Η πρωτοβουλία του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για την ειρήνευση στην Ουκρανία τοποθετεί τη σύγκρουση ξανά σε Ρεαλπολιτικ πλαισια και αναδεικνύει τον καθοριστικό ρόλο της ρωσικής ισχύος στη διαμόρφωση του ευρωπαϊκού συστήματος ασφάλειας. Το σχέδιο των είκοσι οκτώ σημείων, το οποίο διέρρευσε από αμερικανικές και ουκρανικές πηγές, αποτυπώνει μια νέα πραγματικότητα. Η Κριμαία, το Λουγκάνσκ και το Ντονέτσκ αναγνωρίζονται από τις Ηνωμένες Πολιτείες ως ρωσικά εδάφη, ενώ οι περιοχές Χερσώνας και Ζαπορίζια παγιώνονται στη σημερινή γραμμή επαφής. Η Ουκρανία καλείται να εγκαταλείψει οριστικά την προοπτική ένταξης στο ΝΑΤΟ, να περιορίσει τη στρατιωτική της ισχύ και να δεχθεί σταδιακή άρση κυρώσεων υπέρ της Ρωσίας, μαζί με την επιστροφή της Μόσχας στο G8.

Η συνολική εικόνα δημιουργεί νέο πλαίσιο για την ευρωπαϊκή ασφάλεια καθώς η Ρωσία εξασφαλίζει στρατηγικά κέρδη που επιζητούσε εδώ και χρόνια. Η Ουκρανία περιορίζεται θεσμικά και επιχειρησιακά, ενώ η Δύση αναλαμβάνει το κόστος και τη διοικητική ευθύνη μιας γιγαντιαίας ανοικοδόμησης. Η ενδιάμεση γραμμή αυτής της συμφωνίας είναι ξεκάθαρα γεωπολιτική. Ως αποτέλεσμα, η Ουκρανία μετατρέπεται σε χώρα ανασυγκρότησης της οποίας η οικονομία θα εξαρτάται από δυτικές επενδύσεις εξολοκλήρου, ενώ η Ρωσία κατοχυρώνει στοιχεία της σφαίρας επιρροής της με τρόπο που λίγοι προέβλεπαν τα πρώτα χρόνια της σύγκρουσης.

Advertisement
Advertisement

Από ρωσικής πλευράς, η πρόταση Τραμπ θεωρείται επιβεβαίωση της θέσης που διατύπωνε η Μόσχα από το 2014 και μετά. Η αναγνώριση της Κριμαίας και του Ντονμπάς αποκτά πλέον όχι μόνο στρατιωτική αλλά και θεσμική υπόσταση. Ρώσοι αναλυτές επισημαίνουν ότι η μεγαλύτερη νίκη της Μόσχας δεν βρίσκεται μόνο στο εδαφικό αλλά στη θεσμοποίηση του ουδέτερου καθεστώτος της Ουκρανίας. Μια ουδέτερη Ουκρανία, χωρίς προοπτική ένταξης στο ΝΑΤΟ, με περιορισμένο στρατό και χωρίς δυτικές βάσεις, λειτουργεί ως ασπίδα ασφαλείας απέναντι στη δυτική διεύρυνση. Η Ρωσία διασφαλίζει ότι δεν θα αντιμετωπίσει στα σύνορά της έναν άξονα που θα μπορούσε να απειλήσει τα ζωτικά της συμφέροντα.

Η ανάλυση της ρωσικής πλευράς ενισχύεται από πλήθος ρωσικών ακαδημαϊκών πηγών και think tanks που υπογραμμίζουν ότι η Ρωσία έχει προσαρμόσει την οικονομία της στον πόλεμο και μπορεί να διατηρήσει υψηλές αμυντικές δαπάνες για πολλά χρόνια. Ρωσικά ινστιτούτα επισημαίνουν ότι το κόστος του πολέμου είναι πλέον ενσωματωμένο στη δομή του ρωσικού κράτους και ότι το οικονομικό σύστημα έχει μετατραπεί σε οικονομία ανθεκτικότητας. Αυτό σημαίνει πως η Μόσχα εισέρχεται στη διαπραγμάτευση όχι υπό πίεση αλλά με αυτοπεποίθηση, έχοντας αποδείξει ότι αντέχει έναν παρατεταμένο πόλεμο και ότι μπορεί να επιβάλει όρους που η ίδια θεωρεί αναγκαίους για τη στρατηγική της ασφάλεια.

Στον αντίποδα, η Ουκρανία βρίσκεται αντιμέτωπη με το δυσκολότερο ίσως πολιτικό δίλημμα της σύγχρονης ιστορίας της. Η απώλεια εδαφών, η παραίτηση από τη νατοϊκή προοπτική και ο περιορισμός των ενόπλων δυνάμεων αποτελούν θυσίες που θα προκαλέσουν εσωτερικές αντιδράσεις. Υπάρχει πραγματικός κίνδυνος η κυβέρνηση του Κιέβου να βρεθεί σε πολιτική αστάθεια αν επιχειρήσει να νομιμοποιήσει μια συμφωνία που η κοινωνία θα αντιληφθεί ως ταπεινωτική. Οι ουκρανικές ελίτ γνωρίζουν ότι η εναλλακτική, δηλαδή η συνέχιση του πολέμου με μειωμένη δυτική στήριξη, ενδέχεται να οδηγήσει σε νέες εδαφικές απώλειες. Η Ουκρανία βρίσκεται μεταξύ μιας επώδυνης ειρήνης και ενός εξοντωτικού πολέμου.

Από την άλλη, η Δύση αντιμετωπίζει το σχέδιο Τραμπ ως ευκαιρία απεμπλοκής από μια σύγκρουση που έχει φτάσει στα όρια της πολιτικής και οικονομικής της αντοχής. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θέλουν να επικεντρωθούν στον Ινδοειρηνικό και στη στρατηγική ανταγωνιστικότητα απέναντι στην Κίνα. Η Ευρώπη επιδιώκει αποκλιμάκωση του κόστους σε ενέργεια, άμυνα και πολιτική σταθερότητα. Για αυτό το λόγο η ανοικοδόμηση της Ουκρανίας συνδέεται άμεσα με δυτικές οικονομίες και κρατικούς προϋπολογισμούς. Εκτιμήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας προβλέπουν ότι η ανοικοδόμηση θα ανέλθει σε 524 δισεκατομμύρια δολάρια, ποσό που η Ουκρανία δεν μπορεί να χρηματοδοτήσει. Η Δύση θα σηκώσει το βάρος της ανοικοδόμησης και θα αποκτήσει πρόσβαση σε τεράστιες συμβάσεις ανακατασκευής υποδομών.

Και εδώ διαμορφώνεται ένα νέο υπόβαθρο. Ένα υπόβαθρο όπου η Ουκρανία αντικειμενικά εξαρτάται από τα δυτικά κεφάλαια, τα δάνεια, τις επιχορηγήσεις και την τεχνογνωσία των δυτικών εταιρειών που θα αναλάβουν το έργο της επανόρθωσης. Ρώσοι αναλυτές αλλά και αρκετές δυτικές επιστημονικές μελέτες επισημαίνουν ότι η Ουκρανία οδηγείται σε πλήρη οικονομική εξάρτηση. Η Δύση ανακατασκευάζει, εξοπλίζει, ελέγχει χρηματοοικονομικά και διαμορφώνει την εσωτερική της οικονομική τάξη της Ουκρανίας. Το μέλλον της χώρας συνδέεται άμεσα με τους όρους και τις προϋποθέσεις των δυτικών επενδύσεων.

Ο John Mearsheimer προσφέρει το θεωρητικό πλαίσιο μέσα στο οποίο το σχέδιο Τραμπ αποκτά συνέπεια. Ο Αμερικανός ρεαλιστής πολιτικός επιστήμονας υποστηρίζει ότι η κρίση στην Ουκρανία προήλθε από την επιθυμία της Δύσης να εντάξει τη χώρα στη νατοϊκή αρχιτεκτονική, κάτι που έπληξε ζωτικά ρωσικά συμφέροντα και προκάλεσε μια αναπόφευκτη σύγκρουση. Στο πνεύμα αυτό, η αποδοχή του ουδέτερου καθεστώτος αποτελεί την πιο ρεαλιστική λύση. Η πρόταση Trump εναρμονίζεται με αυτή την αντίληψη, καθώς δημιουργεί νέα ισορροπία δυνάμεων όπου η Ρωσία αναγνωρίζεται ως μεγάλος δρών με ζωτικό χώρο στην Ανατολική Ευρώπη.

Advertisement

Σε κάθε περίπτωση, η εξέλιξη αναδεικνύει μια νέα τάξη πραγμάτων, με την Ρωσία να εξέρχεται από την κρίση ενισχυμένη, η Ουκρανία να περιορίζεται και η Δύση να αναλαμβάνει την ευθύνη της χρηματοδότησης και της ανοικοδόμησης. Η εικόνα αυτή αντικατοπτρίζει την μακροπρόθεσμη δυναμική της γεωπολιτικής σκηνής. Η πραγματική πρόκληση είναι αν η Ουκρανία θα καταφέρει να ξαναβρεί την κυριαρχία της ή αν θα παραμείνει κράτος σε συνεχή εξάρτηση από δανειστές και στρατηγικούς χορηγούς. Την ίδια στιγμή, η Ρωσία αναδεικνύεται σε δύναμη που επιβάλλει τη δική της σφαίρα επιρροής ως μη διαπραγματεύσιμο όρο.

Εν κατακλείδι, το ειρηνευτικό σχέδιο Τραμπ συνιστά μετατόπιση ισορροπιών και μετασχηματισμό κρατικών ρόλων. Η Ρωσία επιβάλλει τους όρους της, η Ουκρανία αποδέχεται την ήττα της και η Δύση δεσμεύει την Ουκρανία σε οικονομική εξάρτηση. Το αποτέλεσμα είναι ότι η Ρωσία εξασφαλίζει εδάφη, η Δύση αποκτά οικονομική αποικία, η Ουκρανία παραδίδεται ολοκληρωτικά.

Υ.γ. 1
Αυτή ακριβώς την τραγική πραγματικότητα συνόψισε Ρώσος αξιωματούχος το 2022 κατά την διάρκεια των διαπραγματεύσεων στην Κωνσταντινούπολη όπου η ουκρανική πλευρά του δήλωσε τα εξής : «Για εσάς είναι εύκολο, έχετε έναν αφεντικό. Εμείς έχουμε τρία ». Και συνέχισε σχολιάζοντας αυτό το οποίο άκουσε από την ουκρανική πλευρά – Εδώ βρίσκεται η τραγωδία ενός μη κυρίαρχου κράτους, είναι εξαιρετικά δύσκολο να διαπραγματεύεσαι όταν δεν μπορείς να λάβεις εσύ την τελική απόφαση, ακόμη κι αν αποτελείς μέρος ενός τόσο καταστροφικού και αιματηρού πολέμου..

Advertisement

Υ.γ. 2
Το σχέδιο των 28 σημείων παραμένει σε προσχέδιο και υπό διαπραγμάτευση. Ο Πρόεδρος Τραμπ έχει θέσει προθεσμία μέχρι την Ημέρα των Ευχαριστιών (28 Νοεμβρίου 2025) για την Ουκρανία να αποδεχθεί το πλαίσιο της συμφωνίας. Ο Ζελένσκι το χαρακτήρισε ως “αμερικανικό όραμα” και όχι τελική πρόταση, ενώ ο Πούτιν δήλωσε ότι μπορεί να αποτελέσει “τη βάση τελικής διευθέτησης”. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν απειλήσει με διακοπή στρατιωτικής υποστήριξης σε περίπτωση απόρριψης. Η Ουκρανία βρίσκεται αντιμέτωπη με αυτό που ο Ζελένσκι ονόμασε “μία από τις πιο δύσκολες στιγμές στην ιστορία μας” – η επιλογή ανάμεσα στην αξιοπρέπεια και τη διατήρηση της αμερικανικής στήριξης.