Εδώ και καιρό ακούμε και διαβάζουμε διαρκώς τις ίδιες λέξεις. Οι λέξεις έγιναν σαν καραμέλες, ξανά και ξανά αποκτούν πολιτικά και ιδεολογικά νοήματα και πετιούνται σαν σφαίρες, έχουν σαν στόχο σχεδόν αποκλειστικά την επίθεση. Εκ δεξιόθεν και εκ αριστερόθεν κι ακόμη και από τη μετριοπάθεια, οι λέξεις έχουν αρχίσει να χρησιμοποιούνται με τρόπο επικίνδυνο, γιατί υπάρχει η αίσθηση ότι αρκούν για να χωρέσουν ολόκληρες ανθρώπινες ζωές μέσα σε μικρά κουτάκια.
Δικαιωματισμός, φασισμός, διαφορετικότητα, σεξισμός, εργαλειοποίηση, woke, πατριαρχία, τέτοιες λέξεις κι άλλες χρησιμοποιούνται καθημερινά σε όλο το φάσμα του δημόσιου διαλόγου, αποκτούν πολιτικό και ιδεολογικό χρώμα ή εκφράζουν κοινωνικό μίσος. Πολλές φορές χάνοντας εντελώς το νόημά τους.
Ο φασισμός, για παράδειγμα. Έχουμε φτάσει στο σημείο να ακούμε πως ζούμε σε «φασιστικό» κράτος τη στιγμή που στα προφίλ που έχουν οι φορείς της εξουσίας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης οι πολίτες εκφράζουν διαφωνία, ακόμη και ύβρεις. Είναι άλλο η διαφθορά, η ανικανότητα, ακόμη και η κατάχρηση εξουσίας και άλλο ο φασισμός, που υπήρξε κάτι πολύ συγκεκριμένο ιστορικά τον προηγούμενο αιώνα. Φτάσαμε στο σημείο να κατηγορείται μια διαφήμιση ρούχων ως ναζιστική, επειδή διατύπωσε πως ένα μοντέλο έχει τα καλύτερα γονίδια. Η διαφήμιση αυτή, βαθιά προβληματική, εκφράζει τον απολυταρχισμό της βιομηχανίας της ομορφιάς και της μόδας, όμως, και δεν έχει στην πράξη σχέση με τους Ναζί που άσκησαν τερατώδη βία.
Ή η λέξη διαφορετικότητα. Η διαφορετικότητα δεν έχει αρνητικό ή θετικό πρόσημο. Είναι μια έννοια που υπάρχει στη φύση, στο ζωικό και στο φυτικό βασίλειο και στους ανθρώπους. Είμαστε όλοι διαφορετικοί, γιατί έχουμε διαφορετική εμφάνιση, διαφορετικό ψυχικό, οικογενειακό και κοινωνικό παρελθόν, διαφορετικό χαρακτήρα. Αυτή η λέξη δεν ανήκει αποκλειστικά στις ευάλωτες ομάδες, αντίθετα αν ο καθένας μας αποδεχόταν αληθινά τη δική του διαφορετικότητα δεν θα μισούσε άλλους. Μα σήμερα, η έννοια αυτή έχει τόσο χρησιμοποιηθεί, που δεν αντέχεις άλλο να την ακούς και συχνά ταυτίζεται με επιδιώξεις ομάδων που στάθηκαν ακραίες, οπότε καθιστά πολλούς επιφυλακτικούς απέναντί της. Κι έτσι συναντούμε δυσπιστία τελικά απέναντι στο αίτημα για την ίση μεταχείριση όλων των ανθρώπων και στο όραμα μιας συμπεριληπτικής κοινωνίας.
Καταλήξαμε να κρίνουμε τους άλλους μόνο από το τι πιστεύουν. Είμαστε σε εγρήγορση για να ακούσουμε τη λάθος λέξη, τη λάθος φράση, αυτή που θα μας εξαγριώσει, αυτή που θα κάνει τον άλλο αντίπαλο. Είμαστε έτοιμοι να απορρίψουμε και να σταθούμε αφ’ υψηλού ή και εντελώς επιθετικά. Στην πραγματικότητα ενσωματώνουμε τους άλλους σε στερεότυπα που έχουμε ενδοβάλει και αποκτούμε γνώμη πριν καν τους ακούσουμε.
Το τραγικό είναι ότι δυο άνθρωποι π.χ. καταλήγουν να κρίνουν ο ένας τον άλλο από απόψεις που έχουν για θέματα, όπως οι μετανάστες, οι ΛΟΑΤΚΙ, οι εκτρώσεις, χωρίς πολλές φορές να έχουν κανένα προσωπικό βίωμα σχετικό με αυτά τα θέματα. Τα όσα σκέφτονται, τα όσα νιώθουν έχουν διαμορφωθεί αποκλειστικά από το κοινωνικό κλίμα, τον πολιτικό διάλογο, την τηλεόραση, την αρθρογραφία στο διαδίκτυο.
Τελικά όμως αξίζει να αναρωτιόμαστε, αρκεί αυτό το έξωθεν πάθος, ώστε να έχουμε σίγουρη και εμπεριστατωμένη άποψη ή πρέπει να βλέπουμε τις απόψεις ως προσωπικές ερμηνείες; Και πόσα δεινά προκαλεί στην κοινωνία αυτό το πάθος; Πόσο τοξικό είναι για τον ίδιο μας τον οργανισμό, όταν ανακυκλώνεται ξανά και ξανά σε συζητήσεις, σε γραπτά, σε ομιλίες, όταν δεν υπάρχει ποτέ χώρος για κάποια διαφορετική τοποθέτηση και θεωρείται a priori αυτό που πιστεύουμε η απόλυτη αλήθεια;
«Χυδαία η ανάγκη του ανθρώπου να έχει πάντα δίκιο», έχει γράψει ο Καμύ.
Έχουμε όλοι μέσα μας αυτή τη χυδαιότητα λιγότερο ή περισσότερο. Το τρομακτικό είναι ότι εξαπλώνεται μέσω του διαδικτύου σαν λαίλαπα, γίνεται βία, πολιτικές δολοφονίες, λογοκρισία, πόλεμος.
Τέλος, αν θέλουμε περισσότερη προσωπική γαλήνη και περισσότερη κοινωνική αρμονία, υπάρχουν κι άλλες ερωτήσεις που μπορούμε να κάνουμε στους άλλους ή και στον εαυτό μας πέρα από το «τι πιστεύεις;».
Όπως:
«Ποιος είσαι;»
«Πώς ήταν εκεί που μεγάλωσες;»
«Τι έχεις δει; Τι έχεις καταλάβει;»
«Πώς σε πόνεσε η ζωή ή ο κόσμος;»
«Τι σε κάνει να χαίρεσαι;»
«Τι ονειρεύεσαι;»
«Τι σε κάνει στο σήμερα, τι σε κάνει αυτή τη στιγμή να είσαι τόσο, μα τόσο θυμωμένος;»