Ο HIV δεν αποτελεί πλέον θανατική καταδίκη. Σήμερα, χάρη στις διαθέσιμες θεραπείες, ένα άτομο που ζει με τον ιό έχει φυσιολογικό προσδόκιμο ζωής και μη ανιχνεύσιμο ιικό φορτίο, γεγονός που καθιστά τη μετάδοση αδύνατη. Ωστόσο, πίσω από αυτή την τεράστια ιατρική πρόοδο κρύβεται μια σιωπηλή κρίση: η επιβάρυνση της ψυχικής υγείας τόσο των ανθρώπων που ζουν με HIV όσο και εκείνων που ανήκουν σε κοινωνικά ευάλωτες ομάδες.

Τα διεθνή δεδομένα είναι σαφή: τα άτομα που ζουν με HIV παρουσιάζουν τουλάχιστον διπλάσια πιθανότητα εκδήλωσης κατάθλιψης ή αγχωδών διαταραχών σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό. Η διαχείριση της διάγνωσης, ο φόβος του αποκλεισμού, το στίγμα και η ανασφάλεια στις διαπροσωπικές σχέσεις διαμορφώνουν ένα ασφυκτικό πλέγμα χρόνιας ψυχολογικής καταπόνησης, με σοβαρό αντίκτυπο στη συνολική υγεία.

Advertisement
Advertisement

Η κατάθλιψη και οι αγχώδεις διαταραχές υπονομεύουν την ικανότητα του ατόμου να διαχειριστεί την πάθησή του. Καθίσταται δυσκολότερη η συμμόρφωση με τη φαρμακευτική αγωγή, η τακτική ιατρική παρακολούθηση και η τήρηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής. Είναι πλέον επιστημονικά τεκμηριωμένο ότι η ψυχική δυσφορία συσχετίζεται με ελλιπή αυτοφροντίδα και αυξημένη ροπή προς συμπεριφορές που θέτουν την υγεία σε κίνδυνο.

Αντίστοιχα, για όσους δεν ζουν με τον ιό αλλά ανήκουν σε κοινωνικά ευάλωτες ομάδες –όπως άνδρες που κάνουν σεξ με άνδρες, σεξεργαζόμενα άτομα, χρήστες ενδοφλέβιων ουσιών, μετανάστες και πρόσφυγες– η απειλή του HIV πλανάται ως μια συνεχής σκιά πάνω από την καθημερινότητα. Το άγχος της πιθανής έκθεσης στον ιό, σε συνδυασμό με τον φόβο του κοινωνικού αποκλεισμού, δημιουργεί συνθήκες διαρκούς εγρήγορσης. Πρόκειται για μια μορφή χρόνιου στρες που προϋπάρχει της νόσου: μια ψυχολογική φθορά που υπονομεύει την ποιότητα ζωής και την κοινωνική ενσωμάτωση, ανεξάρτητα από την τελική διάγνωση. Για τα άτομα σε κατάσταση αυξημένης ευαλωτότητας, το να παραμείνουν αρνητικά αποτελεί τελικά έναν αγώνα εξίσου σκληρό με το να ζουν με τον ιό.

Πρόκειται, στην ουσία, για μια συνδημία (syndemic). Ο HIV και η ψυχική υγεία δεν είναι δύο ασύνδετες μεταβλητές. Είναι αλληλένδετες καταστάσεις που αλληλοτροφοδοτούνται, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο που οξύνει τις κοινωνικές ανισότητες και πλήττει δυσανάλογα τους πιο ευάλωτους.

Η αμφίδρομη αυτή σχέση επιβεβαιώνεται και από σειρά άρθρων στο έγκριτοεπιστημονικό περιοδικό The Lancet, όπου τονίζεται κατηγορηματικά ότι η ψυχική δυσφορία αυξάνει την ευαλωτότητα στη λοίμωξη και δυσχεραίνει τη θεραπευτική πορεία. Ταυτόχρονα, ο HIV πολλαπλασιάζει τον κίνδυνο εμφάνισης ψυχικών διαταραχών και προβλημάτων χρήσης ουσιών. Χωρίς την ανάπτυξη ολιστικών υπηρεσιών που καλύπτουν τόσο τις σωματικές όσο και τις ψυχικές ανάγκες, η εξάλειψη της επιδημίας του AIDS είναι αδύνατη.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) επισημαίνει παγίως την ανάγκη εγκατάλειψης των αποσπασματικών, «κάθετων» προσεγγίσεων, προκρίνοντας την ολιστική ενσωμάτωση των υπηρεσιών ψυχικής υγείας στις δομές φροντίδας για τον HIV. Τονίζει ρητά την ενσωμάτωση παρεμβάσεων ψυχικής υγείας στις υπηρεσίες HIV, καλύπτοντας όλο το φάσμα: από την πρόληψη και τον προσυμπτωματικό έλεγχο, έως τη διάγνωση και τη θεραπεία.

Η έλευση της PrEP (Προφύλαξη πριν από την Έκθεση) έχει αναδιαμορφώσει ριζικά το τοπίο της πρόληψης διεθνώς. Για πολλούς ανθρώπους -και ιδίως για τους άνδρες που κάνουν σεξ με άνδρες- η PrEP δεν αποτελεί απλώς μέσο προστασίας από τον HIV. Λειτουργεί και ως ένα ισχυρό αντίδοτο στο μόνιμο άγχος που συνοδεύει τη σεξουαλική επαφή.

Advertisement

Σύμφωνα με ερευνητικά δεδομένα:

  • Όσοι λαμβάνουν PrEP αναφέρουν σημαντική μείωση του άγχους μετάδοσης και βελτίωση της σεξουαλικής τους ζωής.
  • Η κατοχή ενός αποτελεσματικού μέσου προστασίας λειτουργεί ως μηχανισμός ψυχικής αποφόρτισης. Το γεγονός αυτό είναι βαρύνουσας σημασίας για άτομα που έχουν βιώσει επί δεκαετίες το τραύμα του φόβου, της ενοχής και της απειλής του HIV.

Προφανώς, η PrEP δεν αποτελεί πανάκεια για το σύνολο των ψυχοκοινωνικών προκλήσεων. Το κοινωνικό στίγμα, η εσωτερικευμένη ομοφοβία και τα τραύματα βίας δεν θεραπεύονται αποκλειστικά ιατρικά. Παρά ταύτα, η PrEP λειτουργεί αντικειμενικά ως καταλύτης θετικών αλλαγών: αποφορτίζει τη σεξουαλικότητα από τον φόβο μετάδοσης και θέτει τις βάσεις για σχέσεις απαλλαγμένες από την καχυποψία.

Συνεπώς, αν αναγνωρίζουμε πραγματικά το ψυχικό φορτίο του ιού, η καθολική πρόσβαση στην PrEP μέσω του δημόσιου συστήματος υγείας δεν είναι απλώς μια επιδημιολογική αναγκαιότητα. Είναι θεμελιώδης πράξη ψυχικής φροντίδας και κοινωνικής δικαιοσύνης.

Advertisement

Ωστόσο, έως την περίοδο 2023–2024, η χρήση της PrEP στην Ελλάδα παρέμενε σε απογοητευτικά χαμηλά επίπεδα, με τα άτομα που λάμβαναν την αγωγή να μην υπερβαίνουν τα 100 – στην πλειονότητά τους άνδρες που κάνουν σεξ με άνδρες. Οι αιτίες εντοπίζονται στη γεωγραφική ανισοκατανομή των σημείων διάθεσης, στα ελλείμματα πληροφόρησης και στον φόβο της κοινωνικής έκθεσης. Επιπρόσθετα, διοικητικά και πρακτικά κωλύματα αποκλείουν ουσιαστικά άλλες ευάλωτες ομάδες (π.χ. μετανάστες, πρόσφυγες και άτομα σε καθεστώς άτυπης σεξεργασίας). Αξίζει να σταθούμε ιδιαίτερα στα σημαντικά εμπόδια πρόσβασης που αντιμετωπίζουν οι χρήστες ενδοφλέβιων ουσιών. Παρότι έχουν χτιστεί κάποιες γέφυρες συνεργασίας, η διασύνδεση των υπηρεσιών Μείωσης Βλάβης (π.χ. δράσεις streetwork) με τη διαδικασία συνταγογράφησης παραμένει αποσπασματική. Το αποτέλεσμα είναι η πρόσβαση στην PrEP για αυτή την κοινωνική ομάδα να είναι, στην πράξη, σχεδόν ανέφικτη.

Αν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά την πρόκληση του AIDS, η πολιτική υγείας δεν μπορεί να εξαντλείται στην ψυχρή καταγραφή των CD4 και του ιικού φορτίου. Απαιτείται:

1. Ενσωμάτωση της Ψυχικής Υγείας στις Μονάδες Ειδικών Λοιμώξεων (ΜΕΛ)

Advertisement

Θεσμοθέτηση συστηματικής ανίχνευσης (screening) για κατάθλιψη, αγχώδεις και άλλες ψυχικές διαταραχές σε κάθε ΜΕΛ. Στελέχωση με διεπιστημονική ομάδα (λοιμωξιολόγος, ψυχίατρος/ψυχολόγος, κοινωνικός λειτουργός) και εφαρμογή σαφών πρωτοκόλλων διασύνδεσης με τις δημόσιες δομές ψυχικής υγείας.

2. Εστίαση στην ευαλωτότητα και τη Μείωση Βλάβης

Συμμετοχικός σχεδιασμός υπηρεσιών «HIV και Ψυχικής Υγείας» με την ενεργή εμπλοκή των κοινοτήτων (άνθρωποι που ζουν με HIV, μετανάστες, πρόσφυγες, ΛΟΑΤΚΙ+, σεξεργαζόμενα άτομα, χρήστες ενδοφλέβιων ουσιών). Ενίσχυση των υπηρεσιών Μείωσης Βλάβης και πλήρης διασύνδεσή τους με τον διαγνωστικό έλεγχο, τη θεραπεία και την ψυχοκοινωνική στήριξη.

Advertisement

3. Ουσιαστική πρόσβαση στην PrEP

Advertisement

Επέκταση των σημείων χορήγησης PrEP πέρα από τα νοσοκομειακά φαρμακεία των μητροπολιτικών κέντρων, με ανάπτυξη δικτύου στην περιφέρεια και σε κοινοτικές δομές. Απαιτείται απλοποίηση της διαδικασίας και εφαρμογή καινοτόμων μοντέλων που επιτρέπουν τη λήψη της αγωγής χωρίς την ανάγκη επαναλαμβανόμενης φυσικής παρουσίας στο νοσοκομείο: αξιοποίηση των φαρμακείων της κοινότητας και των υπηρεσιών Μείωσης Βλάβης, ανάπτυξη δικτύων κατ’ οίκον διανομής και ουδέτερων σημείων παραλαβής, λειτουργία κινητών μονάδων σε περιοχές υψηλής ευαλωτότητας, καθώς και εισαγωγή τηλεϊατρικών υπηρεσιών (Tele-PrEP).

4. Δομικές παρεμβάσεις και θεσμική λογοδοσία

Υποχρεωτική επιμόρφωση των επαγγελματιών υγείας σε ζητήματα HIV, σεξουαλικότητας, ψυχικής υγείας και μειονοτικού στρες. Δημιουργία ανεξάρτητων αρχών λογοδοσίας για τη διερεύνηση καταγγελιών που αφορούν περιστατικά στιγματισμού εντός των δομών υγείας, με σαφείς διαδικασίες ελέγχου και κυρώσεων. Θεσμική κατοχύρωση της συμμετοχής των δικτύων ατόμων που ζουν με HIV στις επιτροπές του Υπουργείου Υγείας, στις ομάδες εργασίας και στις διαδικασίες αξιολόγησης προγραμμάτων, με στόχο τη συστηματική ενσωμάτωση της βιωμένης εμπειρίας του στίγματος και των διακρίσεων στη χάραξη και την υλοποίηση της πολιτικής δημόσιας υγείας.

Advertisement

Για να αποκτήσει το σύνθημα «τέλος στο AIDS» ουσιαστικό αντίκρισμα και να μην παραμείνει μια ρητορική διακήρυξη, οφείλουμε να επενδύσουμε σε ένα σύστημα φροντίδας που θωρακίζει ταυτόχρονα το σώμα και την ψυχή. Ένα σύστημα που αίρει τα εμπόδια πρόσβασης στην πρόληψη και την PrEP και περιβάλλει με σεβασμό και αξιοπρέπεια τους πιο ευάλωτους. Το διακύβευμα της νέας εποχής δεν είναι αμιγώς ιατρικό — είναι βαθύτατα κοινωνικό και πολιτικό.