«Ανακαλύψαμε ότι υπάρχουν πολλοί νέοι (και όχι λίγοι και παλαιότεροι) συγγραφείς που γράφουν θέατρο και τα έργα τους είναι στο συρτάρι», λέει στη HuffPost η «ψυχή» του Φεστιβάλ Αναλόγιο 2025 Σίσσυ Παπαθανασίου, ιστορικός, συγγραφέας, δραματουργός, μεταφράστρια, σκηνοθέτης, προϊσταμένη της Διεύθυνσης Γραμμάτων του υπουργείου Πολιτισμού. Και κάπως έτσι δόθηκε πρόσβαση στη σκηνή σε κείμενα που διαφορετικά δεν θα παρουσιαζόταν ποτέ.

Η φετινή διοργάνωση (που ξεκίνησε στις 14 κι ολοκληρώνεται στις 21 Σεπτεμβρίου) μας έδωσε την ευκαιρία να κουβεντιάσουμε και για τη θέση του βιβλίου στις προτιμήσεις του κοινού. «Το 34% διαβάζει κατά μέσο όρο 1 έως 4 βιβλία το χρόνο και το 31% διαβάζει πάνω από 5 βιβλία τον χρόνο και το 35% του ελληνικού πληθυσμού δεν διαβάζει ούτε ένα βιβλίο τον χρόνο», μας λέει η ίδια αναφερόμενη σε έρευνα του ΟΣΔΕΛ. «Κι αυτό, το τελευταίο, δεν αλλάζει από τη μια μέρα στην άλλη».

Advertisement
Advertisement
  • Πώς ιδρύθηκε, ποια η φιλοσοφία του και στις δυο δεκαετίες που μεσολάβησαν από την ίδρυσή του, πόσο έχει εξελιχθεί κι εξαπλωθεί ο θεσμός του Φεστιβάλ Αναλόγιο;

Η έναρξη είναι λίγο παλιά. Το Φεστιβάλ ξεκίνησε ως «Θεατρικό Αναλόγιο» το 2004 στο θέατρο «Άλεκτον». Η ονομασία «Αναλόγιο» —κάτι που πλέον μας χαρακτηρίζει, είναι η ταυτότητά μας, έχει δώσει όνομα σεένα ολόκληρο θεατρικό είδος στην Ελλάδα και μια σύγχρονη διάσταση σε δοκιμασμένες πρακτικές των προηγούμενων αιώνων,— υιοθετήθηκε το 2005, με απροσδόκητη εξέλιξη.

Αναλόγιο πλέον ονομάζεται στην Ελλάδα κάθε δημόσια, σκηνοθετημένη ανάγνωση ενός κειμένου. Οι παραστάσεις του Αναλογίου είναι μια αρχική εκδοχή «mini» παράστασης. Μια σκηνική περφόρμανς. Υπάρχει σκηνοθέτης, σκηνικά και μουσική και όλα τα στοιχεία μιας ολοκληρωμένης παράστασης. Αλλά στο ελάχιστο. Απαιτείταιλιγότερο διάστημα προεργασίας για την παρουσίαση και μικρότερο κόστος. Επιτρέπεται να έχει το κείμενο στα χέρια ο ηθοποιός.

Όλα αυτά βέβαια ταίριαζαν και με τις σπουδές μου. Από τις σπουδές της Νομικής, στο Θέατρο και τον Κινηματογράφο και, μετά στο Παρίσι (Κοινωνική Ανθρωπολογία, Ιστορία Πολιτισμών, Θέατρο), οδηγήθηκα στο Αναλόγιο γιατί σκέφτηκα ότι θα δημιουργούσε κάτι καινούργιο. Η αρχική φιλοσοφία ήταν να δοθεί βήμα σε νέες φωνές, να παρουσιαστεί το θεατρικό κείμενο δημόσια, —και ανεξάρτητα από το αν έχει σκηνοθετηθεί πλήρως. Να τα ακούσει ο συγγραφέας τους και το κοινό. Να τα μάθουν οι παραγωγοί. Υπήρχε ένα κενό σ’ αυτή την κατεύθυνση στην Ελλάδα και το  Αναλόγιο το κάλυψε.

Στη διαδρομή ανακαλύψαμε ότι υπάρχουν πολλοί νέοι (και όχι λίγοι και παλαιότεροι) συγγραφείς που γράφουν θέατρο και τα έργα τους είναι στο συρτάρι. Ξέρετε, είναι πολύ δύσκολο να γίνει μια παράσταση. Στοιχίζει πολύ. Το Αναλόγιο με λίγα μέσα και ακόμη λιγότερα χρήματα, έδωσε πρόσβαση στη σκηνή σε κείμενα που διαφορετικά δεν θα παρουσιαζόταν ποτέ.

Όλα αυτά τα χρόνια που μεσολάβησαν,το Φεστιβάλ πέτυχε κάτι περισσότερο από τους αρχικούς του σκοπούς. Στη σύλληψή του το Αναλόγιο ήταν πειραματικό, άρα δεν φοβόταν την αποτυχία. Αυτό έλυνε τα χέρια και τα μυαλά των συγγραφέων που ήταν νέοι στην πλειοψηφία τους. Να τολμήσουν και να πουν αυτά που ήθελαν και είχαν να πουν. Πολλοί από τους νέους και άγνωστους τότε συγγραφείς, είναι σήμερα γνωστοί και καταξιωμένοι δημιουργοί. Για να παιχτούν αυτές οι παραστάσεις ήθελαν ηθοποιούς. Και την πλευρά της στελέχωσης, της ηθοποιίας και της υποκριτικής την πλαισίωσαν στην πράξη και πάλι νέοι ηθοποιοί ή και θεατρικές ομάδες και παρέες που, επίσης, τόλμησαν να προχωρήσουν σε πειραματισμούς και να δοκιμάσουν τα όριά τους μπροστά στο κοινό -που και αυτό μεγάλωνε σιγά σιγά- και τις αντοχές τους, να γίνουν καλύτεροι.

Το Αναλόγιο περιστοιχίζεται από νέους, κι αυτό μας κάνει αισιόδοξους. Ήδη από την αρχή, το Αναλόγιο το πλαισίωσαν και πολλοί γνωστοί και καταξιωμένοι ηθοποιοί, συγγραφείς και διανοούμενοι που είδαν τη δουλειά που γινόταν και ήθελαν να βοηθήσουν, να μετέχουν. Και έτσι προχώρησαν τα πράγματα: πειραματισμός, δοκιμασία, νεανικό κοινό και νεανική συμμετοχή (είναι πολύ συγκινητικό και αισιόδοξο να βλέπεις τα νέα παιδιά να ενδιαφέρονται, να συμμετέχουν, να γιορτάζουν, να φέρνουν τους φίλους τους κ.ο.κ.), δέσιμο με την εμπειρία των μεγαλύτερων… Στο τέλος το αποτέλεσμα είναι πολύ καλύτερο —ως προς την ουσία— από αυτό που σχεδίαζες και είχες φανταστεί.

Advertisement

Το άλλο σημείο στο οποίο αξίζει να σταθούμε ήταν τα θέματα του Αναλογίου. Λόγου χάρη, κάθε χρόνο το Αναλόγιο είχα θέμα: Το 2021 το θέμα μας ήταν -όπως για όλους μας στην Ελλάδα- τα «200 χρόνια Επανάσταση. Ξαναγράφοντας τους αρχαίους μύθους σήμερα». Ήταν μια θεματική που συνδέθηκε με την επέτειο της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 — κάτι που επέτρεψε ανασχεδιασμούς μύθων, προσέγγιση της νεότερης ιστορίας, των προσώπων κ.λπ. με σύγχρονη ματιά.

Το 2022 το θέμα μας ήταν το «Διασχίζοντας σύνορα». Ήταν άμεσα συνδεδεμένο με τη Μικρασιατική Καταστροφή, 100 χρόνια μετά. Αντιλαμβάνεστε ότι θέματα, όπως πατρίδα, ξεριζωμός, μετανάστευση, διασπορά, μετακίνηση πληθυσμών ήταν πράγματα του τότε και του τώρα. 

Το 2023 το θέμα ήταν «Γυναίκες Συγγραφείς – Σύγχρονη Ελληνική Δραματουργία». Το Φεστιβάλ παρουσίασε έργα δεκατριών Ελληνίδων συγγραφέων, με τον πυρήνα να αφορά την ταυτότητα, την έμφυλη βία και τη μετανάστευση.

Advertisement

Να πω εδώ ότι η ελληνική δραματουργία είναι μια δραματουργία ακμαία και συγκρίσιμη με αρκετές σύγχρονες ευρωπαϊκές δραματουργίες. Υπάρχει όμως, ένα έλλειμα διαλόγου και σχέσεων. Σήμερα ίσως λιγότερο από παλιά αλλά συνεχίζει να υπάρχει.

Το Αναλόγιο επιδίωξε διαπολιτισμικές συνεργασίες και καλλιέργησε άνοιγμα στον διεθνή χώρο.Και αυτό έγινε με παρακινήσεις και δικτύωση: οργανώσαμε αφιερώματα, εργαστήρια, μεταφράσεις, διεθνείς προσκλήσεις για συγγραφή έργων, συνέργειες με πανεπιστήμια καιδιεθνή δίκτυα. Έτσι μια σημαντική πτυχή της λειτουργίας του Φεστιβάλ είναι ότι λειτουργεί ως χώρος συνάντησης ανάμεσα σε συγγραφείς, σκηνοθέτες, ηθοποιούς, θεωρητικούς, επιστήμονες…Είμαστε στην ευχάριστη θέση πλέον να δεχόμαστε προτάσεις από πολλούς φορείς που ενδιαφέρονται για τη δουλειά μας και να είμαστε αποδέκτες προσκλήσεων για να δείξουμε τη δουλειά μας, τη δουλειά που γίνεται στην Ελλάδα,σε διεθνή φόρακαι vice-versa.

Η κυρία Παπαθανασίου με μερικούς από τους συμμετέχοντες της φετινής «γιορτινής» διοργάνωσης που βρέθηκαν στην Αθήνα από 15 χώρες
  • Μιλήστε μας λίγο για τη φετινή διοργάνωση. Ποιο το ιδιαίτεροι χαρακτηριστικό της, που επικεντρώνει  και από ποιες χώρες υπάρχουν συμμετοχές;

Φέτος σχεδιάσαμε ένα πρόγραμμα «γιορτινό». Δίνουμε έμφαση σε πολιτισμούς που «έρχονται από παλιά» με τους οποίους δεν είχαμε εμείς (και εν πολλοίς, θα έλεγασε όλη την ελλάδα), «ενεργή επαφή» και «ανοιχτό δίκτυο επικοινωνίας». Το πρόγραμμά μας κινήθηκε πάνωστις εξής κατηγορίες-άξονες: παρουσίαση νέων ελληνικών κειμένων με τη μορφή σκηνικών αναγνώσεων και περφόρμανς, εκπαιδευτικά προγράμματα και φιλοξενία μεταφραστών, διεθνή συνάντηση με focus τις χώρες του Δρόμου του Μεταξιού, (χερσαία και θαλάσσια διαδρομή, -Ιταλία, Μοντενέγκρο, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Σκόπια, Λευκορωσία, Ουκρανία, Γεωργία, Ινδία, Ασσάμ, Κατάρ, Ομάν, Αίγυπτος…), παρουσίαση showcase ολόκληρων ελληνικών παραστάσεων σύγχρονης αρχαιόθεμης δραματουργίας (και επί πλέον, με στόχο αλληλεπίδρασης) και οργανωμένες συναντήσεις δικτύωσης Ελλήνων δημιουργών, -pichingκαι networking για να χρησιμοποιήσω τη διεθνή ορολογία.

Advertisement

  Ήρθαν στην Αθήνα συγγραφείς, διευθυντές φεστιβάλ, κριτικοί, πανεπιστημιακοί, δημιουργοί από 15 χώρες. Θα δουν ελληνικό θέατρο, θα γνωριστούν με  Έλληνες δημιουργούς, θα δημιουργηθεί αλληλεπίδραση.Να αναφέρω και τις βραβεύσεις σε μεγάλες προσωπικότητες του ελληνικού θεάτρου που έχουν αφιερώσει τη ζωή και το έργο τους στην υπόθεση «ελληνικό θέατρο». Το θεωρούμε πολύ σημαντικό να τιμούμε όσους προσφέρουν.

  • Ποιος ο στόχος, το όραμα και ο στρατηγικός σχεδιασμός για το Φεστιβάλ Αναλόγιο στο μέλλον;

Το όραμα ήταν να καθιερωθεί το Αναλόγιο ως θεσμός. Ο στόχος τώρα είναι να γίνουμε καλύτεροι. Να κερδίσουμε μεγαλύτερο κοινό. Τα θέματα θα προκύψουν, θα τα βρούμε— και εδώ θα σας πω κάτι που ίσως σας θα σας εκπλήξει. Είναι ήδη πολλά και άκρως ενδιαφέροντα. Η στρατηγική μας βασίζεται σε κάτι που ήδη γνωρίζουμε καλά. Τη βούληση και το όραμα. Έχει κυρίως την έννοια της προτροπής, της παρακίνησης. Έχει την ελευθερία που δίνουμε στους δημιουργούς να φτιάξουν / να γράψουν κάτι για το επόμενο ή για τα επόμενα θεματικά Αναλόγια. Η μαγιά που έχουμε είναι πολύ καλή. Δηλαδή, η βάση είναι καλή. Σίγουρα, μπορούμε να τη βελτιώσουμε. Να την εμπλουτίσουμε. Το ζυμάρι θα πρέπει να φουσκώνει διαρκώς. Αλλά, όχι μόνο ως προς την ποσοτική εκδοχή των πραγμάτων —που δεν είναι κάτι που μπορείς να το αγνοήσεις εύκολα— αλλά ως προς την ποιοτική πλευρά του θεάτρου, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη συνέχειά μας. Το άλλο σκέλος έχει να κάνει με τον εμπλουτισμό και την ενίσχυση του εσωτερικού δικτύου των ανθρώπων γύρω από το Αναλόγιο και του διεθνούς δικτύου. Και το άλλο —και διόλου ασήμαντο για να το αγνοήσουμε— έχει να κάνει με τους πόρους. Και οι πόροι όπως ξέρετε είναι πάντα λιγοστοί και πεπερασμένοι και πάντα οι γνωστοί: Το φυσικό και το χρηματοοικονομικό σκέλος του (οι χρηματικοί πόροι), το ανθρώπινο κεφάλαιο και η τεχνολογία. Πιστεύω ότι θα τα καταφέρουμε. Είμαι αισιόδοξη για το μέλλον. Άλλωστε, χωρίς τον πολιτισμό και το θέατρο, δεν θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε. Δεν θα πάμε πουθενά. Είπαμε. Το Φεστιβάλ Αναλόγιο είναι ίσως το μόνο φεστιβάλ στην Ελλάδα που εστιάζει ειδικά στη γραφή κειμένων, σε νέα έργα, σε πρώτες παρουσιάσεις, και ανοίγει τον διάλογο, τη συζήτηση, την επιμόρφωση, τη δικτύωση. Κι έτσι θα προχωρήσουμε βελτιώνοντας τα πράγματα «εν κινήσει».

  • Κυρία Παπαθανασίου, έχουμε κάποια στατιστικά στοιχεία για το πόσο διαβάζουν οι Έλληνες (ό,τι υπάρχει στη διάθεσή σας) και μάλιστα σε σχέση με άλλους λαούς της Ευρώπης;

Είναι μια ενδιαφέρουσα ερώτηση. Από ό,τι ξέρω, μια περιεκτική κοινωνιολογική έρευνα έχει γίνει από την πλευρά του ΟΣΔΕΛ και με επιστημονική διεύθυνση του καθηγητή Νίκου Παναγιωτόπουλου, με τίτλο: «Αναγνώσεις, αναγνώστες και αναγνώστριες: Το βιβλίο και το κοινό του στην Ελλάδα». Είναι προσβάσιμη από το site του ΟΣΔΕΛ και σε μορφή βιβλίου από τις εκδόσεις Gutenberg. Από την έρευνα αυτή προκύπτουν μοιρασμένα πράγματα:  Το 35% του ελληνικού πληθυσμού δεν διαβάζει ούτε ένα βιβλίο τον χρόνο, το 34% διαβάζει κατά μέσο όρο 1 έως 4 βιβλία το χρόνο και το 31% διαβάζει πάνω από 5 βιβλία τον χρόνο. Αξίζει να σημειωθεί ότι όλες μα όλες οι έρευνες δείχνουν ότι το οικογενειακό υπόβαθρο είναι ένας προπορευόμενος —ας τον πούμε έτσι—δείκτης του μέλλοντος. Όσοι είχαν πολλά βιβλία στο σπίτι τους ως παιδιά έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να είναι εντατικοί αναγνώστες ως ενήλικες στο μέλλον. Το ίδιο περίπου ισχύει για το θέατρο, τον κινηματογράφο ή τις συναυλίες. Αλλά βλέπετε, ότι δεν μπορούμε σήμερα να σταθούμε σε αυτά τα μέτρα, γιατί τα δεδομένα αυτά αλλάζουν με τον χρόνο. Πάντως, η ελληνική λογοτεχνία είναι πρώτη στις προτιμήσεις των αναγνωστών στην Ελλάδα, ακολουθεί η ξένη λογοτεχνία και το αστυνομικό μυθιστόρημα κερδίζει διαρκώς έδαφος και αυξάνει τη δημοτικότητά του.  Όλα αυτά βεβαίως, μπορεί και να μην λένε απολύτως τίποτα, διότι η εξέλιξή τους και η βελτίωση των ποσοτικών μεγεθών εξαρτώνται από μύριους άλλους παράγοντες που δεν συζητάμε ούτε θα μπορούσαμε να συζητήσουμε εδώ. 12 μήνες και ότι οι νέοι (16-29 ετών) διαβάζουν περισσότερο (60,1%) σε σχέση με μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες και ότι, τέλος, οι γυναίκες διαβάζουν σε υψηλότερο ποσοστό από τους άνδρες στην Ε.Ε. (όπως και στην Ελλάδα).

Advertisement
  • Σε ποιες ηλικίες παρατηρείται το μεγαλύτερο έλλειμμα ως προς την εξοικείωση με το βιβλίο; 

Στοιχεία που να δίνουν ακριβείς απαντήσεις ως προς τις ηλικιακές ομάδες που διαβάζουν ή δεν διαβάζουν βιβλία δεν υπάρχουν.Οι μεθοδολογίες είναι διαφορετικές για να μας πουν με ασφάλεια ποια ηλικιακή ομάδα έχει το απόλυτο μεγαλύτερο έλλειμμα εξοικείωσης με το βιβλίο για όλη τη διάρκεια ζωής της. Υπάρχουν ωστόσο ευρήματα που δείχνουν τάσεις για προβληματικές ηλικιακές ομάδες και φάσεις ζωής: Το 40,7% εφήβων / μαθητών (11-15 ετών) διαβάζουν λογοτεχνία εκτός σχολείου ή με προτροπή του σχολείου. Από αυτούς, καθώς αυξάνεται η ηλικία τους, τα ποσοστά που διαβάζουν εκτός υποχρεώσεων σχολείου μειώνονται. Αυτό δείχνει μια προβληματική τάση.

Advertisement

Άλλη έρευνα (για τις ηλικίες 65-74 ετών) δείχνει ότι οι ηλικιωμένοι διαβάζουν κατά μέσο όρο πολύ λιγότερο βιβλία σε σχέση με τους νέους. Αλλά γενικά η έρευνα του ΟΣΔΕΛ την οποία προανέφερα δείχνει ότι 35% του συνολικού πληθυσμού δεν διαβάζει ούτε ένα βιβλίο τον χρόνο και αυτό δεν αλλάζει από τη μια μέρα στην άλλη.

  • Με ποιες πρωτοβουλίες είναι δυνατόν να τονώσει κανείς το ενδιαφέρον για το βιβλίο σε μια μη βιβλιοφιλική εποχή όπως αυτή που διανύουμε;

Με όσα είπαμε προηγουμένως, προκύπτουν τόσο τα προβλήματα, οι εντοπισμοί τους, τα λάθη όσο και οι δυνατότητες αντιστροφής των τάσεων. Για κανέναν τομέα δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις. Η οικογένεια και το σχολείο παραμένουν οι βάσεις.  Μετά η πολιτεία, οι παρέες, τα ΜΜΕ, τα δίκτυα και οι τεχνολογίες. Όλα αυτά αλλάζουν και μας αλλάζουν. Και ειδικά—μιλώντας για τη σφαίρα της δράσης μας— σας λέω ότι η πρόοδός του πολιτισμού και η επιτυχία του εξαρτάται από χίλιες δυο άλλες προϋποθέσεις που είναι εκτός πολιτισμού. Το ΑΕΠ και η κατανομή του είναι βασικά πράγματα. Αλλά ας είμαστε προσεκτικοί για να είμαστε και αισιόδοξοι.

analogiofestival.org

Advertisement