Ελάχιστα ουράνια φαινόμενα έχουν πυροδοτήσει τόσο έντονη συζήτηση όσο το περίφημο Άστρο της Βηθλεέμ. Από την εποχή που η αφήγηση του Κατά Ματθαίον Ευαγγελίου περιέγραψε ένα λαμπρό σημάδι στον ουρανό που καθοδήγησε τους Μάγους στη γέννηση του Ιησού, η ιστορία αυτή ταλαντεύεται ανάμεσα στον χώρο του θρησκευτικού θαύματος και της επιστημονικής ερμηνείας.
Σήμερα, περισσότερο από δύο χιλιετίες μετά, αστρονόμοι, ιστορικοί και θεολόγοι εξακολουθούν να αναζητούν μια φυσική εξήγηση για το φως εκείνο που φέρεται να σημάδεψε μία από τις πιο γνωστές στιγμές της χριστιανικής παράδοσης.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, μια νέα δημοσίευση στο Journal of the British Astronomical Association από τον πλανητικό επιστήμονα της NASA, Μαρk Μάτνεϊ, αναζωπυρώνει το ενδιαφέρον παρουσιάζοντας μια ολοκληρωμένη θεωρία που ενδέχεται να δίνει απάντηση σε ένα από τα πιο διαχρονικά μυστήρια.
Η επιστημονική κοινότητα έχει μελετήσει εξαντλητικά το φαινόμενο, προσπαθώντας να ξεχωρίσει την ιστορική πραγματικότητα από τον μύθο. Κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί πολλές υποθέσεις: από σπάνιες συγκυρίες θέσεων των πλανητών, σύνοδους της Αφροδίτης, του Δία ή του Κρόνου, μέχρι εκρήξεις σουπερνόβα και την εμφάνιση άγνωστων αστέρων. Μια άλλη κατηγορία ερμηνειών προτείνει ότι το Άστρο ίσως να μην ήταν άστρο, αλλά κάποιο διαστημικό σώμα όπως ένας ιδιαίτερα φωτεινός κομήτης.
Ωστόσο, παρά τον μεγάλο αριθμό ερευνών, πάνω από τετρακόσιες μελέτες σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, καμία θεωρία δεν είχε κατορθώσει να συνδυάσει πειστικά τα ιστορικά, αστρονομικά και βιβλικά δεδομένα.
Σε αυτό το σημείο παρεμβαίνει η νέα μελέτη του Μάρκ Μάτνεϊ. Ο επιστήμονας της NASA υποστηρίζει ότι πιθανότατα το Άστρο της Βηθλεέμ ήταν ένας πραγματικός κομήτης, και όχι σύνοδος ή σουπερνόβα.
Η πρότασή του βασίζεται στην ανασύσταση των στοιχείων από τα αρχαία κινεζικά αστρονομικά αρχεία, τα οποία θεωρούνται από τις πιο συστηματικές και αξιόπιστες παρατηρήσεις της αρχαιότητας.
Στα αρχεία αυτά υπάρχει καταγραφή ενός εξαιρετικά φωτεινού κομήτη το 5 π.Χ., ο οποίος λέγεται ότι ήταν ορατός για περισσότερο από εβδομήντα ημέρες, ένα γεγονός σπάνιο αλλά εντός των δυνατοτήτων ενός μεγάλου κομήτη.
Η χρονολόγηση αυτή συμπίπτει εντυπωσιακά με τις περισσότερες σύγχρονες ιστορικές προσεγγίσεις σχετικά με τη γέννηση του Ιησού. Οι περισσότεροι ιστορικοί συμφωνούν ότι το γεγονός δεν έλαβε χώρα το 1 μ.Χ., αλλά πιθανότερα μεταξύ του 6 και του 4 π.Χ., με ιδιαίτερη βαρύτητα στο 5 π.Χ. Επομένως, ο κομήτης που κατέγραψαν οι Κινέζοι εμφανίζεται ακριβώς μέσα στο χρονικό πλαίσιο που θα μπορούσε να ταιριάξει με τη βιβλική αναφορά.
Ο Μάτνεϊ δεν περιορίστηκε στη μελέτη των κειμένων· χρησιμοποίησε προσομοιώσεις για να ανασυνθέσει τις πιθανές τροχιές του κομήτη με βάση τις περιγραφές των αρχαίων παρατηρητών.
Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι ο κομήτης θα ήταν ορατός στον ουρανό της Παλαιστίνης ένα πρωινό του Ιουνίου του 5 π.Χ. Σύμφωνα με τις προσομοιώσεις, ένα τέτοιο σώμα, καθώς κινούνταν στον ουρανό, θα μπορούσε πράγματι να φαίνεται ότι «προηγείται» κάποιου που ταξιδεύει προς νότο, όπως οι Μάγοι που σύμφωνα με το Ευαγγέλιο διέσχισαν την απόσταση από την Ιερουσαλήμ στη Βηθλεέμ.
Η οπτική του συμπεριφορά θα μπορούσε ακόμη να δημιουργήσει την εντύπωση ότι «στέκεται πάνω» από ένα συγκεκριμένο σημείο, εφόσον η θέση του σε σχέση με τον ορίζοντα παρέμενε σχεδόν σταθερή κατά τη διάρκεια της νύχτας.
Στη μελέτη του σημειώνει ότι ένας κομήτης που διέρχεται σχετικά κοντά από τη Γη μπορεί να είναι τόσο λαμπρός ώστε να είναι ορατός ακόμη και την ημέρα. Αυτό ταιριάζει με την εικόνα ενός εξαιρετικά εντυπωσιακού ουράνιου φαινομένου που θα προκαλούσε περιέργεια και θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως σημάδι από τους αστρολόγους της εποχής. Είναι γνωστό ότι πολλοί λαοί της Ανατολής θεώρησαν συχνά τους κομήτες ως προμήνυμα σημαντικών γεγονότων ή αλλαγών.
Ο Μάτνεϊ υποστηρίζει ότι πρόκειται για το πρώτο υποψήφιο αστρονομικό αντικείμενο που όχι μόνο έχει καταγραφεί ιστορικά, αλλά παρουσιάζει και φαινομενική κίνηση η οποία αντιστοιχεί με ακρίβεια στη βιβλική περιγραφή. Γι’ αυτό επιμένει ότι η υπόθεση του κομήτη είναι πολύ ισχυρότερη από παλαιότερες θεωρίες.
Βέβαια, δεν συμφωνούν όλοι οι επιστήμονες. Υπάρχουν ερευνητές που θεωρούν ότι το Άστρο της Βηθλεέμ δεν υπήρξε ποτέ ως πραγματικό φαινόμενο και ότι η αφήγηση του ευαγγελίου έχει συμβολικό χαρακτήρα. Η διαφωνία αυτή δεν αναμένεται να λυθεί εύκολα, καθώς τα διαθέσιμα ιστορικά και αστρονομικά δεδομένα είναι περιορισμένα και ερμηνεύσιμα με διαφορετικούς τρόπους.
Ωστόσο, η μελέτη του Μάτνεϊ προσθέτει μια νέα, καλά τεκμηριωμένη ψηφίδα στο παζλ ενός φαινομένου που συνεχίζει να προκαλεί τη φαντασία και το ενδιαφέρον. Αν ο κομήτης του 5 π.Χ. ήταν πράγματι το Άστρο της Βηθλεέμ, τότε η σύγχρονη επιστήμη ίσως να έχει έρθει πιο κοντά από ποτέ στη λύση ενός αινίγματος που απασχολεί την ανθρωπότητα επί δύο χιλιετίες.
Με πληροφορίες από: Scientificamerican