και το πρόβλημα Σινά. Εξάλλου την Τρίτη θα βρίσκεται στην Αθήνα ο Αιγύπτιος υπουργός εξωτερικών και σίγουρα αυτό θα είναι ένα από τα βασικά θέματα που θα κουβεντιάσει με τον Έλληνα ομόλογό του.